Σάββατο, 10 Μαΐ, 2025

Ζάρακας Λακωνίας: Ένας τόπος αυθεντικής Ελλάδας και το μουσείο του

Τόπος παρθένος και άνυδρος, πλούσιος σε ιστορία και παραδόσεις, ο Ζάρακας Λακωνίας είναι μια περιοχή ιδιαίτερης φυσιογνωμίας και ομορφιάς. Από το Γεράκι μέχρι το Κυπαρίσσι και από τη Μονεμβασιά μέχρι τον Άγιο Δημήτριο Ζάρακος, το κομμάτι της λακωνικής αυτής γης με τα καθάρια νερά, τα ανέγγιχτα τοπία και τις πανοραμικές θέες, υπόσχεται ξεχωριστές εμπειρίες. Όπως η βιωματική διαδρομή στην παραδοσιακή ζωή και στην ιδιαίτερη γαστρονομία της περιοχής, η οποία παρουσιάζεται στο μοναδικό στο είδος του «Μουσείο Ζαρακίτικης Ζωής και Γαστρονομίας», που βρίσκεται στο χωριό Άγιος Δημήτριος Ζάρακος.

 

«Ο Ζάρακας είναι κάτι σαν τη Μάνη, δηλαδή είναι μια περιοχή άγονη και άνυδρη. Νερό δεν υπήρχε, μόνο στις στέρνες, οπότε κατακτητές όπως οι οθωμανοί δεν είχαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον να εγκατασταθούν εδώ. Και επειδή έμεινε απομονωμένη και δυσπρόσιτη από την υπόλοιπη Ελλάδα διατήρησε τις παραδόσεις της, μεταξύ των οποίων και τις διατροφικές, οι οποίες παραμένουν ζωντανές στα σπίτια, στις ταβέρνες και στους φούρνους της περιοχής», ανέφερε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Δήμητρα Καμαρινού, διδάκτωρ Πανεπιστημίου Πατρών, αρχαιολόγος, συγγραφέας, η οποία μαζί με άλλους κατοίκους του χωριού δημιούργησε το «Μουσείο Ζαρακίτικης Ζωής και Γατρονομίας». Πλούσιο σε αντικείμενα, θεματικές, εκπαιδευτικές και βιωματικές δράσεις, το Μουσείο καταγράφει την ιδιαίτερη αγρογαστρονομία του Ζάρακα, από την αρχαιότητα έως και τις μέρες μας, αλλά και την παραδοσιακή αγροτική κοινωνία μιας άνυδρης περιοχής.

 

«Στον τόπο αυτό έχουμε μια δίαιτα που κατάγεται κατευθείαν από την αρχαία Ελλάδα και το Βυζάντιο, εμπλουτισμένη με διατροφικά στοιχεία από τους κατακτητές που πέρασαν από εδώ. Καταρχάς, το μενού είναι πάρα πολύ απλό – πιάτα όπως ο μουσακάς ή τα ντολμαδάκια δεν περιλαμβάνονται στο παραδοσιακό τραπέζι. Τα λιτά υλικά της ελληνικής γης δημιούργησαν συνταγές που είναι κι αυτές πολύ απλές», συμπλήρωσε η συνομιλήτρια του ΑΠΕ-ΜΠΕ, που μας εισήγαγε στη γαστρονομική ιστορία της περιοχής.

«Θα ξεκινήσω από την αρχαία Ελλάδα. Γνωρίζουμε από τα ομηρικά έπη τα πλούσια γεύματα με κρέας, ψωμί και κρασί, για παράδειγμα, στο παλάτι του Νέστορα στην Πύλο και του Μενελάου στη Σπάρτη, τα οποία επισκέφτηκε ο Τηλέμαχος. Αυτή, όμως, δεν ήταν η καθημερινή δίαιτα των ανθρώπων. Αυτή την γνωρίζουμε από τον Αθήναιο, που έγραψε τους ‘Δειπνοσοφιστές’, κύρια πηγή της αρχαίας ελληνικής γαστρονομίας. Λέει, λοιπόν, ο Αθήναιος, ‘μια φέτα ψωμί είχε ο καθένας δυο φορές την ημέρα και λίγα σύκα. Κανένα μανιτάρι ή σαλιγκάρι όταν έπεφτε βροχούλα, λίγες ελιές και χόρτα και καλούτσικο κρασάκι’. Ψωμί, λοιπόν, χόρτα, λάδι και ελιές ήταν η δίαιτα και των ανθρώπων εδώ, η οποία διατηρήθηκε έως και την παραδοσιακή κοινωνία, την εποχή δηλαδή της γιαγιάς μου. Ήταν, δηλαδή, μια πολύ λιτή ζωή. Αλλά και στο Βυζάντιο η ζωή εξακολουθούσε να είναι λιτή, το να φάει κανείς κρέας ήταν κάτι πολύ σπάνιο. Γενικά δεν είχαν τι να φάνε. Για παράδειγμα, οι εργάτες έπαιρναν ως αμοιβή λίγα σύκα ή λάδι, κάτι που συνέβαινε μέχρι πριν από έναν αιώνα», εξήγησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η κα Καμαρινού, η οποία έχει κληρονομήσει από την οικογένειά της ένα παραδοσιακό πέτρινο αρχοντικό του 18ου αι. (τον σημερινό ξενώνα “Sparta Gaia”) στον Άγιο Δημήτριο Ζάρακος.

 

«Είναι ένα αυθεντικό χωριό, στο οποίο οι κάτοικοι έχουν ακόμα την αυτάρκεια που είχαν και τα παλιότερα χρόνια. Δηλαδή, βάζουν κηπευτικά, τυροκομούν, έχουν μια κατσικούλα για το γάλα, ένα-δυο κυψέλες για το μέλι, λίγες κότες για τα αυγά, λάδι από τις ελιές που έχουν φυτέψει. Αυτό το μέρος έχει μείνει ακόμα αυθεντική Ελλάδα. Και η έννοια της κοινότητας είναι εδώ ζωντανή. Όλοι μαζί στα γλέντια και στις κηδείες. Κάτι ιδιαίτερο έχει ο τόπος αυτός», λέει χαρακτηριστικά.

Η βυζαντινή εποχή έχει επίσης συνεισφέρει στη ζαρακίτικη γαστρονομία, με τα παξιμάδια να κατέχουν μια ιδιαίτερη θέση στο τραπέζι. «Η λέξη, εξάλλου, προέρχεται από τον βυζαντινό στρατηγό Πάξιμο. Στην περιοχή έχουμε μεγάλη παράδοση παξιμαδιών, καμιά δεκαριά ποικιλίες, η οποία διατηρείται έως τις μέρες μας: Με κριθάρι, με ζέα, με στάρι, ολικής, λαδοπαξίμαδα, με ζάχαρη, χωρίς, του καφέ… Έχουμε επίσης διατροφικές παραδόσεις που προέρχονται από άλλους λαούς. Για παράδειγμα, από τους Σλάβους, που κατέβηκαν στην Ελλάδα μεταξύ 6ου και 8ου αιώνα, έχουμε τον ‘σανό’. Ο σανός είναι χόρτα που τα μάζευαν τον χειμώνα, τα περνούσαν σε αρμαθιές και τα ξέραιναν. Επειδή είχαν νερό μόνο από τις στέρνες, δεν μπορούσαν να καλλιεργήσουν λαχανικά το καλοκαίρι. Έτσι ξέραιναν τα χόρτα όπως το τσάι και τους θερινούς μήνες τα έβραζαν και τα έκαναν σαλάτα. Με τον ίδιο τρόπο συντηρούνται και σερβίρονται ακόμα και σήμερα», σημειώνει η αρχαιολόγος.

 

Άλλες συνταγές προέρχονται από τους Βενετούς. «Έχουμε το σαΐτι, από τη λατινική λέξη sagitta που σημαίνει βέλος. Βέλος είναι αυτό που εισέρχεται μέσα σε κάτι άλλο. Σαΐτι, λοιπόν, είναι τα χόρτα που εισέρχονται μέσα σε ‘φακελάκια’ ζύμης, σαν ατομικά πιτάκια. Παλιότερα τα έψηναν πάνω σε πλάκες στον ήλιο και αργότερα σε μια σιδερένια μεταλλική πλάκα. Τέτοια πιτάκια ετοιμάζονται ακόμα στα σπίτια και στις ταβέρνες της περιοχής», πληροφορεί το ΑΠΕ-ΜΠΕ.

 

Από τον 15ο αιώνα περίπου και μετά, στην Ελλάδα και στην περιοχή του Ζάρακα έρχονται Αρβανίτες. «Από τους Αρβανίτες έχουμε τη λέξη γκόγκες, φρέσκα ζυμαρικά που φτιάχνονται εκείνη την ώρα και σερβίρονται με μυζήθρα. Ο τρόπος κατασκευής τους είναι ο εξής: Παίρνουμε ένα μικρό μασούρι ζύμης, την κόβουμε σε μικρά κομμάτια, όσο περίπου οι μύτες δυο δαχτύλων μας, και μετά την περνάμε πάνω σε ξύλινο τραπέζι. Με αυτό τον τρόπο γίνονται κουφωτά από μέσα, σαν σαλιγκάρια, ενώ απέξω μένουν τα ‘νερά’ του ξύλου. Όλες αυτές οι συνταγές κρατάνε από πολύ παλιά. Όπως το τουλουμοτύρι που, όπως και ο ‘σανός’, έχει γίνει αίτηση να ενταχθούν στη λίστα της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO. Είναι πολύ απλή η διατροφή εδώ, αλλά είναι προσαρμοσμένη στο περιβάλλον», τονίζει η Δ. Καμαρινού.

Φυσικά δεν θα μπορούσαν να λείπουν και κάποια γλυκά, όπως οι σαμουσάδες, δηλαδή αμύγδαλα και άλλοι ξηροί καρποί τυλιγμένοι μέσα σε χειροποίητο φύλλο που μελώνεται από πάνω. «Έχουμε επίσης τις λαλαγγίδες, τις τηγανίτες που εδώ διατηρούν το βυζαντινό τους όνομα, και το οξύμελο (ξύδι με μέλι), βυζαντινής προέλευσης κι αυτό, που βάζουμε στις σαλάτες. Να σας πω και κάτι πολύ ωραίο. Εδώ έχουμε και την παράδοση της προπύρας, που είναι η αρχαία ‘πίτσα’. Δηλαδή, πριν ρίξουν το ψωμί μέσα στον φούρνο, με τα δάχτυλα έκαναν τρύπες στη ζύμη, όπως στη λαγάνα, και πάνω έβαζαν λάδι, ρίγανη, λίγο τυρί τριμμένο. Είναι η αρχαία ‘πίτσα’», επεσήμανε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.

Στοιχεία όπως τα παραπάνω μπορεί να παρακολουθήσει κανείς στις εκπαιδευτικές και βιωματικές δράσεις που διοργανώνονται κατά περιόδους, αλλά και μέσα από τις θεματικές ενότητες (π.χ. δημητριακά) του «Μουσείου Ζαρακίτικης Ζωής και Γαστρονομίας», το οποίο στεγάζεται σε ένα παλιό λιοτρίβι του 1900. Ο επισκέπτης του θα δει την τεχνολογία, τα εργαλεία και τα σκεύη που οδηγούσαν από τον σπόρο στην αρχαία πίτσα, στα βυζαντινά παξιμάδια και στα σύγχρονα ζυμαρικά, από τον αγρό στον φούρνο και στο πιθάρι του λαδιού, από το άρμεγμα στο τουλουμοτύρι. Θα ανακαλύψει αρχαίες τοπικές συνταγές αλλά και δυο στρωμένα τραπέζια, ένα αγροτικό κι ένα αστικό, που δείχνουν τις διαφορές των κοινωνικών τάξεων.

Ο αργαλειός, τα προικιά και τα υφαντά έχουν κι αυτά τη θέση τους, όπως και ο πάγκος του παλιού μπακάλικου, ενώ μία πλήρης συλλογή σχολικών βιβλίων και εκπαιδευτικού υλικού από το 1900 έως το 1960 μαρτυρεί την εξέλιξη της εκπαίδευσης. Φωτογραφίες από τη ζωή στο χωριό στις αρχές του 1900 και από τη ζωή των μεταναστών στην Αμερική μεταφέρουν σε μια άλλη εποχή. Τέλος, μία πλήρης μοναδική συλλογή ιστορικών καρτ ποστάλ και φωτογραφιών από τους απελευθερωτικούς αγώνες των Ελλήνων, του Σωτηρίου Καμαρινού, οπτικοποιεί την πολεμική ιστορία της Ελλάδας (1906-1922).

Οι επισκέψεις προς το παρόν γίνονται κατόπιν συνεννόησης με τη Δ. Καμαρινού στο τηλέφωνο 6978352293.

Της Ελένης Μάρκου

 

Η εφαρμογή των ωριαίων ζωνών επισκεψιμότητας στο μνημείο της Ακρόπολης

Στην προστασία του μνημείου της Ακρόπολης και στην αναβάθμιση της εμπειρίας του επισκέπτη, με αφορμή την έναρξη του προγράμματος ωριαίων ζωνών επισκεψιμότητας, αναφέρθηκε η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη, σε συνέντευξη που παραχώρησε στον τηλεοπτικό σταθμό Alpha.

Η Λίνα Μενδώνη, τονίζοντας ότι βασικό μέλημα του υπουργείου είναι η προστασία του μνημείου, αναφέρθηκε στη μελέτη του Οργανισμού Διαχείρισης και Ανάπτυξης Πολιτιστικών Πόρων (ΟΔΑΠ), από την οποία προκύπτει ότι ο ημερήσιος αριθμός επισκεπτών δεν μπορεί να υπερβαίνει τους 20.000, κατανεμημένοι σε συγκεκριμένο αριθμό ανά ζώνη της μίας ώρας. Παράλληλα, η υπουργός τόνισε ότι η μελέτη έχει λάβει υπόψη της τον χρόνο παραμονής και εξόδου των επισκεπτών, προκειμένου να αποφευχθεί ο υπερβολικός αριθμός παράλληλων επισκέψεων, ιδιαίτερα τις πρωινές ώρες, κατά τις οποίες έχει παρατηρηθεί μεγάλη συσσώρευση.

Ως αποτέλεσμα αυτής της κατανομής, ο επισκέπτης θα έχει τη δυνατότητα να επωφεληθεί ποιοτικότερου χρόνου, κατά την περιήγησή του, εμπλουτίζοντας τις πληροφορίες του για τον χώρο και την ιστορία του.

«Στο υπουργείο Πολιτισμού, επειδή ο κύριος σκοπός του είναι ακριβώς η προστασία του ίδιου του μνημείου, αποφασίσαμε να περιορίσουμε τον αριθμό (σ.σ. των επισκεπτών ανά ημέρα) στους 20.000. Από εκεί και πέρα, το ωράριο από 08:00 έως 20:00, που ισχύει σήμερα έχει χωριστεί σε 12 ωριαίες ζώνες επισκεψιμότητας. Η κάθε ζώνη έχει συγκεκριμένο αριθμό επισκεπτών. Για παράδειγμα, η ζώνη 08:00-09:00 πμ έχει 3.000 άτομα. Δεν μπορούν να μπουν 3.000+1 επισκέπτες. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι επισκέπτες να έχουν μεγαλύτερη δυνατότητα για σωστή περιήγηση και απόλαυση του μείζονος αυτού μνημείου», τόνισε η υπουργός, που αναφέρθηκε και στη χρήση του προγράμματος ζωνών επισκεψιμότητας από επαγγελματίες του τουρισμού, οι οποίοι διαχειρίζονται συνήθως μεγάλο αριθμό επισκεπτών σε ομάδες. Η υπουργός τόνισε ότι από τον Ιούλιο μέχρι και τις πρώτες ημέρες του Σεπτεμβρίου έχουν γίνει συστηματικές συναντήσεις των επαγγελματιών του τουρισμού με στελέχη του ΟΔΑΠ και της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πόλης Αθηνών, προκειμένου να ενημερωθούν και να προσαρμοστούν στη νέα διαδικασία.

«Το πρόγραμμα είναι online. Επομένως, μπορείς, ανά πάσα στιγμή, να μπεις και να δεις τη διαθεσιμότητα που υπάρχει. Ο στόχος είναι να αποφεύγουμε τη συσσώρευση η οποία συνέβαινε μέχρι πρότινος, με το 50% των επισκεπτών να θέλουν να ανέβουν στην Ακρόπολη το διάστημα 08:00-11:00 πμ. Αυτό ήταν προβληματικό για το μνημείο, αλλά και για τους ίδιους, διότι, εκ των πραγμάτων, στον χώρο των Προπυλαίων δημιουργείται ένας “λαιμός μπουκαλιού”. Επομένως, με το να υπάρχουν οι ζώνες και να είναι αυστηρά καθορισμένος αριθμός ο οποίος έχει μελετηθεί και δίνει μια συνεχή ροή, όχι μόνο στον αρχαιολογικό χώρο, αλλά και στα Προπύλαια, αυτομάτως καθιστά την εμπειρία του επισκέπτη πολύ πιο θετική», σημείωσε η υπουργός, που ερωτήθηκε και για το σοβαρό ζήτημα της κλοπής αρχαίων αντικειμένων από το Βρετανικό Μουσείο.

Η Λ. Μενδώνη τόνισε ότι είναι ένα πολύ ιδιαίτερο θέμα, δεδομένου ότι πρόκειται για πράξη που προέρχεται από ανθρώπους οι οποίοι ήταν υπεύθυνοι για τη φύλαξη των συλλογών. Παράλληλα, σημείωσε, για ακόμη μια φορά, ότι το αίτημα για την επανένωση των γλυπτών του Παρθενώνα, που αποτελεί εθνικό στόχο για την κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό προσωπικά, ταυτίζεται χρονολογικά με την έναρξη του νέου ελληνικού κράτους. Παραμένει διαρκές εδώ και 200 χρόνια.

«Στρατηγική η οποία ανακοινώνεται, παύει να είναι στρατηγική. Δεν μπορεί κανείς να παρουσιάζει αυτά τα οποία σκέφτεται να κάνει. Επαναλαμβάνω, όμως, κατηγορηματικά ότι η Ελλάδα αυτή τη στιγμή ακολουθεί απολύτως τις κόκκινες γραμμές οι οποίες έχουν τεθεί για αυτό το μείζον εθνικό θέμα, μη μπορώντας, σε καμία περίπτωση, να αναγνωρίσει οποιοδήποτε δικαίωμα ιδιοκτησίας, νομής και κατοχής στο Βρετανικό Μουσείο, καθώς τα γλυπτά του Παρθενώνα βρίσκονται εκεί ως προϊόν κλοπής», επεσήμανε μεταξύ άλλων η υπουργός Πολιτισμού.

