Τετάρτη, 17 Δεκ, 2025

Αναταράξεις στην κορυφή του ΚΚΚ: Ιστορική ανταλλαγή ρόλων δύο ανωτάτων στελεχών

Σε μια ασυνήθιστη κίνηση που επιβεβαιώνει τις εικασίες περί έντασης στην ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας (ΚΚΚ), πραγματοποιήθηκε ανταλλαγή ρόλων μεταξύ δύο υψηλόβαθμων στελεχών του Πολιτικού Γραφείου του κόμματος.

Ο Σι Τάιφενγκ, πρώην επικεφαλής του Τμήματος Ενωμένου Μετώπου του ΚΚΚ – υπεύθυνος δηλαδή για τις επιχειρήσεις επιρροής του κόμματος στο εξωτερικό – αναλαμβάνει πλέον το πανίσχυρο Τμήμα Οργανωτικών Υποθέσεων, σύμφωνα με επίσημη ανακοίνωση που αναρτήθηκε την Τετάρτη στην ιστοσελίδα του ΚΚΚ.

Από την άλλη πλευρά, ο Λι Γκαντζιέ, μέχρι τώρα υπεύθυνος για την οργάνωση και την επιλογή στελεχών του κόμματος, καταλαμβάνει τη θέση του Σι, όπως ανέφερε ξεχωριστό δημοσίευμα του επίσημου πρακτορείου Xinhua. Στο άρθρο του Xinhua ο Σι χαρακτηρίζεται ρητά ως επικεφαλής του Τμήματος Ενωμένου Μετώπου, γεγονός που ως τώρα δεν είχε ανακοινωθεί δημοσίως από τις κινεζικές αρχές.

Και οι δύο εμπλέκονται στο Πολιτικό Γραφείο, το δεύτερο ανώτατο διοικητικό όργανο του κόμματος, που αποτελείται από 24 μέλη και τελεί υπό την ηγεσία του Σι Τζινπίνγκ.

Οι ανακοινώσεις αυτές επιβεβαίωσαν πρόσφατα σχετικά δημοσιεύματα από μέσα ενημέρωσης του Χονγκ Κονγκ, σύμφωνα με τα οποία είναι η πρώτη φορά στην ιστορία του ΚΚΚ που πραγματοποιείται μία τέτοια ανταλλαγή θέσεων μεταξύ ανώτατων στελεχών του Πολιτικού Γραφείου.

Η αλλαγή λαμβάνει χώρα σε μία περίοδο συνεχών και δραματικών ανακατατάξεων κορυφαίων στελεχών του κόμματος και του στρατού. Κατά τα τελευταία χρόνια, περισσότεροι από δώδεκα ανώτεροι αξιωματούχοι των ενόπλων δυνάμεων και της αμυντικής βιομηχανίας έχουν εκδιωχθεί, καθώς και δύο υπουργοί που θεωρούνταν στενά συνδεδεμένοι με τον ίδιο τον Σι Τζινπίνγκ, γεγονός που ενίσχυσε τις υποψίες για εσωκομματικές συγκρούσεις και πιθανή αμφισβήτηση του ηγέτη από αντίπαλες φράξιες.

Τα επίσημα ΜΜΕ δεν έδωσαν εξήγηση ή αιτιολογία για την πρόσφατη ανταλλαγή των στελεχών, γεγονός ενδεικτικό της γενικότερης αδιαφάνειας που χαρακτηρίζει το πολιτικό σύστημα της χώρας.

Ο 68χρονος Σι Τάιφενγκ διαθέτει πλούσια εμπειρία στην ανώτερη εκπαίδευση στελεχών, αφού εργάστηκε επί περίπου δύο δεκαετίες στην Κεντρική Σχολή του Κόμματος, όπου διετέλεσε από το 2002 ως αντιπρόεδρος. Από το 2007 συνεργάστηκε εκεί στενά με τον Σι Τζινπίνγκ, ο οποίος ηγήθηκε της σχολής για πέντε χρόνια, προτού αναλάβει τα ηνία του κόμματος το 2012.

Ο Λι Γκαντζίε (δεξιά) παρευρίσκεται στην τελετή έναρξης της Κινεζικής Λαϊκής Πολιτικής Συμβουλευτικής Διάσκεψης (CPPCC) στο Πεκίνο στις 4 Μαρτίου 2023. Noel Celis/AFP via Getty Images

 

Στη συνέχεια, ο Σι Τάιφενγκ ανέλαβε επικεφαλής οργανωτικών θεμάτων στην επαρχία Τζιανγκσού, όπου έξι χρόνια μετά έγινε κυβερνήτης. Ακολούθως, υπηρέτησε σε υψηλές θέσεις στις αυτόνομες περιοχές της Νινγκσιά και της Εσωτερικής Μογγολίας, ώσπου το 2022 ορίστηκε επικεφαλής του Τμήματος Ενωμένου Μετώπου.

Ο 60χρονος Λι Γκαντζιέ είναι ειδικός σε θέματα πυρηνικής ασφάλειας και έχει διατελέσει στο παρελθόν επικεφαλής της αρμόδιας εθνικής υπηρεσίας καθώς και υπουργός Περιβάλλοντος. Μετά από τις σαρωτικές μεταρρυθμίσεις του κρατικού μηχανισμού το 2018, που είχαν ως στόχο την ενίσχυση του ελέγχου από το κόμμα, ο Λι έγινε ο πρώτος υπουργός του νέου Υπουργείου Οικολογίας και Περιβάλλοντος.