Ε. Μ.

Το ανάκτορο των Αρχανών: Ένα μινωικό ανάκτορο που ήρθε πρόσφατα στο φως

Ένα λαμπερό ανάκτορο, στην κυριολεξία, φαίνεται ότι ήταν το μινωικό ανάκτορο των Αρχανών, όπως αποκάλυψε η φετινή ανασκαφή τής Αρχαιολογικής Εταιρείας υπό τη διεύθυνση της δρος Έφης Σαπουνά-Σακελλαράκη. Όπως ενημερώνει ανακοίνωση του ΥΠΠΟ, η ανασκαφή που πραγματοποιήθηκε στο βορειότερο, μέχρι στιγμής, τμήμα του ανακτόρου προσέθεσε πολλά νέα στοιχεία για το κτίριο και συμπλήρωσε τις γνώσεις μας για την αρχιτεκτονική και την κατασκευή του. Συγκεκριμένα, ανασκάφηκαν ο ισόγειος χώρος και ο πρώτος όροφος, ενώ πλήθος λίθων είχαν καταπέσει από τον δεύτερο ή τρίτο όροφο, συμπαρασύροντας τμήματα των δαπέδων.

Όπως σημειώνει η ίδια ανακοίνωση, το πιο ενδιαφέρον στοιχείο των φετινών ανασκαφών ήταν η αποκάλυψη της χρήσης για την κατασκευή του ενός λαμπερού υλικού, του γυψόλιθου, γνωστού από τη Φαιστό και την Κνωσό. Στις Αρχάνες χρησιμοποιήθηκε καθ’ υπερβολήν σε παραστάδες, πολύθυρα κ. ά. δημιουργώντας την εντύπωση του «λαμπερού» κτιρίου. Σημαντική ήταν και η αποκάλυψη του πολύθυρου του ανακτόρου, το οποίο μαζί με το δίθυρο -που επίσης αποκαλύφθηκε- από γυψόλιθο και έναν κεντρικό κίονα συγκροτούν το τμήμα ενός «Minoan Hall», σημαντικού στοιχείου της πολυτελούς  μινωικής αρχιτεκτονικής.

Ένα ακόμη νέο στοιχείο είναι ο εντοπισμός του σημείου από όπου είχε αρχίσει η πυρκαγιά με αποτέλεσμα την καταστροφή αυτού του τμήματος του ανακτόρου. Σύμφωνα με την ανακοίνωση, όπως είχε διαπιστωθεί στις ανασκαφές του 1999/2000 όλο το βόρειο ανασκαμμένο τμήμα (δωμάτια 30-33) είχε καταστραφεί από ισχυρή πυρκαγιά, αντίθετα με το λοιπό προς νότια και δυτικά τμήμα, το οποίο και ανεσκάφη τότε. Η πυρκαγιά είχε φθάσει στους 1.000 βαθμούς, όπως είχε γνωμοδοτήσει τότε η Πυροσβεστική Υπηρεσία, η οποία είχε κληθεί. Στον χώρο 33, εξάλλου, που δεν ήταν αποθηκευτικός, είχαν βρεθεί συγκεντρωμένα περί τα 20 μεγάλα πιθάρια, που περιείχαν κρασί, λάδι, ακόμη και υφάσματα, όπως επίσης ιδιαίτερα αγγεία για άρωμα και ένας αιγυπτιακός σκαραβαίος.

Από την ανασκαφή του 2023 φάνηκε ότι η φωτιά προήλθε από έναν χώρο ανωτέρου ορόφου. Παχύ στρώμα στάχτης και καμένου ξύλου βρέθηκε κυρίως στο ΒΑ τμήμα και έφθασε μέχρι το δάπεδο. Από το σημείο αυτό ίσως εξαπλώθηκε η φωτιά. Στη γωνία αυτή του ανασκαφέντος χώρου θα υπήρχε ιερό, όπως δείχνουν τα λίγα διασωθέντα θραύσματα από λίθινα αγγεία: ένα από ορεία κρύσταλλο, ένα από γκρίζο/λευκόλιθο, ένα από εγχάρακτο στεατίτη, καθώς και τμήματα οψιανού. Πρέπει να σημειωθεί, ότι ο οψιανός δεν είναι σύνηθες εργαλείο στην εποχή αυτή (ΥΜΙ περίοδο, περί το 1600 π. Χ.). Το πλήθος των οψιανών, επομένως, που βρίσκεται εδώ έχει μάλλον τελετουργικό/μαγικό χαρακτήρα.

Στο ιερό έχουν βρεθεί ακόμη τμήματα από μικροσκοπικά δείγματα μεγάλων αγγείων, όπως π.χ. από χύτρες, που είναι αφιερωματικά. Ένα ακόμη τελετουργικό εύρημα ήταν ένας θαλάσσιος τρίτωνας, που αποτελούσε όργανο επίκλησης της θεότητας, όπως γνωρίζουμε από σφραγίδα που έχει βρεθεί στο Ιδαίον Άντρο. Θαλάσσια βότσαλα μεγαλύτερου μεγέθους, που συμβολίζουν τη θαλάσσια υπόσταση της θεότητας και τη χρήση τους γνωρίζουμε από την Κνωσό, βρέθηκαν λίγο μακρύτερα (χώρος 37). Τα βότσαλα αυτά συλλέχθηκαν διασπαρμένα κοντά σε έναν εξαίρετο σφραγιδόλιθο από αχάτη με παράσταση ψαριού, που βρέθηκε στον διπλανό χώρο (34). Το ιερό, όπως συμβαίνει συχνά, δεν χρησιμοποιήθηκε ξανά στα μινωικά χρόνια, σημειώνει, μεταξύ άλλων, η ανακοίνωση του ΥΠΠΟ που αναφέρει πολλά σημαντικά στοιχεία από τις νέες έρευνες.

Το ανάκτορο των Αρχανών βρίσκεται 15 χλμ από αυτό της Κνωσού, με το οποίο, όπως υπολογίσθηκε από τον Γιάννη Σακελλαράκη (Ανακοίνωση σε Κρητολογικό Συνέδριο) έχει το ίδιο μέγεθος. Για την ιστορία του εντοπισμού του, ο σερ Άρθουρ Έβανς, προφανώς έχοντας επισημάνει κάποια στοιχεία, πίστεψε, σύμφωνα με τις βικτωριανές αντιλήψεις της εποχής, ότι εκεί θα βρισκόταν το «θερινό ανάκτορο» της Κνωσού. Το ανάκτορο στη συνέχεια αναζήτησαν οι Μαρινάτος και Πλάτων αλλά σε λάθος θέσεις.

Έτσι, τη δεκαετία του΄60, ο νεαρός τότε αρχαιολόγος Γιάννης Σακελλαράκης, ψάχνοντας στα υπόγεια των σπιτιών αλλά και αποτυπώνοντας ορατά ερείπια βυθισμένα στους δρόμους, είχε την καλή τύχη να βρεθεί στην είσοδο του ανακτόρου, το οποίο αποδείχθηκε μεγαλοπρεπές: Τριώροφο, κατασκευασμένο από λαξευτούς πωρόλιθους, με τοιχογραφίες που εικονίζουν φυτικά και θαλάσσια μοτίβα και γυναικεία μορφή, δάπεδα από χρωματιστούς σχιστόλιθους, βωμούς και πλήθος κινητών, πολύτιμων αντικειμένων, όπως: χρυσελεφάντινα ειδώλια, ανάγλυφους λίθινους λύχνους, ποικίλα αγγεία, ειδώλια κ.ά. Όλα αυτά δεν άφηναν αμφιβολία για την αποκάλυψη του περιζήτητου ανακτόρου από το οποίο ήρθαν στο φως ο θεατρικός του χώρος και το Αρχείο. Ακόμη, ένα από τα ευρήματα, ο περίφημος «οικίσκος των Αρχανών» αποτελεί το μοντέλο για τη μορφή, που θα είχε ένα μινωικό σπίτι, βάζοντας έτσι, τον σύγχρονο άνθρωπο μέσα σ’ αυτό.

Ε.Μ.

Ομηρικοί πίνακες: Ο άνθρωπος, ο μύθος και ο θρύλος

Για χιλιετίες, τα αρχαία ελληνικά επικά ποιήματα «Ιλιάδα» και «Οδύσσεια» έχουν επηρεάσει βαθιά αναγνώστες, μελετητές, συγγραφείς και καλλιτέχνες και θεωρούνται παγκοσμίως ως δύο από τα θεμελιώδη λογοτεχνικά κείμενα του δυτικού πολιτισμού. Η βάση και των δύο ιστοριών είναι ο Τρωικός Πόλεμος, για τον οποίο στάθηκε αφορμή η Ελένη, βασίλισσα της ελληνικής πόλης-κράτους της Σπάρτης, που εγκατέλειψε τον σύζυγό της και κατέφυγε στην Τροία με τον Πάρη, έναν πρίγκιπα της πόλης αυτής.

Η «Ιλιάδα» διαδραματίζεται στο δέκατο έτος του πολέμου που προέκυψε μεταξύ της Τροίας και των ελληνικών πόλεων-κρατών. Ο πόλεμος τελειώνει με την άλωση της Τροίας από τους Έλληνες. Η «Οδύσσεια» παρακολουθεί το πολυτάραχο ταξίδι ενός από τους Έλληνες ήρωες του πολέμου, του Οδυσσέα, βασιλιά της Ιθάκης, στο ταξίδι της επιστροφής του στην πατρίδα. Ο Οδυσσέας χρειάζεται άλλα δέκα χρόνια για να επιστρέψει στην Ιθάκη, καθώς αντιμετωπίζει με τρόπο πολυμήχανο διάφορα εμπόδια. Εν τω μεταξύ, η βασίλισσά του, η Πηνελόπη, χρησιμοποιεί τη δική της πονηριά για να αποφύγει έναν δίχως τη θέληση νέο γάμο, ελπίζοντας ότι ο σύζυγός της θα επιστρέψει μια μέρα. Και στα δύο αυτά ποιήματα, οι χαρακτήρες, οι σχέσεις και οι σκηνές τιμής, κινδύνου και πειρασμού ζωντανεύουν αριστοτεχνικά από τον ποιητή τους, τον θρυλικό Όμηρο.

«Μια ανάγνωση από τον Όμηρο» του Λώρενς Άλμα-Τάντεμα, 1885. Λάδι σε καμβά, 92 x 183 εκ. Μουσείο Τέχνης της Φιλαδέλφειας. (Public Domain)

 

Ο πίνακας «Μια ανάγνωση από τον Όμηρο», του Σερ Λώρενς Άλμα Τάντεμα (1836-1912), κορυφαίου καλλιτέχνη του 19ου αιώνα στη Βρετανία που ειδικεύτηκε σε κλασικές σκηνές σε ακαδημαϊκό στυλ, δείχνει μια ημι-ιστορικά ακριβή σκηνή που διαδραματίζεται προς το τέλος του έβδομου αιώνα π.Χ. Μέχρι τότε, τα λόγια του Ομήρου θα είχαν αποτυπωθεί σε πάπυρο, και στον πίνακα ένας νεαρός ποιητής στεφανωμένος με δάφνινο στεφάνι διαβάζει δυνατά τους στίχους του Ομήρου σε ένα ακροατήριο ντυμένο για μια γιορτή.

Στην αρχαία Ελλάδα, η ποίηση του Ομήρου θα τραγουδιόταν από βάρδους με τη συνοδεία λύρας. Ο Άλμα Τάντεμα περιλαμβάνει ένα αρχαίο έγχορδο όργανο παρόμοιο με λύρα, που ονομάζεται κιθάρα, στην αριστερή πλευρά του πίνακα. Τα ελληνικά γράμματα που είναι χαραγμένα σε έναν μαρμάρινο τοίχο στη δεξιά πλευρά γράφουν το όνομα του Ομήρου και δηλώνουν ότι το φανταστικό αρχιτεκτονικό σκηνικό του Άλμα Τάντεμα με θέα τη Μεσόγειο είναι αφιερωμένο στον ποιητή.

«Ο Όμηρος και ο οδηγός του» του Ουιλιάμ Αντόλφ Μπουγκερώ, 1874. Λάδι σε καμβά, 209 x 143 εκ. Δωρεά του Φρέντερικ Λέιτον, Μουσείο Τέχνης του Μιλγουόκι. (Τζων Ρ. Γκλέμπιν /Μουσείο τέχνης Μιλγουόκι)

 

Το κύριο χαρακτηριστικό που συνδέεται με τον Όμηρο είναι η τύφλωσή του. Η ιστορικός και συγγραφέας Ντέιζι Νταν γράφει, σε ένα δοκίμιο για το Βρετανικό Μουσείο: «Οι αρχαίοι συγγραφείς είχαν διάφορες ιδέες για το πώς έμοιαζε ο Όμηρος. Η λέξη «Όμηρος» θα μπορούσε να σημαίνει «όμηρος» στα ελληνικά, οπότε κάποιοι φαντάζονταν ότι ήταν αιχμάλωτος. Όμως «όμηρος» μπορούσε επίσης να σημαίνει «τυφλός»* και η εικόνα ενός τυφλού βάρδου αποδείχθηκε ιδιαίτερα συναρπαστική».

Ο διακεκριμένος Γάλλος ακαδημαϊκός ζωγράφος Ουίλιαμ Αντόλφ Μπουγκερώ (1825-1905) δημιούργησε τον πίνακα «ο Όμηρος και ο οδηγός του» το 1874 σε μια εποχή που η κλασική ζωγραφική ερχόταν σε σύγκρουση με ένα νέο στυλ τέχνης, το κίνημα αυτό έγινε γνωστό ως ιμπρεσιονισμός. Ορισμένοι μελετητές πιστεύουν ότι ο Μπουγκερώ ζωγράφισε αυτό το έργο ειδικά για να δείξει τα πλεονεκτήματα της παραδοσιακής ζωγραφικής και ως αντίλογο στο νέο κίνημα.

«Ελένη» του Σερ Έντουαρντ Τζων Πόιντερ, 1881. Λάδι σε καμβά, 92 x 71 εκ. Πινακοθήκη της Νέας Νότιας Ουαλίας, Σίδνεϊ. (Έντουαρντ Πόιντερ/CC BY-SA 4.0)

 

Σκηνές από τα ίδια τα ποιήματα έχουν απεικονιστεί σε πληθώρα πινάκων και γλυπτών, από αρχαία ελληνικά αγγεία μέχρι ρωμαϊκές τοιχογραφίες και πίνακες του 19ου αιώνα. Η Ελένη της Τροίας, το θέμα του πίνακα «Ελένη» του Σερ Έντουαρντ Τζων Πόιντερ, είναι ευρέως γνωστή ως «το πρόσωπο που προκάλεσε τον απόπλου χιλίων πλοίων», μια φράση από ένα θεατρικό έργο του Κρίστοφερ Μάρλοου. Ήταν η μεγάλη ομορφιά του αρχαίου κόσμου. Ο Πόιντερ (1836-1919) χρησιμοποίησε την ηθοποιό Λίλι Λάνγκτρι, μια από τις μεγάλες καλλονές της εποχής του, ως μοντέλο για την «Ελένη».

Ο Πόιντερ ήταν ακαδημαϊκός ζωγράφος, γνωστός για τα κλασικά θεματικά έργα του. Δημιούργησε μια σειρά ελαιογραφιών και ακουαρέλας με θέμα ηρωίδες της αρχαιότητας σε πόζες μισού μήκους. Αυτός ο τύπος σύνθεσης μπορεί να παρατηρηθεί στην «Ελένη».

Η Ελένη της Τροίας ήταν κόρη του Δία, βασιλιά των θεών, και της Λήδας, βασίλισσας της Σπάρτης, με τη Σπάρτη να είναι μια πόλη στη νότια Ελλάδα. Πολλοί μνηστήρες ήταν πρόθυμοι να την παντρευτούν, αλλά προτού παντρευτεί τον Μενέλαο, ο οποίος έγινε βασιλιάς της Σπάρτης, όλοι όσοι την διεκδικούσαν έδωσαν όρκο να παράσχουν στρατιωτική βοήθεια στον Μενέλαο, αν ποτέ του έπαιρναν την Ελένη. Ως εκ τούτου, όταν διέφυγε με τον Πάρη στην Τροία, σχεδόν 1.200 ελληνικά πλοία απέπλευσαν προς την Τροία για να διεξαγάγουν πόλεμο, όπως περιγράφεται λεπτομερώς στην «Ιλιάδα».

«Ο Οδυσσέας περιγελά τον Πολύφημο» του Τζόζεφ Μάλλορντ Ουίλιαμ Τέρνερ, 1829. Λάδι σε καμβά, 132 x 203 εκ. Εθνική Πινακοθήκη, Λονδίνο. (Public Domain)

 

Μια από τις πιο διάσημες αποδράσεις της «Οδύσσειας» βρίσκεται στο βιβλίο ΙΧ (9)**, όταν ο Οδυσσέας, η λατινοποιημένη εκδοχή του Οδυσσέα, ξεγελά και δραπετεύει από τον Κύκλωπα Πολύφημο, ο οποίος κρατούσε αυτόν και τους άνδρες του αιχμάλωτους σε μια σπηλιά. Ο πίνακας «Ο Οδυσσέας περιγελά τον Πολύφημο – Ομήρου Οδύσσεια» του Άγγλου ρομαντικού καλλιτέχνη Τζέι. Εμ. Ντάμπλγιου. Τέρνερ (1775-1851) θεωρείται ένας από τους σπουδαιότερους πίνακες του.

Ο Τέρνερ βασίστηκε στον πίνακα του στη μετάφραση του Ομήρου από τον Αλεξάντερ Πόουπ. Εμπνεύστηκε ιδιαίτερα από την περιγραφή του Πόουπ για τον Πολύφημο, του οποίου η τυφλή μονόφθαλμη όψη μόλις διακρίνεται στον ορίζοντα ανάμεσα στα σύννεφα στα αριστερά, ως κάτι που μοιάζει με τερατώδη ανάπτυξη σε βουνό. Στον πίνακα, ο Οδυσσέας υψώνει νικηφόρα τα χέρια του καθώς κρατά τον φλεγόμενο πυρσό με τον οποίο τύφλωσε τον Κύκλωπα. Στέκεται πάνω στο πλοίο του ντυμένος στα κόκκινα κάτω από ένα πανό παρόμοιου χρώματος.

«Η Πηνελόπη και οι μνηστήρες» του Τζων Ουίλιαμ Γουοτερχάους, 1911-1912. Λάδι σε καμβά, 130 x 188 εκ. Πινακοθήκη του Αμπερντίν, Σκωτία. (Public Domain)

 

Η «Οδύσσεια» αφηγείται ότι ενώ ο Οδυσσέας παλεύει με κύκλωπες σε ένα νησί και με μάγια σε ένα άλλο, η σύζυγός του Πηνελόπη, ξαδέλφη της Ελένης, πολιορκείται η ίδια, όχι από μυθικά τέρατα αλλά από πρόθυμους άνδρες μνηστήρες. Υποθέτουν ότι ο Οδυσσέας είναι νεκρός, καθώς όλοι οι άλλοι επιζώντες του Τρωικού Πολέμου έχουν επιστρέψει στις οικογένειές τους. Η πιστή Πηνελόπη πιστεύει ότι ο Οδυσσέας είναι ακόμα ζωντανός. Για να καθυστερήσει τους μνηστήρες, δηλώνει ότι θα πάρει νέο σύζυγο μόνο όταν ολοκληρώσει την ύφανση ενός σάβανου για τον πεθερό της. Μυστικά, ξηλώνει το έργο της κάθε βράδυ.

Στον πίνακα «Η Πηνελόπη και οι μνηστήρες» του Τζων Ουίλιαμ Γουοτερχάους (1849-1917), η Πηνελόπη βρίσκεται στο επίκεντρο της σκηνής, δουλεύοντας την ημέρα κάτω από άγρυπνα μάτια. Ο Γουοτερχάους ξεκίνησε την καριέρα του ως ακαδημαϊκός ζωγράφος πριν μεταβεί στο προραφαηλιτικό στυλ και ακολουθήσει λογοτεχνικά θέματα με νατουραλιστικές λεπτομέρειες, πλούσια τονική παλέτα και όμορφα γυναικεία θέματα, τα οποία μπορείτε να δείτε σε αυτόν τον μεγάλο πίνακα. Η γκαλερί Πινακοθήκη του Αμπερντίν ανέθεσε το έργο αυτό στον καλλιτέχνη στις αρχές του 20ού αιώνα, όταν η ακμή του προραφαηλιτισμού είχε προ πολλού παρέλθει. Ο κόσμος της τέχνης έβλεπε προς πιο μοντέρνες τεχνοτροπίες, όπως ο κυβισμός, αντανακλώντας μια παρόμοια ένταση με εκείνη μεταξύ του Μπουγκερώ και του ιμπρεσιονισμού.

Το έργο «η Πηνελόπη και οι μνηστήρες» είναι ένας σημαντικός πίνακας από την ύστερη καριέρα του Γουοτερχάους. Η σύνθετη σύνθεσή του αποδίδεται με ρεαλιστικές και πολύχρωμες λεπτομέρειες στην απεικόνιση μοτίβων, υλικών και υφασμάτων. Η Πηνελόπη απεικονίζεται σε προφίλ και σε δράση. Μια κλωστή στο στόμα της και μια σαΐτα στο υψωμένο αριστερό της χέρι δημιουργούν ένα φαινομενικά εργατικό ταμπλό. Στα αριστερά, δύο υπηρέτριες με τα ρέοντα φορέματά τους βοηθούν στην ύφανση του σάβανου. Στα δεξιά, τέσσερις μνηστήρες στον εξωτερικό χώρο του δωματίου της Πηνελόπης διεκδικούν την προσοχή της, αν και η ίδια τους έχει γυρισμένη την πλάτη.

Τα κοσμήματα και η λύρα, όπως είναι εμφανή σε άλλους πίνακες που συζητούνται εδώ, χρησιμοποιούνται σε αυτό το πλαίσιο για να αποσπάσουν μια απάντηση από αυτήν. Ένα τμήμα του τοίχου κάτω από τους μνηστήρες έχει ένα διακοσμητικό διάζωμα που απεικονίζει μια σκηνή μάχης, ίσως μια πρόγευση του τρόπου με τον οποίο ο Οδυσσέας θα επιστρέψει και θα νικήσει τους επίδοξους αντικαταστάτες του.

Ο Όμηρος και τα ποιήματά του μιλούν μέσα από ένα χάσμα σχεδόν 3.000 ετών για να φτάσουν σε ένα ακόμα δεκτικό αναγνωστικό κοινό. Αυτά τα υποδειγματικά έργα τέχνης από τον 18ο έως τον 20ό αιώνα, επίσης διατηρημένα κομμάτια της ιστορίας, ζωντανεύουν με τρόπο ζωντανό και απτό τον Όμηρο και τις αρχαίες ιστορίες του.

*διάλεκτος των Κυμαίων

**ραψωδία Ι, 240-630

επιμέλεια: Κώστας Γιαννίκος

Οι ΗΠΑ επιστρέφουν 266 αρχαία αντικείμενα στην Ιταλία

ΡΩΜΗ – Την Παρασκευή, η Ιταλία γιόρτασε την επιστροφή 266 αρχαιοτήτων από τις Ηνωμένες Πολιτείες, συμπεριλαμβανομένων ετρουσκικών αγγείων και αρχαίων ρωμαϊκών νομισμάτων και ψηφιδωτών αξίας δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ, που είχαν κλαπεί και πωληθεί σε αμερικανικά μουσεία και ιδιώτες συλλέκτες.

Τα αντικείμενα αυτά περιλαμβάνουν και κομμάτια που κατασχέθηκαν πρόσφατα στη Νέα Υόρκη από μια μονάδα αποθήκευσης που ανήκε στον Βρετανό έμπορο αρχαιοτήτων Ρόμπιν Σάιμς, δήλωσαν οι αξιωματούχοι. Επιπλέον, το φορτίο που έφτασε στη Ρώμη περιλάμβανε 65 αντικείμενα που είχαν προσφερθεί από έναν συλλέκτη στη Συλλογή Μενίλ του Χιούστον, αλλά απορρίφθηκαν.

Italy gets back 266 antiquities from New York seizures after collector approaches Houston museum | WANE 15

Η μονάδα τέχνης των Ιταλών καραμπινιέρων δήλωσε ότι ο ιδιοκτήτης της συλλογής «αυθόρμητα» επέστρεψε τα αρχαία όταν οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι προέρχονταν από παράνομες ανασκαφές αρχαιολογικών χώρων, σύμφωνα με ανακοίνωση της ιταλικής αστυνομίας

Ενώ οι καραμπινιέροι είπαν ότι τα έργα αποτελούσαν μέρος της συλλογής Μενίλ, το μουσείο δήλωσε ότι δεν υπήρξαν ποτέ. Το μουσείο δήλωσε ότι ένας συλλέκτης προσέγγισε το μουσείο το 2022 για να δωρίσει τα έργα, αλλά ο έφορος του μουσείου κατεύθυνε τον συλλέκτη στον Ιταλό υπουργό πολιτισμού, «ο οποίος ειδοποίησε το μουσείο ότι η Ιταλία διεκδικούσε τα εν λόγω αντικείμενα».

«Η Συλλογή Μενίλ απέρριψε την προσφορά του συλλέκτη και δεν αποτέλεσαν ποτέ μέρος της συλλογής του μουσείου», ανέφερε ο εκπρόσωπος Τόμι Νάπιερ σε δήλωσή του αργά το βράδυ της Παρασκευής στο Associated Press.

Η Ιταλία έχει ξεκινήσει μια εκστρατεία δεκαετιών για να εντοπίσει τα αρχαία έργα που κλάπησαν από τους τυμβωρύχους και στη συνέχεια πουλήθηκαν σε ιδιώτες συλλέκτες και μουσεία στις Ηνωμένες Πολιτείες και αλλού. Στις λεηλασίες συμμετείχαν και έμποροι έργων τέχνης, που πωλούσαν τα αντικείμενα απευθείας ή μέσω δημοπρασιών.

Italy gets back 266 antiquities from New York seizures after collector approaches Houston museum – 102.3 KRMG

 

Ορισμένα από τα αντικείμενα παραδόθηκαν στις ιταλικές αρχές την Τρίτη στα γραφεία του εισαγγελέα του Μανχάταν Άλβιν Μπραγκ. Το γραφείο του Μπραγκ ανέφερε ότι μεταξύ αυτών περιλαμβάνεται ένας Απουλιανός κρατήρας ή αγγείο, που χρονολογείται από το 335 π.Χ. και κατασχέθηκε τον Ιούλιο από ιδιωτική συλλογή στη Νέα Υόρκη.

Το αγγείο είχε φωτογραφηθεί και συμπεριληφθεί στο διάσημο αρχείο Polaroid του εμπόρου Τζάκομο Μέντιτσι, ο οποίος το παρέδωσε στον Σάιμς, ο οποίος στη συνέχεια «ξέπλυνε το κομμάτι μέσω του οίκου Sotheby’s στο Λονδίνο», ισχυρίστηκε το γραφείο του κου Μπραγκ.

Άλλα αντικείμενα περιελάμβαναν δύο ετρουσκικές κεραμογραφίες από το Τσερβέτερι, μια επανειλημμένα λεηλατημένη νεκρόπολη βορειοδυτικά της Ρώμης, που χρονολογείται από το 440 π.Χ

Σύμφωνα με το γραφείο του κου Μπραγκ, τα κεραμικά κλάπησαν τη δεκαετία του 1980 και κατέληξαν στον Σάιμς, ο οποίος τα πούλησε στους γνωστούς Νεοϋορκέζους συλλέκτες Σέλμπι Γουάιτ και Λήον Λήβαϊ το 1992 έναντι 1,6 εκατομμυρίων δολαρίων. Το ζευγάρι επέστρεψε τα κεραμικά στον Σάιμς πριν από το 1999, «αφότου τέθηκαν ερωτήματα σχετικά με την παράνομη προέλευσή τους από πολλούς μελετητές», αναφέρεται στην ανακοίνωση.

Τα αντικείμενα παρέμειναν στην αποθήκη του Σάιμς στη Νέα Υόρκη έως ότου κατασχέθηκαν τον Μάρτιο, αναφέρει η δήλωση.

Η ομάδα τέχνης της ιταλικής αστυνομίας δήλωσε ότι η αξία και των 266 κομματιών, στην ελεύθερη αγορά, θα ανέλθει σε δεκάδες εκατομμύρια ευρώ. Τα αντικείμενα του Σάιμς προστέθηκαν σε 750 κομμάτια που βρίσκονταν στην κατοχή της εταιρείας του Σάιμς στο Λονδίνο Symes Ltd, η οποία βρίσκεται υπό εκκαθάριση, και παρουσιάστηκαν από την Ιταλία στις 31 Μαΐου.

Italy recovers looted antiquities worth $19M from New York | Daily Sabah

Οι δικηγόροι του Σάιμς που εδρεύουν στην Ιταλία δεν απάντησαν αμέσως σε ηλεκτρονικό μήνυμα που στάλθηκε αργά την Παρασκευή, ζητώντας τους να σχολιάσουν τις νέες επιστροφές.

Τον Μάιο, πριν η Ιταλία διεκδικήσει τον αρχικό θησαυρό των 750 αντικειμένων, οι δικηγόροι του Σάιμς Αντονέλλα Ανσέλμο και Τζουλιάνο Λέμμε, δήλωσαν ότι η επιστροφή ήταν αποτέλεσμα συμφωνίας μεταξύ του Βρετανού εμπόρου και του ιταλικού υπουργείου Πολιτισμού μετά από «χρόνια πολύπλοκων διαπραγματεύσεων και νομικών διαδικασιών».

«Σύμφωνα με τη συμφωνία, εκατοντάδες αρχαιολογικά ευρήματα μεγάλης πολιτιστικής αξίας, τα οποία θεωρείται ότι έχουν εξαχθεί παράνομα, θα επιστραφούν στην Ιταλία, όπου θα διατεθούν δημοσίως», ανέφεραν οι δικηγόροι σε δήλωση τους στις 11 Μαΐου.

Η συμφωνία επέτρεψε επίσης στον Σάιμς να χρησιμοποιήσει τα έσοδα από την πώληση ορισμένων αντικειμένων για να ικανοποιήσει τους πιστωτές του.

 

Louis A. Ruprecht Jr.: O Ελληνισμός είναι ένα τεράστιο αρχείο πολιτιστικής εμπειρίας και θεμέλιο του σύγχρονου κοσμοπολιτισμού

Ο Louis A. Ruprecht Jr. είναι ο πρώτος κάτοχος της Έδρας Θρησκευτικών Σπουδών William M. Suttles στο Τμήμα Ανθρωπολογίας, καθώς και ο διευθυντής του Κέντρου Ελληνικών Σπουδών στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Τζόρτζια. στην Ατλάντα της Τζόρτζια (ΗΠΑ).  Το τελευταίο βιβλίο του καθηγητή Ρούπρεχτ είναι το Reach Without Grasping: Anne Carson’s Classical Desires (εκδ. Rowman and Littlefield, 2022). Επί του παρόντος εργάζεται πάνω σε ένα νέο βιβλιογραφικό σχέδιο με τον προσωρινό τίτλο The Renaissance Sappho: Fulvio Orsini’s Songs of Nine Illustrious Women (1568). Για το έργο του, τη μεταφορά των αρχαίων ιδεών στους σύγχρονους μελετητές μέσω του Κέντρου Ελληνικών Σπουδών του Georgia State University, ο Δρ Ρούπρεχτ έχει λάβει το παράσημο του Τάγματος του Φοίνικα, διάσημο σε μορφή σταυρού από λευκό σμάλτο, και άργυρο ή χρυσό, που φέρει στο κέντρο του τον φοίνικα, σύμβολο της αναγέννησης του Ελληνικού έθνους.

Ο καθηγητής Ρούπρεχτ μίλησε στο Rethinking Greece* σχετικά με την έννοια του «κοσμοπολίτικου ελληνισμού», που χρησιμοποιείται στο Κέντρο Ελληνικών Σπουδών του Πολιτειακού Πανεπιστημίου της Τζόρτζια ως ένας τρόπος επαναπροσδιορισμού της ελληνικής εμπειρίας ως ένα ουσιαστικό κομμάτι της παγκόσμιας κληρονομιάς, που ανήκει εξίσου σε όλους – για τη μετασχηματιστική ηθική αξία της ελληνικής τραγωδίας και τις πολιτικές συνέπειές της στις σύγχρονες δημοκρατίες, για το πώς οι θρησκευτικές ανησυχίες για την «ειδωλολατρική τέχνη» ξεπεράστηκαν από την πίστη στις αρετές της κλασικής τέχνης, για την κατανόηση της τραγικής και μετασχηματιστικής διάστασης του έρωτα όπως εμφανίζεται στην ποίηση της Σαπφούς, και τέλος, για το μέλλον των τμημάτων κλασικών σπουδών στα αμερικανικά πανεπιστήμια. Όπως σημειώνει ο καθηγητής Ρούπρεχτ, «τα πιο επιτυχημένα προγράμματα κλασικών σπουδών μού φαίνεται ότι έχουν ξεπεράσει τις αυστηρά φιλολογικές και αυστηρά κλασικιστικές προσεγγίσεις του αρχαίου κόσμου και αξιοποιούν τους πόρους της ανθρωπολογίας, μεταξύ άλλων κλάδων, ώστε το αρχαίο υλικό να απευθυνθεί σε πιο σύγχρονες ανησυχίες. Ιδιαίτερα αξιοσημείωτη υπήρξε η εφαρμογή των κατηγοριών της ταυτότητας στον αρχαίο κόσμο: φυλή και εθνικότητα, φύλο, σεξουαλικότητα, θρησκεία και τάξη».

Ήσασταν ο διευθυντής του Κέντρου Ελληνικών Σπουδών στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Τζόρτζια από το 2012. Ποια είναι η θέση των Ελληνικών Σπουδών σε ένα σύγχρονο Πανεπιστήμιο; Πώς μπορούν ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός και η αρχαία ελληνική ιστορία να φωτίσουν τις σύγχρονες ανησυχίες;

 Ο όρος «ελληνικός» είναι διφορούμενος, αλλά αυτή η ασάφεια μπορεί να είναι και γόνιμη και παραγωγική. Ο όρος είναι πολύ λιγότερο οικείος στο βορειοαμερικανικό κοινό από ό,τι ο όρος «Έλληνας», και έτσι τείνει να χρειάζεται κάποιες εξηγήσεις. Η δική μου άποψη είναι ότι ο όρος περιλαμβάνει τα πάντα, από τα πρώτα υλικά της Μεσογειακής Εποχής του Χαλκού, τα θαύματα της Κλασικής και της Ελληνιστικής περιόδου, την παράδοξη εγκυκλοπαιδική επικράτηση του ελληνικού πολιτισμού και της ελληνικής γλώσσας κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο, τα κορυφαία βυζαντινά επιτεύγματα κ.ο.κ., μέχρι και τις σύγχρονες ποιητικές συνεισφορές του Κωνσταντίνου Καβάφη (1863-1933), του Γιώργου Σεφέρη (1900-1971) και του Οδυσσέα Ελύτη (1911-1996), για να μην αναφέρουμε τα εκπληκτικά σύγχρονα ελληνικά επιτεύγματα στον κινηματογράφο, τη μουσική και το θέατρο. Πρόκειται πράγματι για μια πλούσια και εκτεταμένη κληρονομιά.

Από θεσμική άποψη, η κληρονομιά αυτή τείνει να μοιράζεται μεταξύ των τμημάτων των Κλασικών ή/και των Κλασικών Σπουδών, τα οποία καλύπτουν τις αρχαιότητες, και των τμημάτων των Νεοελληνικών Σπουδών, τα οποία καλύπτουν κυρίως τους δύο προηγούμενους αιώνες. Το βυζαντινό υλικό τείνει να υποβαθμίζεται από αυτές τις θεσμικές ρυθμίσεις.

Υπάρχει ένας περίεργος θρησκευτικός λόγος για κάποια από αυτά, πιστεύω. Αν κοιτάξουμε τον τρόπο με τον οποίο διδάσκεται η θρησκευτική ιστορία στα περισσότερα προτεσταντικά σεμινάρια στις ΗΠΑ, τότε θα δούμε ότι δίνεται μεγάλη προσοχή στις απαρχές: στην Εβραϊκή Βίβλο και την Καινή Διαθήκη, στην πρώιμη εκκλησιαστική ιστορία και στην ιστορία της πρώιμης κοινωνικής και θεσμικής διαμόρφωσης. Αλλά στη συνέχεια κάνουμε ένα άλμα προς τα εμπρός, στον Λούθηρο, τον Καλβίνο και τους νεότερους. Ο Μεσαίωνας τείνει να υποτιμάται, καθώς, από προτεσταντική σκοπιά, η περίοδος αυτή θεωρείται σε μεγάλο βαθμό ως η ιστορία μιας σειράς υπερβολών και λαθών. Βλέπετε αυτή την προκατάληψη ζωντανή και ακμαία στα σχόλια του Έντουαρντ Γκίμπονς για τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία.