Το 2021 ανέλαβε Γραμματέας του ΚΚΚ στην ανατολική επαρχία Σαντόνγκ, πριν προαχθεί μόλις ένα χρόνο αργότερα απευθείας στο Πολιτικό Γραφείο και κοντά στον στενό κύκλο του Σι Τζινπίνγκ. Τον Απρίλιο του 2023 διαδέχθηκε τον Τσεν Σι, ένα άλλο μέλος του περιβάλλοντος Σι, στο νευραλγικό Τμήμα Οργανωτικών Υποθέσεων του κόμματος. Ο Τσεν, αν και αποσύρθηκε από την ανώτατη διοίκηση, παραμένει πρόεδρος της Κεντρικής Σχολής του ΚΚΚ σε ηλικία 71 ετών.

Η Οργανωτική Διεύθυνση αναλαμβάνει την επιλογή και αξιολόγηση υποψηφίων για κορυφαίες θέσεις του κόμματος, ενώ το Τμήμα Ενωμένου Μετώπου ασχολείται με τη διείσδυση και τις επιχειρήσεις επιρροής στο εξωτερικό, αλλά και τον έλεγχο πολιτικών που αφορούν τις κινεζικές κοινότητες του εξωτερικού, καθώς και τις θρησκευτικές και εθνοτικές μειονότητες, περιλαμβανομένων των Θιβετιανών και των Ουιγούρων.

Η Γερμανία ξεκινά διαδικασίες απέλασης τεσσάρων ακτιβιστών μετά από διαδηλώσεις υπέρ της Παλαιστίνης

Οι δικηγόροι των Ιρλανδών, Πολωνών και Αμερικανού ακτιβιστών υποστηρίζουν πως οι κατηγορίες βασίζονται σε δίκες που δεν έχουν ακόμη καταλήξει.

Οι γερμανικές αρχές δρομολογούν διαδικασίες απέλασης εναντίον τεσσάρων αλλοδαπών πολιτών, τριών από χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ενός από τις Ηνωμένες Πολιτείες, σχετικά με αδικήματα που φέρονται να διέπραξαν κατά τη διάρκεια φιλοπαλαιστινιακών διαδηλώσεων στο Βερολίνο.

Στις 31 Μαρτίου, το ειδησεογραφικό μέσο The Intercept ανέφερε τα ονόματα των τεσσάρων ατόμων που έχουν γίνει στόχος διαδικασιών απέλασης: Πρόκειται για τον Αμερικανό πολίτη Κούπερ Λόνγκμποτομ, την Πολωνή Κάσια Βλάστσικ, καθώς και τους Ιρλανδούς Σέιν Ο’ Μπράιεν και Ρομπέρτα Μάρεϊ. Σύμφωνα με το δημοσίευμα, όλοι τους κατηγορούνται ότι υποστηρίζουν τη Χαμάς, οργάνωση χαρακτηρισμένη ως τρομοκρατική στη Γερμανία, και συνεπώς η δράση και υποστήριξή της είναι παράνομες εκεί.

Η Epoch Times δεν έχει καταφέρει μέχρι στιγμής να επιβεβαιώσει ανεξάρτητα τους παραπάνω ισχυρισμούς.

Οι δικηγόροι που έχουν αναλάβει την υπόθεση χαρακτηρίζουν τις κατηγορίες «αβάσιμες».

Τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορούν να απελάσουν πολίτες άλλων κρατών της ΕΕ για λόγους δημόσιας ασφάλειας ή δημόσιας τάξης, ωστόσο αυτό συμβαίνει μόνο στις περιπτώσεις που μπορούν να αποδείξουν ότι τα άτομα πράγματι αποτελούν σοβαρή απειλή για τη χώρα.

Σύμφωνα με τη βρετανική δικηγορική εταιρεία Beltrami and Company, μια χώρα-μέλος μπορεί να αποφασίσει απέλαση πολίτη της ΕΕ που διαθέτει δικαίωμα μόνιμης διαμονής (το οποίο αποκτάται μετά από τουλάχιστον πέντε χρόνια συνεχούς παραμονής στη χώρα), αποκλειστικά λόγω «σοβαρών ζητημάτων δημόσιας τάξης και ασφάλειας».

Εκπρόσωπος του Γερουσιαστικού Τμήματος Εσωτερικών Υποθέσεων και Αθλητισμού του Βερολίνου, που έχει υπό την ευθύνη του τη μετανάστευση, ανέφερε μέσω email στην Epoch Times ότι το Μάρτιο η τοπική Υπηρεσία Μετανάστευσης (LEA) εξέδωσε αποφάσεις για διακοπή της παραμονής των παραπάνω τεσσάρων προσώπων. Οι αποφάσεις συνδέονται άμεσα με συμβάντα που έλαβαν χώρα στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου τον Οκτώβριο του 2024. Πιο συγκεκριμένα, γίνεται λόγος για έφοδο βίαιης και κουκουλοφόρας ομάδας σε πανεπιστημιακό κτίριο, όπου καταγράφηκαν σοβαρές ζημιές σε εγκαταστάσεις και βανδαλισμοί με γκράφιτι σχετικά με την ισραηλινο-παλαιστινιακή διένεξη, καθώς και άλλα αδικήματα.

«Από όσο γνωρίζουμε, η ποινική διαδικασία είναι ακόμη εν εξελίξει. Περισσότερες πληροφορίες δεν μπορούν να δοθούν για λόγους προστασίας προσωπικών δεδομένων», ανέφερε ο εκπρόσωπος.