Όταν διορίστηκα διευθυντής του Κέντρου Ελληνικών Σπουδών στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Τζόρτζια, αποφάσισα να εργαστώ ενάντια σε αυτού του είδους την κατάτμηση. Ήθελα να ενσωματώσω την Αρχαιολογία, την Κλασική Φιλολογία, τον Κινηματογράφο, την Ιστορία, τη Λογοτεχνία, τη Μουσική και το Θέατρο πιο απρόσκοπτα σε μια φιλόδοξη σειρά δημόσιων προγραμμάτων. Ήθελα επίσης να εξετάσω το ελληνικό υλικό με τους ευρύτερους δυνατούς όρους: Εποχή του Χαλκού, Αρχαϊκή, Κλασική, Ελληνιστική, Βυζαντινή και Σύγχρονη Εποχή. Τελευταία, ωθήσαμε το ιστορικό πλαίσιο ακόμη και στη Μεσολιθική και Παλαιολιθική περίοδο, καθώς τα τελευταία είκοσι χρόνια έχουν γίνει πολλές συναρπαστικές προνεολιθικές αρχαιολογικές ανακαλύψεις στην Ελλάδα, τόσο στην ηπειρωτική όσο και στη νησιωτική χώρα.

Προκειμένου να γιορτάσουμε αυτό το εύρος και να εκφράσουμε τις εκτεταμένες ελληνικές μας δεσμεύσεις, καθιέρωσα τον «κοσμοπολίτικο ελληνισμό» ως θεματικό άξονα του Κέντρου. Η ιδέα είναι προϊόν της τεράστιας επέκτασης του ελληνιστικού πολιτισμού στον απόηχο των κατακτήσεων του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Μια απλουστευμένη μορφή της ελληνικής γλώσσας έγινε η γλώσσα της διπλωματίας και του εμπορίου. Ο ελληνικός πολιτισμός έγινε ένα είδος «πολιτισμού-ομπρέλας», που συγκρατούσε μια εθνοτικά και πολιτισμικά ποικιλόμορφη αυτοκρατορία.

Οι μεγάλες φιλοσοφικές σχολές που εμφανίστηκαν μετά τον Αριστοτέλη (ο οποίος ήταν δάσκαλος του Αλεξάνδρου) – ιδιαίτερα οι Επικούρειοι, οι Σκεπτικιστές και οι Στωικοί – εμφανίστηκαν όλες ως προσπάθειες να σκεφτούν φιλοσοφικά με όρους ευρύτερους από ό,τι επέτρεπε η πιο στενά ελληνική οπτική του Αριστοτέλη. Η Αίγυπτος, η Μεσοποταμία και η Ινδία δεν ήταν πλέον σημαντικά σημεία μόνο στον ελληνιστικό χάρτη, αλλά ήταν και φιλοσοφικά σημαντικά σημεία με νέους και δημιουργικούς τρόπους.

Ο Διόνυσος καβάλα σε έναν πάνθηρα. Ca. 120 – 8ος αιώνας π.Χ., Δήλος.

 

Ο Διογένης από τη Σινώπη, ο οποίος πέθανε την ίδια χρονιά με τον Αλέξανδρο (323 π.Χ.), έλαβε συγχαρητήρια από τον Αλέξανδρο για την έντονη ανεξαρτησία του, την αυτονομία του και τη φαινομενικά διαβολική ηθική του στάση. Ο Διογένης επινόησε επίσης τον όρο κοσμοπολίτης ή «πολίτης του κόσμου». Το έκανε ως απάντηση στην ερώτηση από πού ήταν (ήταν από τη Σινώπη της Μικράς Ασίας). Η απάντησή του – «η πόλη μου (πόλις) είναι ο κόσμος (κόσμος)» – είχε σκοπό να ξεφύγει από τη δύναμη και την προβολή του ερωτήματος από πού προερχόμαστε. Το από πού προερχόμαστε, υπέδειξε, ήταν λιγότερο καθοριστικό, λιγότερο ενδιαφέρον φιλοσοφικά, από το πού επιθυμούμε να πάμε. Ο κόσμος μας υποτίθεται ότι θα γινόταν μεγαλύτερος και πιο φιλοσοφικά επεκτατικός. Η αφετηρία μας δεν περιορίζει ούτε καθορίζει το πού μπορούμε να καταλήξουμε.

Είναι διαφωτιστικό να φανταστεί κανείς αυτό ως τη δήλωση ενός Έλληνα φιλοσόφου από τη Μικρά Ασία. Εν ολίγοις, οι Έλληνες πάντα ταξίδευαν – ο αυτοπροσδιορισμός τους με έναν ναυτικό πολιτισμό είχε κάποια σχέση με αυτό. Ο ελληνικός αποικισμός των ακτών της Μεσογείου και της Μαύρης Θάλασσας δημιούργησε ένα δίκτυο παράλιων πόλεων και λιμανιών σε όλη τη Μεσόγειο, που επέτρεψε τέτοια ταξίδια και μάλιστα τα εξυμνούσε. Η ελληνική διασπορά έχει πράγματι μια πολύ μακρά και πολύ πλούσια ιστορία – ο κοσμοπολιτισμός είναι μια από τις κύριες αρετές της.

Σήμερα, η ελληνική διασπορά είναι εντυπωσιακά παγκόσμια. Το Τορόντο και η Μελβούρνη είναι μεγάλες και εξέχουσες ελληνικές πόλεις. Ακόμα και η Ατλάντα φιλοξενεί δεκάδες χιλιάδες Έλληνες, που αποκαλούν την πόλη σπίτι τους για περισσότερα από εκατό χρόνια. Φιλοξενεί ένα σημαντικό και δραστήριο ελληνικό προξενείο. Είναι μια ορθόδοξη ελληνική μητρόπολη με περισσότερες από 70 ενορίες. Είναι, με όλους αυτούς τους τρόπους, μια συναρπαστική απεικόνιση του ελληνικού διεθνισμού και των κοσμοπολίτικων δεσμεύσεών του.

Σε μια ιστορική στιγμή, κατά την οποία τα αμερικανικά πανεπιστήμια έχουν εντείνει τις δεσμεύσεις τους στον διεθνισμό και έχουν ανοίξει τις πόρτες τους για να επιτρέψουν την είσοδο ενός πολύ μεγαλύτερου αριθμού αλλοδαπών φοιτητών, οι ηθικές δεσμεύσεις που ενσαρκώνει ο Ελληνισμός, τόσο ιστορικά όσο και φιλοσοφικά, φαίνονται μοναδικά κατάλληλες για τη συγκεκριμένη στιγμή.

Εδώ στην Ατλάντα έχουμε χρησιμοποιήσει την έννοια του κοσμοπολίτικου Ελληνισμού ως έναν τρόπο για να επαναπροσδιορίσουμε την ελληνική εμπειρία – τον Ελληνισμό με την πληρέστερη έννοια – ως ένα ουσιαστικό κομμάτι της Παγκόσμιας Κληρονομιάς που ανήκει εξίσου σε όλους. Εδώ, πιστεύω, βρίσκουμε την πιο παραγωγική «εκλεκτική συγγένεια» μεταξύ του Ελληνισμού και του σύγχρονου ερευνητικού Πανεπιστημίου.

Τι σημαίνει για εσάς ο «ελληνισμός», η «ελληνική σκέψη» ή αυτό που έχετε αποκαλέσει «ελληνικό φαινόμενο»;

Στην προηγούμενη απάντησή μου έδωσα μια ιδέα της απάντησής μου σε αυτό το ερώτημα. Στο δικό μου έργο, έχω προσπαθήσει να σκιαγραφήσω το μακρύ ιστορικό τόξο του ελληνισμού, το οποίο, βέβαια, βασίζεται στην ελληνική αρχαιολογία, αλλά εστιάζει περισσότερο στο πώς οι τρόποι του ελληνισμού προσαρμόστηκαν και μεταφράστηκαν σε μεταγενέστερες ιστορικές περιόδους και άλλα πολιτισμικά περιβάλλοντα.

Στο Was Greek Thought Religious? On the Use and Abuse of Hellenism from Rome to Romanticism (2002) [Ήταν η ελληνική σκέψη θρησκευτική; Για τη χρήση και κατάχρηση του Ελληνισμού, από τη Ρώμη έως τον Ρομαντισμό], προσπάθησα να δείξω πώς οι ίδιοι οι όροι, «ελληνισμός» και «Έλληνας», είχαν μετατοπιστεί στις ελληνικές τους σημασίες και είχαν υποστεί ποικίλες μεταφράσεις στα λατινικά και αργότερα στις ρομανικές γλώσσες. Οι θρησκευτικές αλλαγές είχαν μεγάλη σχέση με αυτές τις μετατοπίσεις του νοήματος. Ένα από τα νοήματα που ενσωματώθηκαν αργότερα στους όρους Έλληνες και Ελληνισμός ήταν τα «παγανιστές» και «παγανισμός», αντίστοιχα. Η μετατόπιση από τον «παγανισμό» στον χριστιανισμό αντιπροσωπεύει έτσι μια σεισμική πολιτισμική αλλαγή στην ιστορία της λεκάνης της Μεσογείου.

Ωστόσο, αυτό που μου κάνει μεγαλύτερη εντύπωση είναι το γεγονός ότι, ενώ από τη μια πλευρά, η μετάβαση από την παραδοσιακή ελληνική θρησκεία στον Χριστιανισμό άλλαξε τα πάντα, από την άλλη πλευρά, άλλαξε ελάχιστα. Οι εκχριστιανισμένοι Έλληνες στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία συνέχισαν να ντύνονται, να τρώνε, να ασχολούνται με τη φιλανθρωπία και να παντρεύονται όπως έκαναν και πριν. Ο καθαρά χριστιανικός πολιτισμός, που άλλαξε αυτούς τους παραδοσιακούς τρόπους ζωής, αναδύθηκε πολλούς αιώνες αργότερα.

Αυτό που υποδηλώνει είναι ότι καλά θα κάνουμε να προσέξουμε την ταυτόχρονη συνέχεια και ασυνέχεια στη μακρά ιστορία του Ελληνισμού. Οι συνέχειες είναι για μένα εξαιρετικά υποβλητικές. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο μεγάλο μέρος της επιστημονικής μου έρευνας επικεντρώνεται στις μεταγενέστερες επαναλήψεις των ελληνικών σχημάτων σε τομείς τόσο διαφορετικούς όπως η τέχνη και η καλλιτεχνική έκθεση στα μουσεία, ο δημοκρατικός πολιτισμός και η δημοκρατική πολιτική, η ερωτική επιθυμία και η ηθική ψυχολογία, καθώς και με θεατρικές έννοιες όπως η τραγωδία και η κωμωδία, για τις οποίες θα πω περισσότερα παρακάτω.

Πλάκα με τον Άγιο Παύλο και τους μαθητές του (περ. 1160-80): Η επιγραφή σε αυτή την πλάκα αναφέρεται στις επιστολές που απηύθυνε ο Παύλος στις διάφορες πρωτοχριστιανικές κοινότητες (προς Ρωμαίους, Κορινθίους, Φιλιππησίους) μεταξύ των οποίων ταξίδεψε, Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης, Νέα Υόρκη.

 

Ολοκλήρωσα το Ήταν η ελληνική σκέψη θρησκευτική; με ένα κεφάλαιο αφιερωμένο στην αναβίωση των ελληνικών Ολυμπιακών Αγώνων το 1896. Οι σύγχρονοι Ολυμπιακοί Αγώνες μου φαίνονται ως το πιο δραματικό και παγκόσμιο παράδειγμα νεοελληνικού κινήματος στην παγκόσμια ιστορία. Είναι αξιοσημείωτο γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο ότι η ιστορία της Ολυμπιακής Αναβίωσης έχει ξεχαστεί σε τόσο μεγάλο βαθμό μέσα σε λίγο περισσότερο από έναν αιώνα. Η θρησκεία, όπως αποδεικνύεται, διαπερνά την ολυμπιακή ιστορία.

Οι αρχαίοι Ολυμπιακοί Αγώνες καθιερώθηκαν ως θρησκευτικό τελετουργικό γεγονός στο ιερό του Δία στην Ολυμπία το 776 π.Χ. (ή γύρω στο 776 π.Χ.). Απαγορεύτηκαν από τον χριστιανό αυτοκράτορα Θεοδόσιο για θρησκευτικούς λόγους το 393 μ.Χ. Ένα ουσιαστικό μέρος της υπόθεσης για την αναβίωσή τους το 1896 ήταν επίσης θρησκευτικό, όπως προκύπτει από τις ομιλίες και τα γραπτά του «ανακαινιστή» τους, Πιερ ντε Κουμπερτέν [Pierre de Coubertin, 1863-1937]. Εν ολίγοις, οι Ολυμπιακοί Αγώνες ιδρύθηκαν, ακυρώθηκαν και αναβίωσαν, για θρησκευτικούς λόγους.

Ποιοι ήταν αυτοί οι λόγοι είναι ένα θεμελιώδες ιστορικό ζήτημα. Όπως σημείωσα παραπάνω, ο ελληνισμός – που αντιμετωπίζεται ως ένα τεράστιο αρχείο πολιτιστικής εμπειρίας – παρείχε επίσης ένα πνευματικό θεμέλιο για τον σύγχρονο διεθνισμό και τον κοσμοπολιτισμό. Στην περίπτωση των Ολυμπιακών Αγώνων, μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι ο αθλητισμός εμπορεύεται το νόμισμα του περιορισμού: όρια που επιβάλλονται από κανόνες, όρια που επιβάλλονται από γραμμές και περιορισμούς, όρια που επιβάλλονται από την ίδια τη φυσική μας ενσάρκωση. Είναι η προσεκτική χορογραφία αυτών των ορίων που επιτρέπει να έρθει στο προσκήνιο η υπέρβαση. Εξάλλου, πρέπει να έχουμε κάτι για να υπερβούμε. Αυτός, υποθέτω, είναι ένας λόγος για τον οποίο ο αθλητισμός αποτελούσε σημαντικό πολιτιστικό χώρο, καθώς και πηγή προβληματισμού, τόσο για τους φιλοσόφους όσο και για τους θρησκευτικούς στοχαστές στην αρχαιότητα, και για τον οποίο συνεχίζει να είναι έτσι και σήμερα.

Οι τοξότριες που συμμετείχαν στον διπλό εθνικό γύρο στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου 1908, 15 Ιουλίου 1908. (© Topical Press Agency-Hulton Archive/Getty Images)

 

Στην ομιλία σας κατά την παραλαβή του ελληνικού παράσημου, του Χρυσού Σταυρού του Τάγματος του Φοίνικα, σημειώσατε ότι «η ελληνική τραγωδία προορίζεται να γίνει σχεδία της δημοκρατικής ελπίδας». Θα μπορούσατε να επεκταθείτε επί του θέματος;

Η φράση «μια σχεδία ελπίδας» προέρχεται από τον Ραλφ Έλισον [Ralph Ellison, 1914-1994], από τον νέο πρόλογο που συνέταξε για την επετειακή έκδοση των 30 χρόνων του κλασικού μυθιστορήματός του Αόρατος Άνθρωπος. Εκτός από συγγραφέας δυνατών μυθιστορημάτων που εξετάζουν τη δυναμική της φυλής και της εθνικότητας στις Ηνωμένες Πολιτείες, ο Έλισον ήταν αναμφισβήτητα ο καλύτερος δημοκρατικός δοκιμιογράφος που ανέδειξαν οι ΗΠΑ μετά τον Β’  Παγκόσμιο Πόλεμο. Παραθέτω το εν λόγω απόσπασμα:

«Έτσι, αν το ιδανικό της επίτευξης μιας πραγματικής πολιτικής ισότητας μας διαφεύγει στην πραγματικότητα – όπως συνεχίζει να συμβαίνει – υπάρχει ακόμα διαθέσιμο εκείνο το μυθιστορηματικό όραμα μιας ιδανικής δημοκρατίας, στο οποίο το πραγματικό συνδυάζεται με το ιδανικό και μας δίνει αναπαραστάσεις μιας κατάστασης πραγμάτων, στην οποία οι υψηλά ιστάμενοι και οι χαμηλά ιστάμενοι, οι μαύροι και οι λευκοί, οι Βόρειοι και οι Νότιοι, οι γηγενείς και οι μετανάστες συνδυάζονται για να μας διηγηθούν υπερβατικές αλήθειες και δυνατότητες, όπως αυτές που ανακάλυψε ο Μαρκ Τουέιν όταν έβαλε τον Χακ και τον Τζιμ να ταξιδεύουν με μία σχεδία.

»Πράγμα που μου υπέδειξε ότι ένα μυθιστόρημα θα μπορούσε να διαμορφωθεί ως μια σχεδία ελπίδας, αντίληψης και ψυχαγωγίας που θα μπορούσε να μας βοηθήσει να επιπλεύσουμε καθώς προσπαθούμε να διαπραγματευτούμε τις αγκυλώσεις και τις δίνες που σηματοδοτούν την ταλαντευόμενη πορεία του έθνους μας προς και μακριά από το δημοκρατικό ιδεώδες.» [1]

Μου φαίνεται ότι αυτό που ο Έλισον έβλεπε ως ρόλο του μυθιστορήματος στις σύγχρονες δημοκρατικές κοινωνίες εκπληρωνόταν στην αρχαία αθηναϊκή δημοκρατία κατά τις δραματικές γιορτές. Στην Ποιητική, τους προβληματισμούς του Αριστοτέλη για την αρχαία ελληνική τραγωδία, παρατηρείται ότι η τραγωδία αποτελεί μίμηση μιας πράξης που είναι:

«…σοβαρή, ολοκληρωμένη και έχει ένα ορισμένο μέγεθος. Έχει τη μορφή της παρουσίασης παρά της αφήγησης. Μέσω του οίκτου και του φόβου [δι’ ελέου και φόβου (ελληνικά στη συνέντευξη-σ.τ.μ.)] καταφέρνει την κάθαρση αυτών των συναισθημάτων.» (Ποιητική, 1449b25)

Υπήρξε μεγάλη συζήτηση σχετικά με τον όρο κάθαρση, ο οποίος ήταν εν μέρει ιατρικός όρος που υποδήλωνε μια κάθαρση ή καθαρισμό, στο ιατρικό πλαίσιο. Αυτή δεν μπορεί να είναι η έννοια εδώ, αφού η τραγωδία δεν εξαλείφει τα συναισθήματα του οίκτου και του φόβου. Εξακολουθούμε να λυπούμαστε την Αντιγόνη στο τέλος της τραγωδίας της και εξακολουθούμε να φοβόμαστε την τρομερή μοίρα που οδήγησε τον Οιδίποδα στην καταστροφή. Προτιμώ να σκέφτομαι την κάθαρση ως «μεταμόρφωση» σε σχέση με την τραγωδία. Το ελληνικό κοινό που παρακολουθούσε τα έργα του Σοφοκλή και άλλων έφευγε από το θέατρο του Διονύσου με τον οίκτο και τον φόβο του να έχουν μεταμορφωθεί σε κάτι άλλο, σε κάτι που θα μπορούσαμε να νοήσουμε ως «συμπόνια».