Η αρμόδια γερμανική αρχή επεσήμανε ότι η έκδοση τέτοιων μέτρων απέλασης εξετάζεται αποκλειστικά εντός του πλαισίου των σχετικών νομικών διατάξεων. Για πολίτες της ΕΕ, εφαρμόζονται οι ρυθμίσεις του άρθρου 6 του Νόμου περί Ελεύθερης Κυκλοφορίας της ΕΕ.

Η αρμόδια γερμανική αρχή δεν ανέφερε κάτι σχετικό με κατηγορίες περί υποστήριξης στη Χαμάς.

Η Epoch Times επικοινώνησε με το European Legal Support Center (ELSC), που εκπροσωπεί τους διαμαρτυρόμενους, ζητώντας σχόλιο. Ο Αλεξάντερ Γκόρσκι, δικηγόρος του ELSC ειδικευμένος στο ποινικό και μεταναστευτικό δίκαιο, δήλωσε στην Irish Times ότι οι κατηγορίες είναι «αβάσιμες» και βασίζονται σε εκκρεμείς πιθανές καταδίκες που δεν έχουν ακόμη τελεσιδικήσει. Ο ίδιος τόνισε πως ο πήχης για τέτοιου είδους αποφάσεις απέλασης είναι ιδιαίτερα υψηλός: «Το παράλογο στην υπόθεση είναι ότι σε κανένα από τα άτομα που θίγονται—και από τους τέσσερις οι τρεις είναι πολίτες χωρών της ΕΕ—δεν υπάρχει καμία καταδικαστική απόφαση μέχρι στιγμής. Ούτε μία».

Οι υποθέσεις συγκρίνονται σε ορισμένα μέσα ενημέρωσης με τις πρόσφατες πολιτικές του Αμερικανού πρώην προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος στις 10 Μαρτίου ανακοίνωσε επικείμενες συλλήψεις και απελάσεις ατόμων που θεωρούνται «συμπαθούντες τρομοκρατικές οργανώσεις». Η ανακοίνωση Τραμπ έγινε αφότου συνελήφθη στις ΗΠΑ Παλαιστίνιος φοιτητής και μόνιμος κάτοικος της χώρας που είχε συμμετάσχει σε φιλοπαλαιστινιακές κινητοποιήσεις στο Πανεπιστήμιο Columbia.

Σε ανάρτηση του στο Truth Social, ο Τραμπ εξήρε τις αρμόδιες υπηρεσίες ασφαλείας για τη σύλληψη του Μαχμούτ Καλίλ, χαρακτηρίζοντάς τον «ριζοσπάστη ξένο φιλο-Χαμάς φοιτητή» και προειδοποίησε πως έπονται πολυάριθμες ακόμα συλλήψεις, στοχεύοντας όσους επιδίδονται σε «τρομοκρατικές, αντισημιτικές και αντιαμερικανικές πρακτικές» στα πανεπιστήμια της χώρας.

Σύμφωνα με την οργάνωση Student Workers of Columbia, ο Καλίλ είχε μεσολαβήσει σε διαπραγματεύσεις μεταξύ φοιτητών και διοίκησης του Πανεπιστημίου Columbia την περασμένη άνοιξη, ώστε να τερματιστούν οι διαμαρτυρίες. Η δικηγόρος του Έιμι Γκριρ δήλωσε πως οι πράκτορες της Υπηρεσίας Μετανάστευσης (ICE) συνέλαβαν τον Καλίλ στην φοιτητική του κατοικία.

Η Meta στο στόχαστρο της Άγκυρας: Πρόστιμο μετά την απόρριψη κυβερνητικής παρέμβασης

Την επιβολή ενός «σημαντικού» προστίμου από την τουρκική κυβέρνηση επιβεβαίωσε την Τετάρτη η εταιρεία Meta, επικαλούμενη την άρνησή της να περιορίσει περιεχόμενο στο Facebook και το Instagram, έπειτα από σχετικό αίτημα των τουρκικών αρχών.

Η κυβέρνηση Ερντογάν έχει προχωρήσει σε επιθετικές κινήσεις περιορισμού της διαδικτυακής κριτικής, ειδικά μετά τις εκτεταμένες διαδηλώσεις που ακολούθησαν τη σύλληψη του δημάρχου Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου, ενός από τους βασικότερους πολιτικούς αντιπάλους του προέδρου της Τουρκίας.

«Απορρίψαμε αιτήματα της τουρκικής κυβέρνησης να αποκλείσουμε περιεχόμενο που είναι ξεκάθαρα προς το δημόσιο συμφέρον, και ως συνέπεια, μας επιβλήθηκε πρόστιμο», ανέφερε η Meta σε επίσημη ανακοίνωσή της.

Η εταιρεία απέφυγε να ανακοινώσει το ακριβές ποσό, περιοριζόμενη απλώς στον χαρακτηρισμό του προστίμου ως «σημαντικό», και επίσης δεν διευκρίνισε περαιτέρω ποιο περιεχόμενο αρνήθηκε να αποσύρει.

«Τα κυβερνητικά αιτήματα για περιορισμό του λόγου στο διαδίκτυο, σε συνδυασμό με απειλές κλεισίματος υπηρεσιών, είναι επικίνδυνα και δημιουργούν ένα περιβάλλον εκφοβισμού που εμποδίζει τους πολίτες να εκφραστούν ελεύθερα», πρόσθεσε η εταιρεία.

Τα τελευταία χρόνια η Άγκυρα έχει εντείνει τις παρεμβάσεις της, επιχειρώντας να θέσει υπό αυστηρότερο έλεγχο την παρουσία των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.