Αυτή είναι η μετασχηματιστική ηθική αξία της ελληνικής τραγωδίας και υποδηλώνει ότι η τραγωδία εξερευνά ένα πολύ ιδιαίτερο είδος πόνου και δυστυχίας. Η τραγωδία εξερευνά το πλήρες φάσμα των δυνατοτήτων του τι μπορούν να επιλέξουν να κάνουν τα ελεύθερα ανθρώπινα όντα. Συχνά δημιουργείται μεγάλος πόνος από τις επιλογές τους. Αλλά ο πόνος και η δυστυχία είναι η πρώτη λέξη της τραγωδίας, όχι η τελευταία. Η τραγωδία είναι τελικά ένα ελπιδοφόρο είδος, καθώς η τραγωδία παρουσιάζει μορφές πόνου, όπως του Οιδίποδα, που μπορούν να είναι λυτρωτικές. Ο Σοφοκλής μάς δείχνει ότι, μετά από όλες τις δοκιμασίες του, ο Οιδίπους έγινε κάτι σαν θεός στο ιερό άλσος του Κολωνού και το πνεύμα του έγινε μια διαρκής ευλογία για την πόλη της Αθήνας. Τα βάσανά του μετατράπηκαν σε λύτρωση και ο τρόμος που ένιωσαν αρχικά οι άνθρωποι, όταν ήρθαν αντιμέτωποι με τη μοιραία κατάρα του Οιδίποδα, μετατράπηκε σε συμπόνια και φροντίδα.

«Η τραγωδία εξερευνά το πλήρες φάσμα των δυνατοτήτων του τι μπορούν να επιλέξουν να κάνουν τα ελεύθερα ανθρώπινα όντα.» Η Κατίνα Παξινού στη Μήδεια του Ευριπίδη (1956) στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου, σε σκηνοθεσία Αλέξη Μινωτή. (Πηγή: Εθνικό Θέατρο της Ελλάδος)

 

Ο εξαιρετικός κριτικός θεάτρου του Μπρόντγουεϊ Γουώλτερ Κερρ [Walter Kerr, 1913-1996] δημοσίευσε το 1967 μια πρωτοποριακή μελέτη με τίτλο Tragedy and Comedy (Τραγωδία και κωμωδία). Το επιχείρημά του ακούγεται αντιφατικό μέχρι να το σκεφτείτε. Η τραγωδία, υποστηρίζει, προηγείται της κωμωδίας. Ιστορικά μιλώντας, τα τραγικά φεστιβάλ στην Αθήνα δημιουργήθηκαν περισσότερο από μία γενιά πριν από τα κωμικά φεστιβάλ. Ο Κερρ επιμένει επίσης ότι η τραγωδία προηγείται φιλοσοφικά. Οι λόγοι για τους οποίους το λέει αυτό είναι πολύπλοκοι. Οι κωμωδίες δεν τελειώνουν καλά και οι τραγωδίες δεν τελειώνουν άσχημα. Οι τραγωδίες, στην πραγματικότητα, μπορούν να τελειώσουν με όλους τους διαφορετικούς τρόπους – το τέλος δεν είναι το νόημα μιας τραγωδίας. Στην πραγματικότητα, οι τραγωδίες δείχνουν πέρα από το τέλος τους σε ένα νέο και πιο ανοιχτό μέλλον. Ξεπερνούν τα όρια της σκηνής όπου παίζονται. Η κωμωδία, αντίθετα, παραμένει στη σκηνή και είναι ριζωμένη στο έδαφος. Η κωμωδία είναι κατά βάση σκληρή- μας καλεί να γελάσουμε με αυτό που μας τρομάζει. Η κωμωδία δεν προσφέρει κανένα μέλλον – απλά σταματά και η αυλαία κλείνει. Χωρίς μέλλον δεν μπορεί να υπάρξει ελπίδα. «Η τραγωδία είναι το είδος που υπόσχεται αίσιο τέλος», καταλήγει ο Κερρ. «Είναι επίσης το είδος που είναι ρεαλιστικό ως προς το θέμα.» [2]

Έγραψα τη διδακτορική μου διατριβή για την έννοια της τραγωδίας στην αρχαία Αθήνα, στον πρώιμο χριστιανισμό και στη σύγχρονη ηθική φιλοσοφία. Είχα την τύχη να μπορέσω να ζήσω στην Αθήνα για τα δύο χρόνια που έκανα την έρευνα και τη συγγραφή. Αυτή η εργασία έγινε τελικά το πρώτο μου βιβλίο, το Tragic Posture and Tragic Vision: Against the Modern Failure of Nerve (Τραγική στάση και τραγικό όραμα: Κατά της σύγχρονης αποτυχίας του θάρρους), που εκδόθηκε το 1994. Μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση ο τρόπος με τον οποίο η αθηναϊκή τραγωδία αποτέλεσε πρότυπο για τα Συνοπτικά Ευαγγέλια. Εκεί, επίσης, γινόμαστε μάρτυρες τρομερού πόνου στην απεικόνιση των Παθών του Χριστού, αλλά η μορφή του πόνου που παρουσιάζεται, όσο τρομερή κι αν είναι, πιστεύεται ότι υποδεικνύει τη λύτρωση. Αυτό είναι το μυστήριο της μετασχηματιστικής κάθαρσης, και έχει τόσο πολιτικές όσο και θρησκευτικές συνέπειες. Το πρώιμο κίνημα του Ιησού ήταν μια κοινότητα θεμελιωμένη στη συμπόνια και τη συμφιλιωτική αγάπη. Οι σύγχρονες δημοκρατίες εδράζονται σε συμπονετικές κοινωνικές πρακτικές που αποσκοπούν στην ανύψωση των αξιών της ισότητας και της αδελφοσύνης, στην απελευθέρωση των πλήρων δυνατοτήτων όλων των πολιτών μας.

Οι αρχαίοι Αθηναίοι έβλεπαν πολύ καθαρά τους πολιτικούς και θρησκευτικούς σκοπούς της τραγωδίας. Η πόλη χρηματοδοτούσε τις γιορτές κάθε χρόνο και η παρουσία τους θεωρούνταν πολιτικό καθήκον. Από καιρό αναρωτιόμουν ποιο θα μπορούσε να είναι ένα σύγχρονο δημοκρατικό ανάλογο αυτού του πνεύματος της θαυμάσιας δραματικής περίστασης στο Θέατρο του Διονύσου κάτω από την αθηναϊκή Ακρόπολη. Ο Ραλφ Έλλισον [Ralph Ellison], καθώς και ο Κορνέλ Γουέστ [Cornel West], βλέπουν αυτό το πνεύμα της τραγωδίας ζωντανό και ακμαίο στη μουσική παράδοση των μπλουζ. Η μουσική μπλουζ προέκυψε επίσης από την παράδοση της μουσικής του γκόσπελ. Όλες αυτές οι μουσικές νότες είναι τραγικές, γι’ αυτό και τελικά εδράζονται στη συμπόνια και την ελπίδα, και γι’ αυτό μπορούν να διεκδικήσουν τη λυτρωτική αγάπη ως υπερβατική αξία.

Ο Αμερικανός συγγραφέας και κριτικός λογοτεχνίας Ραλφ Έλλισον είδε το πνεύμα της τραγωδίας ζωντανό και ακμαίο στη μουσική παράδοση των μπλουζ.

 

Μια παλαιότερη θεωρία της «εκκοσμίκευσης», στις δεκαετίες του 1950 και 1960, υποστήριζε ότι η θρησκεία ήταν προορισμένη να εξαφανιστεί στη σύγχρονη εποχή. Κατά κάποιο τρόπο, θεωρήθηκε ότι η παραδοσιακή θρησκευτική πίστη δεν θα μπορούσε να αντέξει τις προκλήσεις των νέων επιστημών της Αστροφυσικής, της Κοσμολογίας και της Εξέλιξης. Οι κοινωνικοί επιστήμονες που το πίστευαν αυτό δυσκολεύτηκαν πολύ να εξηγήσουν την άνοδο και την ανανέωση της πολιτικής θρησκείας σε όλον τον κόσμο, το 1979-1980. Αυτό δεν συνέβη μόνο στην Ινδία, το Ιράν και το Ισραήλ – συνέβη στο Βατικανό και συνέβη και στις ΗΠΑ. Ο πρώην καθηγητής μου και στενός προσωπικός μου φίλος Μπρους Μπ. Λώρενς [Bruce B. Lawrence] έγραψε το 1990 την πρώτη συγκριτική μελέτη αυτού του φαινομένου με τίτλο Defenders of God: The Fundamentalist Revolt Against the Modern Age (Υπερασπιστές του Θεού: Η εξέγερση των φονταμενταλιστών ενάντια στη σύγχρονη εποχή). Ένας άλλος στενός προσωπικός φίλος, ο Τζέφρυ Στάουτ [Jeffrey Stout], έγραψε την καλύτερη μελέτη που έχει παραχθεί μέχρι σήμερα σχετικά με τους περιορισμούς αυτής της εκδοχής του κοσμικισμού και της εκκοσμίκευσης, σε ένα βιβλίο με τίτλο Democracy and Tradition (Δημοκρατία και Παράδοση), το 2004.

Είναι σαφές ότι η θρησκεία δεν έχει εξαφανιστεί.

Η δική μου άποψη για τη σύγχρονη εποχή είναι ότι αντιπροσωπεύει μια επαναστατική περίοδο κατά την οποία η θρησκεία πηγαίνει αλλού, όχι μακριά. Οι θρησκευτικές παρορμήσεις και οι πνευματικές ενέργειες δεν περιορίζονται ποτέ αυστηρά μέσα σε εκκλησίες, συναγωγές, τζαμιά, ναούς ή ό,τι άλλο. Μου προκαλούν ιδιαίτερη εντύπωση οι τρόποι με τους οποίους οι παραδοσιακά θρησκευτικές ενέργειες έχουν τεθεί στην υπηρεσία της τέχνης – τόσο για τους καλλιτέχνες που παράγουν τα έργα τους όσο και για τους θεατές που προσκυνούν για να τα δουν. Με μια λέξη, τα δημόσια μουσεία τέχνης είναι από τα εξαιρετικότερα και πιο πρωτότυπα μέρη όπου έχει πάει η θρησκεία στη σύγχρονη εποχή.

Λίγοι σύγχρονοι επισκέπτες των δημόσιων μουσείων τέχνης σήμερα εξετάζουν το θρησκευτικό ενδιαφέρον των συλλογών κατά την ίδρυσή τους. Από τα Μάρμαρα του Παρθενώνα στο Βρετανικό Μουσείο, μέχρι τη Φτερωτή Νίκη της Σαμοθράκης στο Λούβρο, το Μπελβεντέρε του Απόλλωνα και την Ομάδα Λαοκόων στα Μουσεία του Βατικανού και τα Αιγινήτικα Γλυπτά από το Ναό της Αφαίας, που σήμερα στεγάζονται στη Γλυπτοθήκη του Μονάχου, η κλασική αγαλματοποιία αποτελούσε την καρδιά (αν όχι στην πραγματικότητα την ψυχή) των περισσότερων δημόσιων μουσείων τέχνης κατά τις πρώτες γενιές αυτού που θεωρώ ως «εποχή των μουσείων» (1767-1830).

Λεπτομέρεια από τα στοιχεία του αετώματος του ναού της Αφαίας στην κεντρική Γλυπτοθήκη του Μονάχου

 

Στο βιβλίο μου Winckelmann and the Vatican‘s First Profane Museum (Ο Βίνκελμαν και το πρώτο κοσμικό μουσείο του Βατικανού, 2011), καθώς και σε επόμενα άρθρα που δημοσιεύθηκαν το 2018 και το 2022, έχω παρουσιάσει τα αρχειακά στοιχεία από τη Βιβλιοθήκη του Βατικανού και τα Μυστικά Αρχεία της Βιβλιοθήκης του Βατικανού, τα οποία επιβεβαιώνουν ότι ο Γιόχαν Γιοάχιμ Βίνκελμαν [Johann Joachim Winckelmann, 1717-1768], περισσότερο γνωστός ως νεοκλασικός ευαγγελιστής και ιστορικός τέχνης, ήταν επίσης ο ημι-μυστικός επιμελητής του πρώτου «Κοσμικού Μουσείου» του Βατικανού. Χάρηκα που η τελευταία ειδική έκθεση που επιμελήθηκαν τα Μουσεία του Βατικανού πριν από το λουκέτο του COVID επικεντρώθηκε σε αυτή την ιστορία. Η έκθεση «Winckelmann: Αριστουργήματα σε όλο το Μουσείο του Βατικανού» παρουσιάστηκε στο κοινό από τις 9 Νοεμβρίου 2018 έως τις 9 Μαρτίου 2019.

Ιδρύθηκε το 1767, επεκτάθηκε και ολοκληρώθηκε το 1792, λεηλατήθηκε από τις δυνάμεις της Γαλλικής Επανάστασης υπό τον Ναπολέοντα το 1796 και αργότερα επαναπατρίστηκε στο Βατικανό το 1818. Το μικρό μουσείο του Βίνκελμαν «επιμελήθηκε πρώτα το κοσμικό», γεγονός που με τη σειρά του επέτρεψε την πολιτιστική και ιστορική εξημέρωση όσων μέχρι τότε θεωρούνταν κυρίως ως «ειδωλολατρικά είδωλα». Νομίζω ότι είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι αυτά τα αγάλματα δεν είχαν αλλάξει, στις περισσότερες περιπτώσεις, για αρκετές χιλιάδες χρόνια, εκτός από τις σπάνιες περιπτώσεις που αναστηλώθηκαν. Αντίθετα, ο τρόπος που βλέπουμε αυτά τα αγάλματα, ο τρόπος που τα κοιτάμε, έχει αλλάξει δραματικά.

Έτσι, τα αγάλματα των ελληνικών θεών και ηρώων, τα περισσότερα από τα οποία ήταν γυμνά, νομιμοποιήθηκαν και εξημερώθηκαν στη συμβολική πρωτεύουσα του χριστιανικού κόσμου (Ρώμη). Αυτό συνέβη σε στάδια, αλλά στάδια που ήταν σωρευτικά και που εξελίχθηκαν με εκπληκτική ταχύτητα. Αυτά τα «ειδωλολατρικά είδωλα» θεωρήθηκαν αρχικά ως «ωραία τέχνη», στη συνέχεια ως υποδείγματα «ιδανικής ομορφιάς», και ακόμη αργότερα ως «εθνικός θησαυρός». Μετά το Βατερλώ, όλες οι προηγούμενες θρησκευτικές ανησυχίες σχετικά με το Museo Profano του Βατικανού είχαν εξαφανιστεί – οι καρδινάλιοι και ο Πάπας ήθελαν απλώς πίσω τους εθνικούς θησαυρούς τους.

Αυτό που ο Χανς Μπέλτινγκ [Hans Belting] ονόμασε Εποχή της Τέχνης, η οποία ήταν επίσης η αρχή αυτού που εγώ ονομάζω Εποχή των Μουσείων, προσφέρει μια εκπληκτική μελέτη περίπτωσης του περιστασιακού φλερτ με τις ειδωλολατρικές φόρμες, που θα είχε πολύ μεγάλη πολιτιστική εμβέλεια και επιρροή τόσο στον κόσμο της Μεσογείου όσο και πέρα από αυτόν. Οι θρησκευτικές ανησυχίες για την ειδωλολατρική τέχνη ξεπεράστηκαν από την πίστη στην πνευματική δύναμη της ιδανικής ομορφιάς και τις υπερβατικές αρετές της κλασικής τέχνης.

Το έργο σας επικεντρώνεται στον τρόπο με τον οποίο οι ελληνικές πολιτιστικές μορφές προσαρμόστηκαν σε μεταγενέστερες ιστορικές περιόδους, ενώ το θέμα του σεμιναρίου σας στο Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα το επόμενο έτος θα είναι ο Έρωτας. Πώς έχει μεταμορφωθεί η έννοια του Έρωτα από την αρχαιότητα;

Εδώ και πολλά χρόνια διδάσκω ένα μάθημα με τίτλο «Θρησκεία και Σεξουαλικότητα». Νομίζω ότι το «Έρως στην Αρχαιότητα» θα μπορούσε να είναι ένα καλύτερο όνομα για το μάθημα, καθώς το μυστήριο με το οποίο ξεκινώ περιλαμβάνει το ερώτημα πώς να μεταφράσουμε καλύτερα την ελληνική λέξη έρως. Είναι εντυπωσιακό, αν και ατυχές, ότι ο όρος «ερωτικός» (erotic) στα σύγχρονα αγγλικά έχει μια πιο στενά σεξουαλική χροιά. Αντίθετα, οι αρχαίοι ελληνικοί όροι έρως και τα ερωτικά υπονοούσαν κάτι σαν παθιασμένη και συγκλονιστική επιθυμία, μια επιθυμία που έχει τη δύναμη να αναιρέσει εντελώς το άτομο που τη βιώνει.

Τα αφροδίσια αναφέρονταν στις σεξουαλικές εμπειρίες ενός ατόμου στα αρχαία ελληνικά – τα ερωτικά αναφέρονταν σε κάτι άλλο, κάτι πολύ πιο μυστηριώδες, ακόμη και ιερό.

Τοιχογραφία που δείχνει μια γυναίκα που υποτίθεται ότι είναι η Σαπφώ και κρατάει εργαλεία γραφής, από την Πομπηία. Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο της Νάπολης.

 

Η Σαπφώ από τη Λέσβο (η οποία δραστηριοποιήθηκε ποιητικά γύρω στο 600 π.Χ.) ήταν διάσημη, μεταξύ άλλων, για την ιδιαίτερη ικανότητά της να επινοεί νέους όρους. Ήταν η πρώτη που αποκάλεσε τον έρωτα «γλυκόπικρο» (ο όρος της ήταν γλυκύπικρον, στα αιολικά ελληνικά). Σε αυτό το ποιητικό απόσπασμα (#130), η Σαπφώ αναφέρει επίσης τον έρωτα ως «λυσιμελή» (lusimelês).

Ο όρος είναι μια ρητορική ηχώ του ομηρικού ιδιωματισμού για τον θάνατο, όπου όταν ένας πολεμιστής έχει χτυπηθεί από ακόντιο ή σπαθί λέγεται ότι τα μέλη του «λύθηκαν». Το σώμα καταρρέει, μην έχοντας πλέον τον έλεγχο του εαυτού του, και η ψυχή δραπετεύει βογκώντας μέσα από την πύλη του στόματος του ετοιμοθάνατου. Η Σαπφώ παίρνει αυτή την εικόνα από το πεδίο της μάχης και την τοποθετεί δραματικά μέσα στην ανθρώπινη καρδιά. Ο έρωτας δεν είναι υπό τον έλεγχό μας – συχνά φαίνεται ο έρωτας να ελέγχει εμάς.

Η Σαπφώ, όπως και άλλοι αρχαϊκοί Έλληνες λυρικοί ποιητές, παρομοιάζει μια τέτοια ερωτική εμπειρία με τον θάνατο. Στο εξίσου διάσημο Απόσπασμα Ερωτικού
Τριγώνου (#31), λέει ρητά ότι η θέα του αγαπημένου της να μιλάει σε κάποιον άλλον την τρελαίνει σχεδόν, με σωματικά συμπτώματα, έτσι ώστε να φαίνεται σχεδόν νεκρή μες στο μυαλό της. Όπως το θέτει η Αν Κάρσον [Anne Carson], «η αλλαγή του εαυτού είναι απώλεια του εαυτού γι’ αυτούς τους ποιητές». [3]

Η ιδιοφυΐα της Σαπφούς, όπως και του Σωκράτη, ήταν να βλέπει την αλλαγή του εαυτού της και ως μια μορφή ψυχικής μεταμόρφωσης. Η δύναμη του έρωτα έγκειται στην ικανότητά του να μας μεταμορφώνει. Πρόκειται για μια μεταμόρφωση που είναι επώδυνη, όσο ευλογημένη κι αν φαίνεται επίσης. Ο όρος της Σαπφούς «γλυκόπικρος» αποτυπώνει αρκετά καλά αυτή την τραγική και μεταμορφωτική διάσταση των ερωτικών. Η ιδέα κορυφώνεται με τον εκπληκτικό ισχυρισμό του Σωκράτη στον Φαίδρο (244a-245c) ότι ο έρωτας είναι πράγματι μια τρέλα, αλλά ότι ορισμένες μορφές τρέλας είναι στην πραγματικότητα δώρα από τους θεούς.

Η παθιασμένη επιθυμία είναι ακριβώς ένα τέτοιο δώρο, που διευρύνει τους ηθικούς και συναισθηματικούς μας ορίζοντες, δημιουργώντας νέες διαστάσεις συμπόνιας και φροντίδας. Μπορεί κανείς να επιθυμεί με πάθος ένα άλλο πρόσωπο – μπορεί να επιθυμεί με πάθος ένα θεϊκό ον. Τα ερωτικά διαθέτουν ένα ευρύ φάσμα και μια ιερή συμβολική διάσταση. Έτσι, ακόμη και στην αρχαιότητα, η θρησκεία πήγαινε αλλού.

Η Αν Κάρσον, της οποίας το Eros the Bittersweet αναφέρθηκε παραπάνω, ανέπτυξε μια ολόκληρη φιλοσοφία του έρωτα που στηρίζεται στα ποιητικά αποσπάσματα της Σαπφούς και στον Φαίδρο του Πλάτωνα. Προσφέρει μια υπέροχη αναλογία μεταξύ του φλερτ της γνώσης και του φλερτ του έρωτα. Το να ερωτεύεσαι και το να γνωρίζεις εμπεριέχουν και τα δύο παθιασμένη επιθυμία – και οι δύο μεταμορφώνουν και διευρύνουν αναγκαστικά τον εαυτό. Πρόκειται για εμπειρίες όπου το κεφάλι και η καρδιά διαπλέκονται και η προσοχή μας γίνεται απείρως λεπτότερη.

Θα ήταν απελπιστικά μειωτικό να εξισώσουμε τον έρωτα με το σεξ, όπως προσπάθησαν να κάνουν ορισμένοι σύγχρονοι στοχαστές. Οφείλουμε τη σύγχρονη αντίληψή μας για τη «σεξουαλική ταυτότητα» στη σύγχρονη ψυχολογία, η οποία ασχολήθηκε με την έννοια αυτή στα τέλη του 19ου αιώνα. Οι μετασχηματισμοί που εμπλέκονται σε μια τέτοια έννοια είναι εκτεταμένοι. Το σεξ, άλλωστε, είναι κάτι που κάνουν πολλοί άνθρωποι (όχι όλοι). Η σεξουαλική ταυτότητα, αντίθετα, είναι κάτι που έχουν όλοι οι άνθρωποι (ακόμη και ο «άγαμος» είναι μια σεξουαλική ταυτότητα).

Η διάκριση μεταξύ του είναι και του πράττειν ήταν πολύ σημαντική στην αρχαία ελληνική φιλοσοφία. Αυτό που θέλω να επισημάνω είναι ότι η σημερινή μας εκδοχή των «πολιτισμικών πολέμων», τουλάχιστον στη σεξουαλική τους διάσταση, έχει περισσότερο νόημα αν δώσουμε προσοχή σε αυτήν τη διάκριση. Οι νόμοι έχουν σχεδιαστεί για να ρυθμίζουν τη δραστηριότητα, όχι την ταυτότητα. Αλλά το ηθικό διακύβευμα μιας συζήτησης αυξάνεται αναγκαστικά όταν συζητάμε για την ταυτότητά μας, για το ποιοι είμαστε, και όχι για το τι μπορούμε ή δεν μπορούμε να επιλέξουμε να κάνουμε.

Κατά ειρωνικό τρόπο, όταν η κλασική φιλολογία και η ψυχολογία αναδύθηκαν ως πανεπιστημιακές επιστήμες στα τέλη του 18ου και στις αρχές του 19ου αιώνα, τότε τα ερωτήματα σχετικά με τη σεξουαλικότητα της Σαπφούς έγιναν κεντρικά και πρόσφατα αμφιλεγόμενα. Δεδομένου ότι καταγόταν από το νησί της Λέσβου και ότι συλλογιζόταν με τόσο πάθος τις νεαρές γυναίκες του κύκλου της, ο όρος «λεσβία» συνδέθηκε με τη νέα ψυχολογική κατηγορία της σεξουαλικής ταυτότητας. Ορισμένοι ρομαντικοί εξήραν τα πάθη της Σαπφούς, ενώ ορισμένοι βικτωριανοί βρήκαν δημιουργικούς τρόπους να αποερωτικοποιήσουν την ποίησή της, όταν δεν την καταδίκαζαν ευθέως. Αυτή η αμφιταλαντευόμενη χρήση μιας αρχαίας Ελληνίδας ποιήτριας για την επιβεβαίωση ή την αντιμετώπιση των σύγχρονων ηθικών απόψεων για την ανθρώπινη σεξουαλικότητα συνεχίστηκε και τους επόμενους αιώνες.

Η τετράτομη Ιστορία της σεξουαλικότητας (1976-1984) του Μισέλ Φουκώ προσπάθησε να αφηγηθεί αυτή την ιστορία. Ενώ πρόκειται για μια περίπλοκη ιστορία κατά τον Φουκώ, νομίζω ότι το ηθικό της δίδαγμα είναι πολύ κομψό και αρκετά απλό. Το σεξουαλικό υποκείμενο, κατέληξε ο Φουκώ, είναι σαφώς σύγχρονο, προϊόν της ψυχολογίας και του ενδιαφέροντός της για τη διαμόρφωση της σεξουαλικής ταυτότητας. Αλλά το επιθυμητικό υποκείμενο είναι αιώνιο. Η Σαπφώ και ο Πλάτωνας είναι δύο από τους πιο εύγλωττους αρχαίους υποστηρικτές της επιθυμίας. Όπως γνώριζαν καλά, ο έρωτας αλλάζει τον εαυτό, διευρύνοντας τα όριά του και τις πνευματικές του δυνατότητες. Μας αποδίδεται ένας ευρύτερος και πιο περιεκτικός εαυτός, πιο ικανός για συμπόνια και φροντίδα.

Η Καναδή ποιήτρια και κλασικίστρια Αν Κάρσον, ανέπτυξε μια ολόκληρη φιλοσοφία του έρωτα που στηρίχθηκε στα ποιητικά αποσπάσματα της Σαπφούς και στον «Φαίδρο» του Πλάτωνα.

 

Ποιο είναι το μέλλον των Ελληνικών Σπουδών στα Πανεπιστήμια των ΗΠΑ;

Το 1903, μόλις επτά χρόνια μετά τη Σύγχρονη Ολυμπιακή Αναβίωση, οι δευτεροετείς φοιτήτριες του Κολλεγίου Barnard στη Νέα Υόρκη προκάλεσαν τις πρωτοετείς φοιτήτριες σε μια σειρά αθλητικών και καλλιτεχνικών αγώνων. Έτσι γεννήθηκαν οι «Ελληνικοί Αγώνες» στο Μπάρναρντ. Εξελίχθηκαν σε ένα εξαιρετικό πολιτιστικό φαινόμενο και ήταν ιδιαίτερα δημοφιλείς στο ευρύτερο κοινό – έγιναν μία από τις πιο περιζήτητες εκδηλώσεις στο Μανχάταν. Οι γυναίκες του Μπάρναρντ αφιέρωναν τους αγώνες κάθε χρόνο σε έναν διαφορετικό ελληνικό θεό, συνέθεταν μουσική και ποίηση, σχεδίαζαν κοστούμια, ακόμη και κατασκεύαζαν άρματα, όλα καινούργια για τον διαγωνισμό κάθε έτους.

Την επαναστατική άνοιξη και το καλοκαίρι του 1968, φοιτητές πανεπιστημίων σε όλη την Ευρώπη και τις ΗΠΑ ζήτησαν ριζικές αλλαγές στα πανεπιστημιακά προγράμματα σπουδών και άλλες εκπαιδευτικές πρακτικές. Στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια, ακριβώς απέναντι από το Μπάρναρντ στο Μπρόντγουεϊ, οι φοιτητές κατέλαβαν τα κτίρια της διοίκησης και άντεξαν για εβδομάδες προτού αποβληθούν με τη βία. Τα αιτήματά τους ήταν πολλά, μεταξύ των οποίων καλύτεροι μισθοί για το πανεπιστημιακό προσωπικό, πιο δίκαιες πανεπιστημιακές πρακτικές απόκτησης ακινήτων στη γειτονιά Morningside, απεμπλοκή του πανεπιστημίου από τις στρατιωτικές συμβάσεις και δημιουργία νέων προγραμμάτων σπουδών στις Αφροαμερικανικές Σπουδές και τις Γυναικείες Σπουδές.

Η φοιτητική κατάληψη στο Κολούμπια έτυχε να ξεκινήσει την εβδομάδα του Απριλίου που ήταν προγραμματισμένοι να διεξαχθούν οι Ελληνικοί Αγώνες στο Κολέγιο Μπάρναρντ. Σε ένδειξη αλληλεγγύης στις φοιτήτριες της απέναντι πλευράς του δρόμου, οι γυναίκες του Μπάρναρντ ακύρωσαν τους Ελληνικούς Αγώνες του 1968. Την επόμενη χρονιά ακύρωσαν οριστικά τους Ελληνικούς Αγώνες, θεωρώντας ότι «δεν έχουν πλέον σχέση» με τις ανησυχίες των φοιτητών.

Εξέγερση των φοιτητών του Πανεπιστημίου Κολούμπια, 1968.

 

Από αυτή την ιστορική απόσταση, μπορούμε να καταλάβουμε τι σκέφτονταν οι γυναίκες του Μπάρναρντ. Απέρριπταν τους παραδοσιακούς τρόπους με τους οποίους διδάσκονταν τα ελληνικά στο Μπάρναρντ και αλλού, από τότε που καθιερώθηκε η Κλασική Φιλολογία τον 19ο αιώνα και οι Ελληνικοί Αγώνες το 1903. Απέρριπταν την απαρχαιωμένη ρητορική που ισχυριζόταν ότι ο ελληνικός πολιτισμός ήταν ο «μεγαλύτερος πολιτισμός» και η αρχαία Ελλάδα η μοναδική «παιδική ηλικία της Ευρώπης». Απέρριψαν τον έμμεσο ταξισμό και τον ελιτισμό της κλασικής μάθησης. Επιθυμούσαν να αντικαταστήσουν αυτές τις κλασικίζουσες ευαισθησίες με πιο πολυπολιτισμικές και πολυεθνικές. Τους φοιτητές αυτούς οφείλουμε να ευχαριστήσουμε για τη δημιουργία τμημάτων Αφροαμερικανικών Σπουδών και Γυναικείων Σπουδών σε όλες τις ΗΠΑ (αλλά και στην Ευρώπη). Αλλά μία από τις ακούσιες συνέπειες αυτών των μεταρρυθμίσεων του προγράμματος σπουδών ήταν η περιθωριοποίηση των Κλασικών και των Κλασικών Σπουδών.

Ποτέ δεν ήταν μια πρόταση είτε-είτε, αλλά άρχισε να φαίνεται έτσι. Τώρα, περισσότερο από μια γενιά μετά από αυτές τις κρίσιμες μεταρρυθμίσεις του προγράμματος σπουδών, είμαστε σε καλύτερη θέση να επαναδιατυπώσουμε αυτές τις προτάσεις του προγράμματος σπουδών με τη μορφή ενός ερωτήματος «τόσο το ένα όσο και το άλλο». Δεν υπάρχει ασυμβίβαστο μεταξύ της ύπαρξης ισχυρών προγραμμάτων Αφροαμερικανικών ή Αφρικανικών Σπουδών, Γυναικείων Σπουδών και Κλασικών Σπουδών.

Τα τελευταία τριάντα χρόνια, τα πιο επιτυχημένα προγράμματα Κλασικών Σπουδών μού φαίνεται ότι έχουν ξεπεράσει τις αυστηρά φιλολογικές και αυστηρά κλασικιστικές προσεγγίσεις του αρχαίου κόσμου και έχουν αξιοποιήσει τους πόρους της ανθρωπολογίας, μεταξύ άλλων κλάδων, για να μπορέσουν τα αρχαία υλικά να μιλήσουν για πιο σύγχρονες ανησυχίες. Ιδιαίτερα αξιοσημείωτη ήταν η εφαρμογή των κατηγοριών της ταυτότητας στον αρχαίο κόσμο: φυλή και εθνικότητα, φύλο, σεξουαλικότητα, θρησκεία και τάξη. Η αρχαία Ελλάδα παρέχει ένα θαυμάσιο και εκτεταμένο αρχείο προβληματισμού για όλες αυτές τις έννοιες και τους προβληματισμούς. Στις προηγούμενες παρατηρήσεις μου, για παράδειγμα, πρότεινα μια σημαντική διάσταση της διαφορετικότητας της Ελλάδας στους ερωτικούς της προβληματισμούς.

Ο στόχος τώρα είναι να παρουσιαστεί η συνεχιζόμενη σημασία του Ελληνισμού με νέους όρους: ως αποφασιστικά κοσμοπολίτικη και ως ένα ουσιαστικό κομμάτι της Παγκόσμιας Κληρονομιάς. Με αυτόν τον τρόπο προσπαθήσαμε να παρουσιάσουμε τον Ελληνισμό στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Τζόρτζια υπό την αιγίδα του Κέντρου Ελληνικών Σπουδών. Η πρόταση συνεχίζει να αποδίδει καρπούς.

 

Συνέντευξη στην Ι.Λ.

Πηγή: Greek News Agenda | Rethinking Greece

 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

  1. John F. Callahan, ed., The Collected Essays of Ralph Ellison (Νέα Υόρκη: The Modern Library, 1995), 482-483, italics mine.
  2. Walter Kerr, Tragedy and Comedy (New York, NY: Simon and Shuster, 1967), 35.
  3. Anne Carson, Eros the Bittersweet: (Princeton University Press, 1986), 39.

 

 

Η βυθισμένη πόλη του Γκουτζαράτ

Οι άνθρωποι πάντα γοητεύονταν από τα αρχαία μυστικά και τις συναρπαστικές ανακαλύψεις. Η υποβρύχια αρχαιολογία, που ψάχνει να βρει τις ιστορίες που κρύβονται κάτω από την επιφάνεια του νερού, έχει αποκαλύψει μέχρι σήμερα εκπληκτικά μυστικά σε ωκεανούς και λίμνες.

Η ανακάλυψη μίας χαμένης αρχαίας πόλης στα ανοικτά των ακτών της Ινδίας είναι μία από αυτές. μπορεί να αλλάξει τον τρόπο που σκεφτόμαστε για τους αρχαίους πολιτισμούς.

Μύθος και ανακάλυψη της υποβρύχιας πόλης

Για πολλούς αιώνες, θρύλοι και αρχαία γραπτά μιλούσαν για μια μαγευτική πόλη της Ινδίας που βυθίστηκε κάτω από το νερό. Οι άνθρωποι συχνά πίστευαν ότι αυτά ήταν απλώς μύθοι. Ωστόσο, θαλάσσιοι αρχαιολόγοι πραγματοποίησαν έρευνες και ανακάλυψαν βυθισμένα ερείπια που αντιστοιχούσαν στους αρχαίους θρύλους. Αυτή η ανακάλυψη οδήγησε σε περαιτέρω έρευνες, που επιβεβαίωσαν ότι όντως υπήρχε μια βυθισμένη πόλη σε εκείνο το σημείο.

Η ανακάλυψη έγινε στα ανοιχτά της ακτής του Γκουτζαράτ, κοντά στον Κόλπο του Καμπάτ (Κόλπος του Καμπέυ). Τα ισχυρά ρεύματα και η κακή ορατότητα δυσχέραιναν την εξερεύνηση, ωστόσο, με τη βοήθεια σόναρ και υποβρυχίων drone, οι αρχαιολόγοι κατάφεραν εξετάσουν διεξοδικά την υποβρύχια τοποθεσία. Οι καταδύσεις έδειξαν ότι επρόκειτο για μια άλλοτε ζωντανή και δυναμική πόλη.

Χαμένη υποβρύχια πόλη στην Ινδία: Ιστορική ανακάλυψη
Oι ερευνητές ανακάλυψαν τη χαμένη πόλη στα ανοιχτά της ακτής του Γκουτζαράτ, κοντά στον Κόλπο του Καμπάτ. (Public Domain)

 

Αποκαλύπτοντας τα μυστικά της πόλης

Οι αρχαιολογικές έρευνες έφεραν στο φως αγγεία, εργαλεία και οικοδομικά κατάλοιπα, χάρη στα οποία οι αρχαιολόγοι σχημάτισαν μια εικόνα για την καθημερινή ζωή των κατοίκων της πόλης. Μεταξύ των πιο σημαντικών ευρημάτων συγκαταλέγονται επιγραφές και γλυπτά που ρίχνουν φως στις πολιτιστικές και θρησκευτικές πρακτικές αυτού του αρχαίου πολιτισμού. Αυτά τα ευρήματα βοήθησαν επίσης να ανασυσταθεί η ιστορία της χαμένης πόλης, προσφέροντας πολύτιμες γνώσεις για το παρελθόν της.