Στον απόηχο των διαδηλώσεων που ξέσπασαν μετά τη σύλληψη τον προηγούμενο μήνα του δημάρχου Κωνσταντινούπολης, πολλαπλές πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης, μεταξύ των οποίων το X, το Instagram και το Facebook, είχαν μπλοκαριστεί προσωρινά από το καθεστώς.

Σύμφωνα με ανακοίνωση της Ένωσης Μέσων και Νομικών Μελετών, πάνω από 700 λογαριασμοί στο X μπλοκαρίστηκαν, πολλοί εκ των οποίων ανήκουν σε δημοσιογράφους, ΜΜΕ, οργανώσεις πολιτών και φοιτητικές ομάδες.

Η εταιρεία X, που βρίσκεται υπό τον έλεγχο του Έλον Μασκ, εξέφρασε την αντίθεσή της σε αυτές τις ενέργειες, δηλώνοντας τον προηγούμενο μήνα: «Αντιστεκόμαστε σε πολλαπλές δικαστικές αποφάσεις της τουρκικής Αρχής Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών να κλείσουμε πάνω από 700 λογαριασμούς δημοσιογράφων, μέσων ενημέρωσης, πολιτικών προσωπικοτήτων, φοιτητών και άλλων στην Τουρκία. Προσβλέπουμε στην υπεράσπιση αυτών των αρχών στο δικαστικό σύστημα. Η X θα υπερασπίζεται πάντοτε την ελευθερία του λόγου όπου κι αν δραστηριοποιείται.»

Η απόφαση επιβολής προστίμων έρχεται μετά τις μεγάλες διαδηλώσεις κατά της κυβέρνησης του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP), που κλιμάκωσε τις διώξεις εις βάρος της αντιπολίτευσης. Στις 23 Μαρτίου, δικαστήριο της Κωνσταντινούπολης έστειλε στη φυλακή προσωρινά τον Ιμάμογλου, εξέχον στέλεχος του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP), με κατηγορίες για διαφθορά μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης.

Μετά τη δικαστική διαδικασία, ο δήμαρχος Ιμάμογλου, που αρνείται κατηγορηματικά τις κατηγορίες εναντίον του, κάλεσε τον κόσμο να διαδηλώσει σε ολόκληρη την Τουρκία. Ο Ερντογάν προειδοποίησε ότι «δεν θα ανεχθεί ταραχές στη δημόσια τάξη», αναφερόμενος στις συνεχιζόμενες κινητοποιήσεις υπέρ του πολιτικού του αντιπάλου.

«Όσοι αναζητούν λύσεις εκτός δημοκρατίας, νόμων και νόμιμων θεσμών, πάντα απογοητεύονται», δήλωσε ο Τούρκος πρόεδρος στις 22 Μαρτίου. «Δεν υπάρχει προνομιακή μειοψηφία… που να είναι ελεύθερη να παρανομεί».

Από τις 19 Μαρτίου, όταν συνελήφθη αρχικά ο Ιμάμογλου, στη χώρα σημειώνονται καθημερινές συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας, παρά την κυβερνητική απαγόρευση μεγάλων δημόσιων συναθροίσεων. Εκτός από κάποιες περιπτώσεις χρήσης αντλιών νερού και χημικών από την αστυνομία, δεν έχουν μέχρι στιγμής αναφερθεί σοβαροί τραυματισμοί.

Μιλώντας στην Epoch Times, ο Ιλχάν Ουζγκέλ, αντιπρόεδρος του CHP αρμόδιος για θέματα εξωτερικής πολιτικής, τόνισε: «Η κυβέρνηση κλιμακώνει τις επιθέσεις της εναντίον της αντιπολίτευσης παντού, σε κάθε πόλη. Τώρα υπάρχουν άνθρωποι, ιδίως νέοι, που διαδηλώνουν σε ολόκληρη τη χώρα».

Στις 24 Μαρτίου, το τουρκικό υπουργείο Εσωτερικών ανακοίνωσε ότι είχαν συλληφθεί πάνω από 1.100 άνθρωποι για συμμετοχή σε «παράνομες διαδηλώσεις».

Αν και η επόμενη προεδρική εκλογική αναμέτρηση έχει προγραμματιστεί για το 2028, ο 71χρονος πρόεδρος Ερντογάν —που βρίσκεται στο αξίωμα από το 2014— ενδέχεται να προκηρύξει πρόωρες εκλογές προκειμένου να αποφύγει το συνταγματικό όριο των δύο θητειών. Πριν από την προεδρία του, διετέλεσε πρωθυπουργός επί 11 χρόνια.

Μασκ και Λευκός Οίκος βάζουν τέλος στις φήμες για πρόωρη αποχώρηση

Οι φήμες που κυκλοφόρησαν περί πρόωρης αποχώρησης του Έλον Μασκ από τη θέση του ειδικού κυβερνητικού υπαλλήλου στην υπηρεσία DOGE («Department of Government Efficiency», Υπηρεσία Κυβερνητικής Αποτελεσματικότητας) της κυβέρνησης του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, διαψεύστηκαν επισήμως από τον Λευκό Οίκο.

Πρόσφατο δημοσίευμα του Politico, επικαλούμενο ανώνυμες πηγές, ανέφερε ότι ο πρόεδρος Τραμπ ενημέρωσε μέλη του υπουργικού συμβουλίου ότι ο Έλον Μασκ σχεδιάζει να εγκαταλείψει σύντομα τη θέση του στη DOGE. Ωστόσο, η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου, Καρολίν Λίβιτ, απέρριψε κατηγορηματικά το δημοσίευμα, χαρακτηρίζοντάς το «ανυπόστατο».

«Αυτό το ‘αποκλειστικό’ είναι ανοησίες», έγραψε η Λίβιτ στα κοινωνικά δίκτυα. «Ο Έλον Μασκ και ο πρόεδρος Τραμπ έχουν δηλώσει δημόσια ότι ο Έλον θα αποχωρήσει από τη δημόσια υπηρεσία όταν ολοκληρώσει την εξαιρετική δουλειά που κάνει στη DOGE».

Ο ίδιος ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, μιλώντας σε δημοσιογράφους τη Δευτέρα, εξήρε το έργο του Μασκ αλλά αναφέρθηκε και στην αναπόφευκτη επιστροφή του στις επιχειρηματικές του δραστηριότητες. «Θα τον κρατούσα όσο περισσότερο μπορούσα», είπε ο Τραμπ, συμπληρώνοντας πως «είναι εξαιρετικά ταλαντούχος, αλλά έχει και μια μεγάλη εταιρεία να διοικήσει. Κάποια στιγμή θα πρέπει να επιστρέψει σε αυτή».

Η θητεία του Μασκ στη DOGE ολοκληρώνεται στα τέλη Μαΐου, καθώς ο Νόμος για τους ειδικούς κυβερνητικούς υπαλλήλους στις ΗΠΑ προβλέπει μέγιστη διάρκεια υπηρεσίας 130 ημέρες. Σύμφωνα με τις ισχύουσες προθεσμίες, αυτή η περίοδος λήγει στις 30 Μαΐου.

Ο Μασκ δήλωσε πρόσφατα στο δίκτυο Fox News: «Πιστεύω πως μέχρι τότε θα έχουμε επιτύχει το μεγαλύτερο μέρος του στόχου για μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος κατά ένα τρισεκατομμύριο δολάρια».

Εμπόδια και προκλήσεις

Ωστόσο, η παρουσία του Έλον Μασκ στην κυβέρνηση Τραμπ βρέθηκε αντιμέτωπη με αρκετές προκλήσεις. Την περασμένη Τρίτη ο υποψήφιος που υποστηρίχθηκε από τον Μασκ στο Ανώτατο Δικαστήριο του Ουισκόνσιν απέτυχε να εκλεγεί, προκαλώντας προσωπική ήττα στον επιχειρηματία.

Επιπλέον, η Tesla, η αυτοκινητοβιομηχανία ηλεκτρικών οχημάτων του Μασκ, ανακοίνωσε ότι οι πωλήσεις του πρώτου τριμήνου μειώθηκαν κατά 13% σε ετήσια βάση. Παράλληλα, η μετοχή της εταιρείας έχει σημειώσει πτώση άνω του 35% από την αρχή του 2025. Σύμφωνα με τον ίδιο τον Μασκ, αυτές οι εξελίξεις συνδέονται εν μέρει με τη δημόσια σχέση του με την κυβέρνηση Τραμπ, που προκάλεσε αντιδράσεις, διαμαρτυρίες και επεισόδια εις βάρος της εταιρείας του.

Δικαστικά προβλήματα στη λειτουργία της DOGE

Τους τελευταίους μήνες, η υπηρεσία DOGE αντιμετωπίζει και νομικά προσκόμματα στη λειτουργία της. Δυο δικαστές εμπόδισαν τον Μασκ και την υπηρεσία DOGE από το να αποκτήσουν πρόσβαση σε ευαίσθητες πληροφορίες που κατέχουν διάφορες ομοσπονδιακές υπηρεσίες, όπως το Γραφείο Διαχείρισης Προσωπικού (Office of Personnel Management), το Υπουργείο Οικονομικών και η Υπηρεσία Κοινωνικής Ασφάλισης.

Παρά τις δυσκολίες, ο Λευκός Οίκος διαβεβαιώνει ότι η DOGE παραμένει επικεντρωμένη στον βασικό της σκοπό —τον περιορισμό «της σπατάλης, της απάτης και της κακοδιαχείρισης» στην ομοσπονδιακή διακυβέρνηση. Αρχικά προβλεπόταν να σταματήσει τη λειτουργία της την 4η Ιουλίου 2026, ωστόσο το ακριβές χρονοδιάγραμμα της λήξης της παραμένει πλέον αβέβαιο.

«Μέσα στους επόμενους δύο με τρεις μήνες, πιθανότατα θα είμαστε ικανοποιημένοι από το έργο που έχει πραγματοποιηθεί», ανέφερε πρόσφατα ο Τραμπ.

Αν και τόσο ο Λευκός Οίκος όσο και ο ίδιος ο Μασκ απέφυγαν να προσδιορίσουν συγκεκριμένη ημερομηνία, η επικείμενη ολοκλήρωση της θητείας του Μασκ δείχνει να πλησιάζει, κλείνοντας ένα ιδιαίτερο κεφάλαιο μεταξύ πολιτικής και επιχειρήσεων στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Διακοπή για την Παρασκευή στη δίκη των πρώην προστατευόμενων μαρτύρων στην υπόθεση της Novartis

Η εκδίκαση της υπόθεσης των πρώην προστατευόμενων μαρτύρων στην υπόθεση Novartis, Φιλίστορα Δεστεμπασίδη και Μαρίας Μαρεγγέλη, διακόπηκε εκ νέου για την προσεχή Παρασκευή 4 Απριλίου από το Μονομελές Πλημμελειοδικείο. Η διακοπή της δίκης προήλθε λόγω κωλύματος του συνηγόρου υπεράσπισης του κ. Δεστεμπασίδη, με την εκδίκαση της υπόθεσης να έχει ήδη αναβληθεί και στις 7 Μαρτίου.