Τα κτίρια που ανακαλύφθηκαν είναι ανθεκτικές κατασκευές, αλλά και όμορφα διακοσμημένα με λεπτοδουλεμένα σκαλίσματα, και αποδεικνύουν τη δημιουργικότητα και τις ικανότητες των ανθρώπων που τα κατασκεύασαν. Η διάταξη της πόλης δείχνει ότι ήταν καλά σχεδιασμένη και κατασκευασμένη από έμπειρους μηχανικούς. Αυτά τα ευρήματα θυμίζουν χαρακτηριστικά άλλων πόλεων εκείνης της περιοχής, γεγονός που υποδηλώνει μια ιστορική συνέχεια.

Ιστορικό πλαίσιο και σημασία

Η ανακάλυψη της χαμένης υποβρύχιας πόλης έχει σημαντικό αντίκτυπο στην κατανόηση της ινδικής ιστορίας, καθώς υποδηλώνει ότι είχε αναπτυχθεί εκεί ένας προηγμένος πολιτισμός πριν από γνωστά ιστορικά αρχεία. Αυτή η νέα ανακάλυψη μπορεί να αλλάξει το χρονικό πλαίσιο και την κατανόησή μας για την αρχαία ινδική κοινωνία. Αντικείμενα και δομές από τη βυθισμένη πόλη παρέχουν έναν σύνδεσμο με μια περασμένη εποχή, εμπλουτίζοντας τη γνώση της πολιτιστικής και ιστορικής κληρονομιάς της Ινδίας.

Οι απόψεις των επιστημόνων ακόμα διίστανται σχετικά με τη λειτουργία της πόλης στο παρελθόν. Μερικοί πιστεύουν ότι ήταν ένα σημαντικός εμπορικός σταθμός, ενώ άλλοι ότι ήταν ένα θρησκευτικό ή πολιτισμικό κέντρο, όπου συγκεντρώνονταν οι άνθρωποι για εκδηλώσεις ή τελετές.

Υπάρχουν, επίσης, αρκετές εικασίες για το πώς κατέληξε η πόλη κάτω από το νερό. Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι η βύθισή της μπορεί να προκλήθηκε από μία σημαντική φυσική καταστροφή, όπως ένας σεισμός ή ένα τσουνάμι. Άλλοι ισχυρίζονται ότι η στάθμη της θάλασσας ανέβαινε σιγά σιγά και με τον καιρό κάλυψε την πόλη.

Χαμένη υποβρύχια πόλη στην Ινδία: Ιστορική ανακάλυψη
Η σύγχρονη τεχνολογία μπορεί να αποκαλύψει κρυμμένες ιστορίες και να δώσει περισσότερες πληροφορίες για τις αρχαίες κοινωνίες. (James Hunter)

 

Με την αρωγή της σύγχρονης τεχνολογίας, οι αρχαιολόγοι μπορούν όχι μόνο να ανακτήσουν πολλά στοιχεία για τη βυθισμένη πόλη, αλλά και να τα συγκρίνουν με άλλα ευρήματα, αυξάνοντας τις γνώσεις μας για τις αρχαίες κοινωνίες και τις αλλαγές που υφίσταντο με την πάροδο των ετών. Οι τρισδιάστατοι χάρτες και η μελέτη DNA από οστά που βρέθηκαν στον χώρο αποκαλύπτουν περισσότερα για το ποιοι έζησαν σε αυτό το μέρος και πώς. Καθώς οι έρευνες συνεχίζονται, μπορεί να ανακαλύψουν κτίρια και αντικείμενα που θα παρέχουν ακόμη πιο σημαντικές ενδείξεις για αυτόν τον αρχαίο πολιτισμό.

Της Viena Abdon

Έκθεση τριών επαναπατρισθέντων αρχαιοτήτων στον χώρο υποδοχής του Αρχαιολογικού Μουσείου Πατρών

Η Εφορεία Αρχαιοτήτων Αχαΐας, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Τεκμηρίωσης και Προστασίας Πολιτιστικών Αγαθών και τη Διεύθυνση Αρχαιολογικών Μουσείων, Εκθέσεων και Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων του Υπουργείου Πολιτισμού, παρουσιάζουν έως τις 22 Δεκεμβρίου 2024, στον χώρο υποδοχής του Αρχαιολογικού Μουσείου Πατρών, τρία (3) αρχαία έργα που επαναπατρίσθηκαν στις 22 Ιανουαρίου 2024 από το Μουσείο M.C. Carlos του Πανεπιστημίου Emory, με έδρα την Ατλάντα των ΗΠΑ.

Τα τρία αρχαία αντικείμενα που είχαν αγοραστεί από το Μουσείο M.C. Carlos το 2002 και 2003, είχαν ένα κοινό στοιχείο: προέρχονταν από λαθρανασκαφές στην Ελλάδα τις δεκαετίες του 1980 και 1990 και η αλυσίδα της διακίνησής τους τα είχε οδηγήσει στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Πρόκειται για τις εξής αρχαιότητες:

1. Πήλινη μινωϊκή λάρνακα με γραπτή παράσταση ψαριών (μέσα 14ου αι. π.Χ.)

2. Μαρμάρινη καθιστή ανδρική μορφή από αττικό επιτύμβιο ναΐσκο (350-325 π.Χ.)

3. Μαρμάρινο αγαλμάτιο Αρτέμιδος που στηρίζεται σε κορμό δέντρου (β΄ μισό 2ου αι. π.Χ.

Οι συγκεκριμένες αρχαιότητες εκτίθενται στον ίδιο ακριβώς χώρο με την περιοδεύουσα φωτογραφική έκθεση που φέρει τον τίτλο: «Κλεμμένο παρελθόν –

Χαμένο μέλλον», που παρουσιάζεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πατρών από τις 20 Ιουνίου 2024.

Έτσι με την συνύπαρξη των δύο εκθέσεων, δηλαδή της φωτογραφικής αλλά και των επαναπατρισθέντων πρωτότυπων αρχαιοτήτων δίνεται η δυνατότητα στους επισκέπτες να ενημερωθούν και να ευαισθητοποιηθούν σε θέματα σχετικά με την καταπολέμηση του διεθνούς εγκλήματος της αρχαιοκαπηλίας και της παράνομης διακίνησης πολιτιστικών αγαθών, αλλά και την ανάδειξη των κοινών προσπαθειών για τη διαφύλαξη της πολιτιστικής κληρονομιάς σε κρατικό, ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο.

Η είσοδος στη συγκεκριμένη έκθεση είναι ελεύθερη, τις ημέρες και ώρες λειτουργίας του Αρχαιολογικού Μουσείου Πατρών.

Αρχαιολογικό Μουσείο Πατρών

Ν.Ε.Ο. Πατρών Αθηνών 38-40, Τ.Κ. 26442.

e-mail: efaacha@culture.gr.

τηλ. επικοιν.: 2613 616177

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ | ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ & ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ | ΕΦΟΡΕΙΑ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΑΧΑΪΑΣ

Η Εύη Πίνη μιλά για την ιστορία της «Κυράς της Ελευσίνας» και το βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών

Είκοσι χρόνια πριν ξεκινήσει η Επανάσταση του 1821, ένας άλλος «πόλεμος» είχε ήδη ξεσπάσει: Ο πόλεμος για τα αρχαία! Κάπως έτσι αρχίζει ο πρόλογος του βιβλίου της αρχαιολόγου Εύης Πίνη «Η Κυρά της Ελευσίνας και άλλες ιστορίες» (εκδόσεις Πατάκη), με θέμα τρεις γνωστές και λιγότερο γνωστές λεηλασίες αρχαιοτήτων, που διέπραξαν ξένοι περιηγητές στη χώρα μας στα τέλη του 18ου με αρχές του 19ου αιώνα, το οποίο πήρε πρόσφατα το βραβείο παιδικής λογοτεχνίας από την Ακαδημία Αθηνών.

«Η Κυρά της Ελευσίνας…», όμως, δεν απευθύνεται μόνο σε παιδιά και νέους, αλλά σε αναγνώστες κάθε ηλικίας. Κι αυτό επειδή οι ιστορίες που έχει επιλέξει να παρουσιάσει η συγγραφέας του όχι μόνο στηρίζονται σε πραγματικά γεγονότα, που αποτυπώνουν τις καταστροφές και τις λεηλασίες των μνημείων της Ελλάδας λίγα χρόνια πριν από την Επανάσταση του 1821, αλλά έχουν προκύψει μέσα από έρευνα που η αρχαιολόγος και υπεύθυνη των εκπαιδευτικών προγραμμάτων της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πειραιώς και Νήσων διεξήγαγε σε βάθος.

Τι την παρακίνησε, όμως, να γράψει εξαρχής αυτό το βιβλίο; «Το 2021, όταν γιορτάζαμε τα 200 χρόνια από την ελληνική επανάσταση, μου προτάθηκε από τις εκδόσεις Παπαδόπουλος να συμμετάσχω σε μια συλλογική έκδοση με τίτλο ’21 + 1 συγγραφείς γράφουν για το 1821′. Μάλιστα, μου ζητήθηκε στο διήγημά μου να αποτυπώνεται η ‘αρχαιολογική ματιά’ για το 1821. Αυτό με καθοδήγησε να σκεφτώ τις λεηλασίες των αρχαιοτήτων που διαπράχθηκαν από Ευρωπαίους περιηγητές λίγα χρόνια πριν ξεσπάσει η Επανάσταση και έγραψα ένα διήγημα με τίτλο ‘Ονειρεύομαι την πατρίδα’ και πρωταγωνιστή ένα γλυπτό από το ναό της Αφαίας που σήμερα βρίσκεται στο Μόναχο. Έτσι άρχισα να ασχολούμαι με το θέμα και να μελετώ τη βιβλιογραφία, όπου βρήκα πολλές ενδιαφέρουσες ιστορίες για τη δράση των περιηγητών και έτσι κάπως άρχισε να σχηματίζεται στο μυαλό μου η ιδέα για την ‘Κυρά της Ελευσίνας’», εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Εύη Πίνη, που επικεντρώθηκε σε τρεις ιστορίες λεηλασιών αρχαιοτήτων στην Ελλάδα: την Καρυάτιδα της Ελευσίνας, την Αφροδίτη της Μήλου και τα γλυπτά της Αφαίας στην Αίγινα.

Ήταν δύσκολη η επιλογή και η δημιουργία της μυθοπλασίας με τους διαλόγους που χρησιμοποίησε; «Ομολογώ ότι η επιλογή δεν ήταν εύκολη. Είχα γράψει πολύ περισσότερες ιστορίες, αλλά κατέληξα, κουβεντιάζοντας και με τον υπεύθυνο της έκδοσης, να συμπεριλάβω στο βιβλίο δυο υποθέσεις σχετικά άγνωστες, την Καρυάτιδα του Κέιμπριτζ και τους Αιγινήτες, και μία πολύ γνωστή, την Αφροδίτη της Μήλου. Η μυθοπλασία προέκυψε εύκολα, γιατί οι πρωταγωνιστές αυτών των ιστοριών μάς άφησαν τα ημερολόγιά τους και τη μεταξύ τους αλληλογραφία. Οπότε, υπήρχε πολύ υλικό για να εμπνευστώ», απαντά η συνομιλήτρια του ΑΠΕ-ΜΠΕ.

Την ίδια περίοδο, αρχές του 19ου αιώνα, λεηλατήθηκαν και τα γλυπτά του Παρθενώνα από τον Έλγιν και τους συνεργάτες του – μάλιστα ο επικεφαλής του συνεργείου του, ο Ιταλός ζωγράφος Λουζιέρι, εμφανίζεται ως … δευτεραγωνιστής σε μια από τις ιστορίες. Για ποιο λόγο η ίδια δεν έγραψε γι’ αυτήν την αρπαγή; «Στην πρώτη εκδοχή του κειμένου υπήρχε και μια ιστορία για τα γλυπτά του Παρθενώνα, αλλά αναγκαστικά, εφόσον έπρεπε να επιλέξω, η ιστορία αυτή έμεινε εκτός. Άλλωστε έχουν γραφτεί τόσα για τις λεηλασίες και τις καταστροφές που διέπραξε ο Έλγιν που μια ακόμη ιστορία ίσως δεν θα είχε να προσφέρει κάτι», επισημαίνει η Εύη Πίνη, που αισθάνθηκε «μεγάλη χαρά, όπως είναι φυσικό» για τη βράβευσή της από την Ακαδημία Αθηνών (Ίδρυμα Κώστα και Ελένης Ουράνη). Θυμάται δε «με συγκίνηση την τελετή βράβευσης. Και επειδή αυτό συνέβη μέσα στην περίοδο των Χριστουγέννων ήταν σαν να μου έφερε ένα μεγάλο και απρόσμενο δώρο ο Άγιος Βασίλης!», σημειώνει χαρακτηριστικά η συγγραφέας, που ετοιμάζει ένα ακόμα  βιβλίο, το οποίο αφορά πάλι μια υπόθεση αρχαιοκαπηλίας.

«Είναι ένα θέμα που μας ‘καίει’ εμάς τους αρχαιολόγους και γι’ αυτό το επιλέγω, θέλοντας να μιλήσω στο νεανικό κοινό για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς. Αυτή τη φορά όμως δεν θα είναι ιστορικό μυθιστόρημα, αλλά μια υπόθεση μυστηρίου και θα εκτυλίσσεται στο σήμερα», καταλήγει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.

Ας αναφέρουμε κάποια ενδιαφέροντα στοιχεία από το βιβλίο για τις αρχαιότητες που λεηλατήθηκαν:

Η «κυρά της Ελευσίνας»

«Η Καρυάτιδα του Κέιμπριτζ, όπως ονομάζεται πλέον το άγαλμα, χρονολογείται στον 1ο αι. π.Χ. Ήταν τοποθετημένη στα μικρά προπύλαια του ιερού της Δήμητρας στην Ελευσίνα, μαζί με μία ακόμη Καρυάτιδα, για να στηρίζουν σαν κίονες την οροφή του κτιρίου. Τα δυο γλυπτά καταστράφηκαν όταν λεηλατήθηκε το ιερό της Δήμητρας από τους Γότθους το 395 π.Χ. Η Καρυάτιδα του Κέμπριτζ βρέθηκε το 1676 από χωρικούς της περιοχής. Το άγαλμα έμεινε στη θέση του και συνδέθηκε με λαϊκές δοξασίες, καθώς οι αγρότες τη θεωρούσαν προστάτιδα των καλλιεργειών τους…»

Οι «Αιγινήτες», τα γλυπτά του ναού της Αφαίας

«Ο ναός της Αφαίας είναι κτισμένος στην κορυφή ενός πευκόφυτου λόφου, στο βορειοανατολικό τμήμα της Αίγινας, και χρονολογείται γύρω στο 500/549 π.Χ. Τα γλυπτά που διακοσμούσαν τα αετώματα του ναού της Αφαίας έχουν και τα δύο ως θέμα τους τις μυθικές εκστρατείες στην Τροία, όπου διακρίθηκαν Αιγινήτες ήρωες […] Οι ‘Αιγινήτες’, όταν εκτέθηκαν στη Γλυπτοθήκη του Μονάχου το 1830, εντυπωσίασαν και εξέπληξαν τους φιλότεχνους της Ευρώπης για τις τολμηρές στάσεις των σωμάτων τους, αλλά και για το χρώμα που σωζόταν σε πολλά σημεία τους …»

Η Αφροδίτη της Μήλου

«Το άγαλμα είναι κατασκευασμένο από παριανό μάρμαρο και χρονολογείται γύρω στα 150-125 π.Χ […] Σύμφωνα με τις αναφορές της εποχής, μαζί βρέθηκαν τρία θραύσματα από χέρια, ίσως της Αφροδίτης. Ένα από τα θραύσματα ήταν το άκρο αριστερού χεριού που κρατούσε μήλο […] Η ιστορία της ανεύρεσης του αγάλματος είναι αρκετά μπλεγμένη, γι’ αυτό και οι αφηγήσεις που μας άφησαν κάποιοι από τους βασικούς πρωταγωνιστές δεν συμφωνούν μεταξύ τους. Γι’ αυτό, ακόμα και σήμερα δεν είμαστε τελείως βέβαιοι πώς ακριβώς βρέθηκε η Αφροδίτη, πώς κατέληξε στα αμπάρια του Εσταφέτ, τι συνέβη στην παραλία και το πιο σημαντικό: βρέθηκαν τα χέρια μαζί με τον κορμό του αγάλματος και, αν βρέθηκαν, τι απέγιναν; … ».

Η εικονογράφηση έγινε από τη Λέλα Στρούτση. Φωτογραφία εξωφύλλου: Εκδόσεις Πατάκη.

Της Ελένης Μάρκου

Η τέχνη του ψηφιδωτού – Μια προσέγγιση σε μια πανάρχαια μνημειακή τέχνη

 

Τι είναι το ψηφιδωτό; Από πού πηγάζει η ονομασία του;* Ποια είναι η τεχνική αλλά και η ιστορική του διαδρομή στη διαρκή πορεία του; Ερωτήματα των οποίων την απάντηση ελπίζουμε ότι θα βρει ο αναγνώστης ακολουθώντας τη σειρά άρθρων του ψηφιδογράφου και συγγραφέα Γιάννη Λουκιανού.

Στο πρώτο μέρος, παρουσιάζονται ψηφιδωτά της ελληνιστικής περιόδου, στο δεύτερο της ρωμαϊκής, στο τρίτο της βυζαντινής και στο τέταρτο  σύγχρονα ψηφιδωτά στην Ευρώπη και την Ελλάδα. Σε ξεχωριστά άρθρα, θα παρουσιαστούν τεχνικές της ψηφιδογραφίας.

Η τάση που χαρακτηρίζει τους φίλους αυτής της τέχνης για μια ευρύτερη γνώση των ψηφιδωτών του κόσμου είναι το ίδιο αδιάπτωτη με τη δική μας ανάγκη. Επιθυμία μας, που πιστεύουμε πως είναι και του κάθε αναγνώστη, η δυνατότητα για δημοσίευση όσο το δυνατόν περισσότερων έργων.

Έτσι, εκτός από μερικά μνημειακά έργα, όπως, για παράδειγμα, το κυνήγι του ελαφιού από την Πέλλα, ή κάποιο εξαίρετο έργο της βυζαντινής τέχνης από τη Μονή Δαφνίου, παρουσιάζονται και ψηφιδωτά που δεν έχουν τύχει μεγάλης δημοσιότητας, αλλά και έργα που έχουμε τη χαρά να βλέπουμε να δημοσιεύονται για πρώτη φορά, όπως αυτά του «Κεραμεικού».