Οι δύο κατηγορούμενοι, οι οποίοι φέρουν τις κωδικές ονομασίες “Μάξιμος Σαράφης” και “Αικατερίνη Κελέση” αντίστοιχα, είχαν αρχικά προστατευτεί από τις ποινικές συνέπειες, καθώς εντάχθηκαν στο καθεστώς προστασίας μαρτύρων λόγω της κατάθεσης τους στην υπόθεση Novartis. Ωστόσο, μετά από επαναξιολόγηση των στοιχείων, η Οικονομική Εισαγγελία έκρινε ότι δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις για τη συνέχιση του καθεστώτος προστασίας.

Αυτή η απόφαση είχε ως αποτέλεσμα την επαναφορά στο προσκήνιο των μηνύσεων που είχαν υποβληθεί εναντίον τους από πολιτικά πρόσωπα, όπως ο πρώην πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς, οι υπουργοί Άδωνις Γεωργιάδης και Ανδρέας Λοβέρδος, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας και άλλα πρόσωπα που κατηγορούνται από τους δύο κατηγορούμενους για φερόμενη εμπλοκή σε υποθέσεις χρηματισμού από την φαρμακευτική εταιρεία Novartis.

Η Δικαιοσύνη, μετά από επανεξέταση των καταθέσεων, αποφάσισε να κλείσει το ζήτημα, κρίνοντας ότι δεν υπήρξαν αποδείξεις που να στηρίζουν τους ισχυρισμούς των “Σαράφη” και “Κελέση”. Έτσι, οι δύο πρώην προστατευόμενοι μάρτυρες αντιμετωπίζουν πλέον σοβαρές κατηγορίες για ψευδείς καταθέσεις και καταμηνύσεις, ενώ η δικαστική διαδικασία συνεχίζεται με την εκδίκαση των μηνύσεων, που αφορούν οκτώ διαφορετικά πρόσωπα.

Η δίκη, που αφορά τα αδικήματα της ψευδούς καταμήνυσης και ψευδούς κατάθεσης, αναμένεται να εξελιχθεί με την παρουσία των μηνυτών, οι οποίοι έχουν ζητήσει τη δικαίωσή τους για τις κατηγορίες που τους αποδόθηκαν από τους πρώην προστατευόμενους μάρτυρες.

Η υπόθεση αυτή έχει προκαλέσει έντονο ενδιαφέρον λόγω της πολιτικής διάστασης που έχει λάβει, καθώς οι κατηγορίες των προστατευόμενων μαρτύρων είχαν στοχοποιήσει υψηλόβαθμα πολιτικά πρόσωπα και τις επαφές τους με τη Novartis. Η δίκη θα συνεχιστεί την προσεχή Παρασκευή, με το δικαστήριο να εξετάζει την ποινική ευθύνη των δύο κατηγορουμένων για τις πράξεις τους, ενώ οι εμπλεκόμενοι πολιτικοί παραμένουν στο επίκεντρο της υπόθεσης.

Πτώση στις αποδόσεις των ουκρανικών ομολόγων λόγω υποχώρησης προσδοκιών για κατάπαυση του πυρός με τη μεσολάβηση των ΗΠΑ

Σημαντική πτώση σημείωσαν οι αποδόσεις των ουκρανικών κυβερνητικών ομολόγων αυτή την εβδομάδα, καθώς αμβλύνονται οι προσδοκίες για μια γρήγορη συμφωνία κατάπαυσης του πυρός μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, με τη μεσολάβηση των Ηνωμένων Πολιτειών.

Το ομόλογο της Ουκρανίας σε δολάρια με λήξη το 2036 κατέγραψε πτώση 3 σεντς φτάνοντας στα 54 σεντς ανά δολάριο, ενώ τον Φεβρουάριο είχε αγγίξει τα 70 σεντς, όταν ξεκίνησαν οι συνομιλίες ΗΠΑ-Ρωσίας στη Σαουδική Αραβία.

Οι επενδυτές προετοιμάζονται για μακροχρόνια σύγκρουση

«Η αγορά αρχίζει να εκτιμά ότι ο πόλεμος θα συνεχιστεί για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα», δήλωσε στο Reuters στις 31 Μαρτίου ο Καάν Νάζλι, διαχειριστής χαρτοφυλακίων αναδυόμενων αγορών στην Neuberger Berman, η οποία διαθέτει ουκρανικό χρέος.

Η ανάκαμψη των ουκρανικών ομολόγων τους προηγούμενους μήνες στηρίχθηκε στις υποσχέσεις του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ να φέρει εις πέρας τις προσπάθειες για τον τερματισμό της τρίχρονης σύγκρουσης με τη Ρωσία. Τον Φεβρουάριο διεξήχθησαν κρίσιμες συνομιλίες στη Σαουδική Αραβία μεταξύ υψηλόβαθμων αξιωματούχων των ΗΠΑ και της Ρωσίας, όπου συζητήθηκαν πιθανοί τρόποι τερματισμού της σύγκρουσης.

Τον Μάρτιο, οι ΗΠΑ μεσολάβησαν για μια προσωρινή κατάπαυση του πυρός, με Ρωσία και Ουκρανία να συμφωνούν να μην πραγματοποιούν επιθέσεις στις αντίστοιχες ενεργειακές υποδομές. Ωστόσο, η κατάσταση παραμένει τεταμένη καθώς οι δύο πλευρές αλληλοκατηγορούνται για παραβιάσεις της συμφωνίας.

Εντεινόμενη ένταση και κατηγορίες

Σύμφωνα με τον πρόεδρο της Ουκρανίας, Βολοδίμιρ Ζελένσκι, η Ρωσία εκτόξευσε πάνω από 1.000 drones μέσα σε μία εβδομάδα κατά ουκρανικών στόχων. Από την άλλη πλευρά, η Μόσχα κατηγορεί το Κίεβο για επιθέσεις σε ρωσικές ενεργειακές εγκαταστάσεις με χρήση drones και πυραύλων.

Οι ελπίδες για την κατάπαυση του πυρός υποχώρησαν περαιτέρω μετά τις δηλώσεις του Τραμπ στις 30 Μαρτίου, όπου φάνηκε να επιρρίπτει ευθύνες στη Ρωσία για τη συνέχιση των εχθροπραξιών. «Αν η Ρωσία και εγώ δεν καταφέρουμε να επιτύχουμε συμφωνία για τη διακοπή της αιματοχυσίας, και αν θεωρώ ότι η Ρωσία φέρει την ευθύνη, τότε θα επιβάλω δευτερογενείς δασμούς σε όλο το πετρέλαιο που εξάγει η Ρωσία», προειδοποίησε.

Σε νεότερες δηλώσεις, ο Τραμπ ανέφερε πως παρά τις δυσκολίες, υπάρχει πρόοδος, «βήμα βήμα».

Σύνθετες διπλωματικές διαπραγματεύσεις και οικονομικές πιέσεις

Παράλληλα, διαπραγματεύσεις διεξάγονται για μια συμφωνία μεταλλευμάτων μεταξύ Ουκρανίας και ΗΠΑ που έχει προκαλέσει ένταση. Η Ουκρανία έχει δεχθεί πιέσεις να παραχωρήσει τα έσοδα από τους φυσικούς της πόρους για την εξόφληση χρεών πολέμου προς τις ΗΠΑ. Ο Ζελένσκι φέρεται να προσπάθησε να αποσύρει τη συμμετοχή της χώρας του από τη συμφωνία, γεγονός που προκάλεσε την αντίδραση του Τραμπ. «Αν συνεχίσει να αποσύρεται, θα έχει σοβαρά προβλήματα», δήλωσε ο Αμερικανός πρόεδρος.

Από την πλευρά του, ο υπουργός Εξωτερικών της Ουκρανίας, Αντρίι Σιμπίχα, τόνισε πως το Κίεβο σκοπεύει να συνεργαστεί με τις ΗΠΑ ώστε να επιτευχθεί μια αμοιβαία αποδεκτή συμφωνία.

Η Ρωσία, μέσω του εκπροσώπου της Προεδρίας, Ντμίτρι Πεσκόφ, υπογράμμισε πως, παρά την πολυπλοκότητα της κατάστασης, συνεχίζονται οι επαφές με την Ουάσιγκτον, με στόχο την εξεύρεση λύσης.

«Τα θέματα που συζητούμε σχετικά με την κρίση στην Ουκρανία απαιτούν πρόσθετη προσπάθεια και συνεχή επεξεργασία», δήλωσε ο Πεσκόφ στις 1 Απριλίου.

Πρόκληση για σταθερότητα

Η συνεχιζόμενη αβεβαιότητα και οι καθυστερήσεις στις διπλωματικές πρωτοβουλίες ασκούν πιέσεις τόσο στην ουκρανική οικονομία όσο και στην ευρύτερη γεωπολιτική σκηνή. Καθώς η σύγκρουση φαίνεται να παρατείνεται, το κόστος για τις εμπλεκόμενες χώρες, καθώς και για την παγκόσμια ενεργειακή πολιτική, συνεχώς αυξάνεται.

Ηνωμένο Βασίλειο: Η Ρωσία εντάσσεται στην ανώτατη κατηγορία κινδύνου του νέου συστήματος προστασίας από κακόβουλη ξένη επιρροή

Η Ρωσία θα καταταχθεί στην ανώτατη κατηγορία ενός νέου κυβερνητικού συστήματος που στοχεύει στην προστασία του Ηνωμένου Βασιλείου από κακόβουλη ξένη επιρροή, ανακοίνωσε ο υπουργός Ασφάλειας Νταν Τζάρβις την Τρίτη.

Η εν λόγω κατηγορία, γνωστή ως «ενισχυμένη βαθμίδα» στο επερχόμενο Σύστημα Εγγραφής Ξένης Επιρροής (Firs), προορίζεται για κράτη που αποτελούν σοβαρή απειλή για τα συμφέροντα ασφαλείας του Ηνωμένου Βασιλείου.

Επανεξετάζοντας την προκλητική στάση της Ρωσίας

Μιλώντας στο Κοινοβούλιο, ο Τζάρβις περιέγραψε τη Ρωσία ως έναν «οξύ κίνδυνο για την εθνική ασφάλεια του Ηνωμένου Βασιλείου». «Τα τελευταία χρόνια, η Ρωσία έχει προβάλει εχθρικές πράξεις, από τη χρήση θανατηφόρας νευροτοξικής ουσίας στο Σάλσμπερι μέχρι την κατασκοπεία, τον εμπρησμό και τις κυβερνοεπιθέσεις, συμπεριλαμβανομένης της στόχευσης Βρετανών βουλευτών μέσω spear phishing καμπανιών».

Ο υπουργός αναφέρθηκε επίσης στην «παράνομη εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία» ως απόδειξη της πρόθεσής της να υπονομεύσει την ευρωπαϊκή και παγκόσμια ασφάλεια.