Ελληνιστική περίοδος

Καθοριστική περίοδος και απαρχή για το αντικείμενο αυτού του άρθρου/πονήματος υπήρξε η κλασική αρχαιότητα, και περισσότερο η ελληνιστική. Αυτή η τέχνη της διακόσμησης ξεκινάει δειλά σε προηγούμενες περιόδους, που μπορεί να φτάσουν μέχρι το 3000 π.Χ., σε τόπους και λαούς όπως της Αιγύπτου και της Μεσοποταμίας. Χαρακτηρίζεται όμως από έναν πρωτογονισμό σε σχέση με ό,τι θαυμαστό επακολούθησε στην πορεία του ψηφιδωτού.

Ψηφιδωτός διάκοσμος με κωνικά ψηφία στο ναό Εάνα στην πόλη Ουρούκ (περ 3500 π.Χ.).

 

Διακόσμηση δαπέδου με μικρά βότσαλα. Μάλια Κρήτης ΚρητοΜυκηναϊκή περίοδος 1400 -1200 π.Χ.

 

Ένα δάπεδο στο Γόρδιο της Φρυγίας, του 8ου π.Χ. αιώνα είναι από τα αρχαιότερα σωζόμενα έργα, ενώ δύο αιώνες αργότερα προπομπός σε ότι ενθουσιώδες θα ακολουθήσει είναι ένα ψηφιδωτό του 6ου π.Χ αιώνα φτιαγμένο από μικρά βότσαλα με θέμα από την ελληνική μυθολογία.

 

Έτσι, τα πρώτα ουσιαστικά βήματα λαμβάνουν χώρα σχεδόν δυόμιση χιλιάδες χρόνια πριν από σήμερα. Στα τέλη του 5ου προς τον 4ο π.Χ. αιώνα, διακοσμούνται τα δάπεδα κατοικιών της αρχαίας Κορίνθου και της Σικυώνας, ενώ ο Ιππόδαμος, αρχιτέκτονας από τη Μίλητο, διαπραγματεύεται μια καινούργια οικιστική άποψη στην Όλυνθο της Χαλκιδικής. Δημιουργεί μια μεσημβρινή πόλη, λουσμένη στο φως, και στολίζει τα δάπεδα των κατοικιών, κυρίως των ανδρώνων, με ψηφιδωτά.

Λίγο αργότερα, σε μια άλλη πόλη της Μακεδονίας, την Πέλλα, τη γενέτειρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, τα δάπεδα πολυτελών κατοικιών στολίζονται με συνθέσεις από βότσαλα, με αποτέλεσμα ο θαυμασμός γι’ αυτά να μην τελειώνει!

Κεντρικό διάχωρο αίθουσας της «Οικίας με τα μωσαϊκά». Το κεντρικό φυτικό θέμα περιστοιχίζεται από παραστάσεις θηρίων, Αριμασπών και Γρυπών. (370 π.Χ περίπου, αρχαιολογικός χώρος Ερέτριας). Στο κάτω μέρος του έργου, η Νηρηίδα Θέτις μεταφέρει τα όπλα του Αχιλλέα.

 

Ένα από τα παλαιότερα σωζόμενα έγγραφα για το ψηφιδωτό είναι ένα θραύσμα παπύρου από το 256-246 π.Χ., που δίνει οδηγίες για την τοποθέτηση ψηφιδωτού στο δάπεδο ενός λουτρού. Μωσαϊκά* είναι ακόμη γνωστό ότι χρησιμοποιήθηκαν σε πλοία. Επίσης στα μέσα του τρίτου αιώνα π.Χ. (246-238), γνωρίζουμε ότι ο Ιέρων Β’ των Συρακουσών έστειλε το δικό του πλοίο, τη «Συρακουσία», στην Αλεξάνδρεια για σιτηρά, αφού η ξηρασία είχε οδηγήσει σε κακή σοδειά. Το σκάφος προκάλεσε μεγάλο θαυμασμό, γιατί ορισμένες από τις καμπίνες του ήταν στολισμένες με ψηφιδωτά με θέματα  από την Ιλιάδα. Ο Σουητώνιος μας λέει ότι ο Καίσαρας έπαιρνε ακόμη και πλάκες από μωσαϊκό στις εκστρατείες του, πιθανώς για να εξασφαλίσει ότι το πάτωμα της σκηνής του δεν ήταν μόνο κομψό και εντυπωσιακό, αλλά και πιο υγιεινό από τα συνηθισμένα χαλιά ή δέρματα ζώων.

Είναι βέβαιο πως όταν ο Γνώσις, ο αρχαίος Έλληνας καλλιτέχνης, τελείωνε το έργο του με θέμα το κυνήγι του ελαφιού, θα αισθανόταν ιδιαίτερα υπερήφανος. Πριν από το τέλος του 4ου π.Χ. αιώνα (325-300 π.Χ.) είχε τελειώσει ένα ψηφιδωτό από μικρά βότσαλα ποταμών, το οποίο μαζί με τα υπόλοιπα έργα θα στόλιζαν τα δάπεδα πολυτελών κατοικιών στην Πέλλα. Στο δάπεδο ενός δωματίου κοντινού με αυτό της αρπαγής της Ελένης σώζεται ένα περίτεχνο ψηφιδωτό.  Οι ζωγράφοι της εποχής προτιμούσαν τα θέματα κυνηγιού. Φαίνεται ότι αποτελούσαν την κύρια διασκέδαση των Μακεδόνων βασιλέων και των ευγενών. Το θέμα περιβάλλεται από μαιάνδρους και πλούσιο φυτικό διάκοσμο. Δύο κυνηγοί νέοι στην ηλικία, σηκώνουν με μεγάλη ορμή τα όπλα τους για να πλήξουν ένα ελάφι, ενώ το σκυλί που τους συνοδεύει έχει βυθίσει τα δόντια του στο θήραμα. Πάνω δεξιά της σύνθεσης υπογράφει ο ψηφοθέτης του έργου: «ΓΝΩΣΙΣ ΕΠΟΗΣΕΝ». Ο προικισμένος αυτός καλλιτέχνης, μέσα από μια σύνθεση κίνησης, ιδιαίτερης πλαστικότητας και μιας νόησης, θα λέγαμε, ιδιότυπης, έκανε τομή στα μέχρι τότε δεδομένα και άνοιξε νέους δρόμους έκφρασης στην τέχνη της ζωγραφικής, χρήσιμους αιώνες μετά στη μετέπειτα πορεία της στον κόσμο της Δύσης.

«Το κυνήγι του ελαφιού». Δάπεδο από το «σπίτι της αρπαγής της Ελένης», στην αρχαία Πέλλα. 325 – 300 π.Χ. Αρχαιολογικό μουσείο Πέλλας. Ρεαλισμός και έντονες φωτοσκιάσεις σ’ αυτό το μοναδικό έργο, δείγμα της υψηλής αισθητικής της Ελληνιστικής περιόδου του τέλους του 4ου π.Χ. αιώνα. Θεωρείται ότι απετέλεσε την απαρχή της ευρωπαϊκής ζωγραφικής.

 

Έναν άλλο ομότεχνό του, τον Σώσο από την Πέργαμο, τον γνωρίζουμε από περιγραφές των έργων του από τον Πλίνιο τον πρεσβύτερο, που είναι και θαυμαστής του.  Με φυσικές χρωματιστές πέτρες πλέον, κομμένες σε μικρούς κύβους, ο Σώσος  γοητεύει τον κόσμο του 2ου π.Χ. αιώνα. Τα έργα του έχουν χαθεί, αλλά χάρις στον Πλίνιο τα αναγνωρίζουμε μέσα από τα αντίγραφα που φρόντισαν να αναπαράγουν με μεγάλη επιμέλεια Ρωμαίοι καλλιτέχνες.

Πριν από τα ψηφιδωτά του Γνώσιδος και των άλλων ψηφοθετών είναι αυτά που κοσμούσαν τους ανδρώνες των σπιτιών της αρχαίας Ολύνθου. Μερικές δεκάδες χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της Πέλλας, στη χερσόνησο της Χαλκιδικής, μια άλλη πόλη ήκμασε στα τέλη του 5ου π.Χ. αιώνα. Ο μυθικός ήρωας Βελλεροφόντης, έφιππος στο φτερωτό άλογό του, σκοτώνει τη Χίμαιρα. Ένα μυθολογικό θέμα που επίσης κοσμούσε δάπεδα της ελληνιστικής Ρόδου. Αυτό το θέμα, παράλληλα με Νηρηίδες, γρύπες και μαιάνδρους, στόλιζε τις πολυτελείς κατοικίες της αρχαίας αυτής πόλης.

Κατασκευασμένα με λευκά και μαύρα βότσαλα, είναι από τα αρχαιότερα έργα στον ελλαδικό χώρο. Προηγούνται, βέβαια, τα δάπεδα των ανακτόρων της μυκηναϊκής Τίρυνθας (1600-1200 π.Χ.). Της ίδιας δε περιόδου με αυτά της Ολύνθου είναι και της αρχαίας Κορίνθου, της Σικυώνας και των Μεγάρων. Κανείς δεν φανταζόταν – και οπωσδήποτε ούτε ο Ιππόδαμος, που σχεδίασε την αρχαία Όλυνθο – πως η τέχνη των βοτσαλωτών θα επιζούσε όμοια δύο χιλιάδες και πλέον χρόνια μετά, αφού θα στόλιζε τα σπίτια των νησιών του Αιγαίου, αλλά και αυτά στις ακτές της Λιγουρίας, γύρω από την Τζένοβα, στην Ιταλία. Είναι γνωστές οι σχέσεις των Γενουατών με τα νησιά του Αιγαίου και οι κτήσεις τους στην περιοχή. Και είναι πολύ πιθανόν αυτή η τέχνη να επανήλθε μέσω αυτών στον τόπο που γεννήθηκε, αφού στην υπόδουλη από τους Οθωμανούς Ελλάδα ήταν αδύνατον να επιζήσει μια περίπλοκη και αρκετά ακριβή τέχνη όπως αυτή.

Η επιλογή γι’ αυτά τα πολύ μικρά βότσαλα ήταν πολύ αυστηρή και επιτυγχανόταν όσον αφορά το μέγεθος με τη μέθοδο του κοσκινίσματος. Η συλλογή τους γινόταν στα ποτάμια, δίχως να αποκλείεται και αρκετά από αυτά να είναι από τις ακτές, ακόμη και αρκετά μακριά από την περιοχή. Ο Παυσανίας μάς πληροφορεί ότι υπήρχαν ωραιότατα βότσαλα σε μια ακτή στην Πελοπόννησο, κοντά στην Επίδαυρο.

Η συνήθεια του αρχαίου κόσμου να ψηφοθετεί με βότσαλα διατηρείται για μερικούς αιώνες και εξαπλώνεται σχεδόν σε όλη την επικράτεια των απογόνων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, κυρίως σε πόλεις που είναι κοντά στη θάλασσα.

Εκτός από τις προαναφερθείσες πόλεις, η Αθήνα, η Δήλος, η Ερέτρια, η Ρόδος, η Πέργαμος είναι τόποι με έντονη παρουσία σε αυτό το παιχνίδι της διακοσμητικής τέχνης. Από τα θαυμάσια έργα της Πέλλας, κάποια έχουν υποστεί φθορές και άλλα έχουν συντηρηθεί και αποκολληθεί από το έδαφος, εκτίθενται δε στο αρχαιολογικό μουσείο της ομώνυμης πόλης. Στα πρώτα ανήκει μια εξαίρετη σύνθεση με θέμα την αρπαγή της Ελένης από τον Θησέα. Είναι μια αρκετά μεγάλη παράσταση (περίπου 8,50 × 2,80 μ.), στην οποία φαντάζουν περίτεχνα τα τμήματα που σώζονται.

Η Αλεξάνδρεια, η μεγάλη αυτή πόλη της ελληνιστικής εποχής, διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην ιστορία του ψηφιδωτού του αρχαίου κόσμου. Εκεί, κατά πάσα πιθανότητα, γεννιέται η κυβική ψηφίδα, ανοίγοντας καινούριους ορίζοντες και δημιουργώντας νέες προοπτικές, αφού η χρωματική γκάμα μεγαλώνει και η ψηφίδα κόβεται πλέον στο εργαστήριο, ικανή να ανταποκριθεί στις οποιεσδήποτε ανάγκες του σχεδίου. Οι πέτρες, αλλά κυρίως τα μάρμαρα, προσφέρουν το εξαιρετικό υλικό τους και την ποικιλία των χρωμάτων τους.

Στο μουσείο της Πέλλας εκτίθενται εκτός από το περίφημο κυνήγι του λιονταριού και άλλα έργα, όπως ο Διόνυσος που φέρεται καθήμενος πάνω σε έναν πάνθηρα, λιτά και αρμονικά σχεδιασμένος, καθώς επίσης και ένα ζεύγος Κενταύρων.

Ο Διόνυσος καθισμένος σε πάνθηρα.

 

Ένα άλλο έργο παρουσιάζει ένα γρύπα που επιτίθεται σε ελάφι. Σε μια κατοικία του 370 π.Χ. μιας άλλης ελληνιστικής πόλης, της Ερέτριας, ήρθαν στο φως, μετά από ανασκαφές Ελβετών αρχαιολόγων, περίτεχνα μωσαϊκά. Τα θέματα τους είναι εμπνευσμένα από την ελληνική μυθολογία και διανθίζονται με φυτικά σχέδια, ενώ στις μπορντούρες φέρουν το μαίανδρο, τον πλοχμό και βλαστούς με κισσόφυλλα.

Ξεχωρίζει το μωσαϊκό με τη Νηρηίδα Θέτιδα καθισμένη πάνω σε έναν Ιππόκαμπο, να μεταφέρει την πανοπλία για τον Αχιλλέα. Πρόκειται για μια σκηνή εμπνευσμένη από την Ιλιάδα.

Η Θέτις μεταφέρει τα όπλα του Αχιλλέα – σκηνή από την Ιλιάδα. 370 π.Χ περίπου, αρχαιολογικός χώρος Ερέτριας.

 

Εκτός από αυτό το ιδιαίτερο θέμα, υπάρχουν συνθέσεις που έχουν αποδοθεί με περίσσεια χάρη, όπως η σύγκρουση μεταξύ Σφιγγών και Πανθήρων, οι μυθικές μάχες μεταξύ Γρυπών και Αριμασπών, με τους τελευταίους να αναπαρίστανται ως γυναίκες πολεμίστριες. Εξαιρετική χάρη έχει επίσης η σκηνή όπου ένα λιοντάρι επιτίθεται σε ένα άλογο.

Σταθήκαμε στην περιγραφή έργων που αναφέρονται στη γενέτειρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, την Πέλλα, καθώς επίσης και σε άλλες δύο αρχαίες πόλεις, την Όλυνθο και την Ερέτρια. Στην πρώτη γιατί πιστεύουμε πως η ποιότητα των έργων που την κοσμούσαν αποτελεί σταθμό για την ιστορία του ψηφιδωτού, ενώ η Όλυνθος, αρχαιότερη της Πέλλας, προσφέρει αρκετά στοιχεία για τη μελέτη αυτού του είδους της τέχνης. Η Ερέτρια, μια μικρή πόλη του 4ου π.Χ. αιώνα, μας προσφέρει περίτεχνα μωσαϊκά, από τα αρχαιότερα αυτού του τύπου.

Γιάννης Λουκιανός, «Το κυνήγι του λιονταριού». Απόδοση με κυβικές ψηφίδες του γνωστού βοτσαλωτού της αρχαίας Πέλλας του 4ου π.Χ αιώνα.

 

Είναι γεγονός ότι, καθώς οι καλλιτέχνες αυτής της περιόδου ανακαλύπτουν την κυβική ψηφίδα, γίνονται ασυγκράτητοι. Ό,τι δημιουργούν είναι αποτέλεσμα μιας υψηλής γνώσης, αισθητικής, και αγάπης για το αντικείμενο. Τα ψηφιδωτά της Πομπηίας, της Αλεξάνδρειας, της Αντιόχειας, της Περγάμου – είτε έγιναν στο τελευταίο τρίτο της πρώτης προ Χριστού χιλιετίας  είτε ανήκουν στην ύστερη αρχαιότητα είτε όχι – φέρουν ανεξίτηλη τη σφραγίδα μιας ιδιαίτερης ποιότητας που οι ψηφοθέτες αυτής της περιόδου κατάφεραν να της προσδώσουν.

Του Γιάννη Λουκιανού

Το ποίημα και τα κείμενα είναι από το βιβλίο του Γιάννη Λουκιανού «Η τέχνη του ψηφιδωτού και η τεχνική του», Αθήνα 2011, εκδόσεις βότσαλο, β΄ έκδοση.  Από το ίδιο βιβλίο προέρχονται και οι εικόνες, εκτός από εκείνες των οποίων αναφέρεται η πηγή τους.

© Γιάννης Λουκιανός

Ο Γιάννης Λουκιανός γεννήθηκε στην Ίο των Κυκλάδων, πήρε μαθήματα σχεδίου και χρώματος και επιδόθηκε στην τέχνη του ψηφιδωτού και του βοτσαλωτού, κοσμώντας κτίρια και αυλές, μεταξύ των οποίων κατοικία στη Βέρνη της Ελβετίας και η αποκατάσταση του βοτσαλωτού διάκοσμου της ιστορικής αυλής της Μητρόπολης της Σύρου και άλλων εκκλησιών.

Για την τέχνη του ψηφιδωτού και του βοτσαλωτού έχει μιλήσει σε πολλά σχολεία, σε Διεθνή Συνέδρια (Αθήνα 2010-Κύπρος 2012) καθώς και στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου, και έχει γράψει σε περιοδικά και σε τοπικές εφημερίδες. Έχει γράψει ακόμη αρκετά δικά του βιβλία, με σημαντικότερα τα:

  • «Οι βοτσαλωτές αυλές των Κυκλάδων», Αθήνα 1998, αυτοέκδοση (3 εκδόσεις)
  • «Οι βοτσαλωτές Αυλές του Αιγαίου», Αθήνα 1999, αυτοέκδοση (εξαντλημένο)
  • «Η τέχνη του ψηφιδωτού και η τεχνική του», Αθήνα 2002 και 20011

Έχει διδάξει την τέχνη του ψηφιδωτού σε επιδοτούμενα σεμινάρια (Σύρος, Ίος κ.ά.), καθώς και στα παιδιά του ΚΔΑΠ στην Ίο.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

* Ο όρος ‘ψηφιδωτό’ προέρχεται από το ψηφίο, τη μικρή πέτρα. Ο όρος ‘μωσαϊκό’ προέρχεται από τις Μούσες.