Μέτρα διαφάνειας και καταπολέμηση της ξένης επιρροής

Με την ένταξη της Ρωσίας στην ενισχυμένη κατηγορία, όλοι όσοι δρουν εκ μέρους της στη Βρετανία απαιτείται να καταχωρίσουν τις δραστηριότητές τους στο Firs, με ποινή φυλάκισης έως πέντε ετών σε περίπτωση μη συμμόρφωσης.

«Αυτό το μέτρο θα διασφαλίσει τη διαφάνεια σε ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων και θα παρέχει ένα σημαντικό εργαλείο για τον εντοπισμό και την αποτροπή επιβλαβών ενεργειών κατά της χώρας μας», τόνισε ο Τζάρβις.

Ανασφάλειες γύρω από την Κίνα

Παράλληλα με την ένταξη της Ρωσίας, ο υπουργός Εσωτερικών, Κρις Φιλπ, υποδέχθηκε θετικά αυτή την ενέργεια, ενώ έθεσε ερωτήματα γιατί η Κίνα δεν έχει ακόμη καταχωρηθεί στην ίδια κατηγορία.

Ο Φιλπ χαρακτήρισε την Κίνα ως «τον ελέφαντα στο δωμάτιο», υπογραμμίζοντας την εκτεταμένη κατασκοπεία που φέρεται να διεξάγει, περιλαμβάνοντας την κλοπή τεχνολογίας από κυβερνήσεις, πανεπιστήμια, και βιομηχανίες. «Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πως η Κίνα πρέπει να ανήκει στην ενισχυμένη βαθμίδα», δήλωσε.

Ο Τζάρβις απάντησε πως δεν πρόκειται να κάνει εικασίες για το ποιες χώρες ενδέχεται να προστεθούν στο μέλλον, επισημαίνοντας πως η κυβέρνηση ακολουθεί μια «συνεπή, μακροπρόθεσμη και στρατηγική προσέγγιση» για τη διαχείριση της σχέσης της με την Κίνα.

Επέκταση της εφαρμογής του Firs

Το Σύστημα Εγγραφής Ξένης Επιρροής είχε αρχικά προγραμματιστεί να τεθεί σε ισχύ το 2024. Ωστόσο, η έναρξη της εφαρμογής του μετατέθηκε για την 1η Ιουλίου. Η κυβέρνηση έχει ήδη ανακοινώσει περίοδο τριών μηνών χάρης, κατά την οποία οι εμπλεκόμενοι φορείς, όπως επιχειρήσεις και ακαδημαϊκά ιδρύματα, θα έχουν τη δυνατότητα να προσαρμοστούν και να καταγράψουν υπάρχουσες σχέσεις.

Νέες πιέσεις για την ένταξη της Κίνας και άλλες επιπτώσεις

Η Ιρανική κυβέρνηση έγινε η πρώτη που τέθηκε υπό το Firs νωρίτερα αυτό το μήνα. Παράλληλα, αυξάνονται οι πιέσεις προς την κυβέρνηση να συμπεριλάβει και την Κίνα στην ενισχυμένη βαθμίδα του συστήματος εν μέσω ανησυχιών για διαρκείς κατασκοπευτικές δραστηριότητες.

Η απόφαση για τη Ρωσία αποτελεί αναμφίβολα σημαντική εξέλιξη για την ενίσχυση της εθνικής ασφάλειας, ενώ παραμένει ανοιχτό το ερώτημα σχετικά με το εάν και πότε άλλες χώρες, όπως η Κίνα, θα κριθούν εξίσου επικίνδυνες για την ασφάλεια και συμφέροντα του Ηνωμένου Βασιλείου.

Kυρώσεις των ΗΠΑ κατά Κινέζων και αξιωματούχων του Χονγκ Κονγκ: Αντίδραση στην καταστολή των δημοκρατικών δικαιωμάτων

Σε μια σημαντική διπλωματική κίνηση, η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών ανακοίνωσε στις 31 Μαρτίου 2025 την επιβολή κυρώσεων κατά έξι αξιωματούχων από την Κίνα και το Χονγκ Κονγκ για καταπάτηση των δικαιωμάτων και προσβολή της αυτονομίας της πρώην βρετανικής αποικίας. Πρόκειται για την πρώτη σχετική ενέργεια της νέας διοίκησης υπό την ηγεσία του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ.

Η ανακοίνωση συνοδεύτηκε από τη δημοσιοποίηση της ετήσιας έκθεσης του υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ, στην οποία τονίζεται ότι «οι πολιτικές του Πεκίνου υπονομεύουν την αυτονομία και τα θεμελιώδη δικαιώματα του Χονγκ Κονγκ». Ο υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο σημείωσε ότι «η Κίνα έχει αθετήσει τις υποσχέσεις της προς τον λαό του Χονγκ Κονγκ».

Tα ονόματα στη λίστα των κυρώσεων

Οι κυρώσεις επιβλήθηκαν βάσει προεδρικού διατάγματος του 2020 και στόχευσαν συγκεκριμένα πρόσωπα που θεωρούνται υπεύθυνα για ενέργειες κατά της αυτονομίας του Χονγκ Κονγκ. Εκ των ονομάτων, ξεχωρίζει ο Ντονγκ Τζινγκγουέι, διευθυντής του Γραφείου Εθνικής Ασφάλειας του Πεκίνου, ο οποίος έχει ιστορικό συμμετοχής σε επιχειρήσεις καταστολής αντιφρονούντων και εξωτερικών επεμβάσεων.

Οι πέντε άλλοι υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι του Χονγκ Κονγκ που βρίσκονται στη λίστα κυρώσεων είναι ο Σόνι Άου Τσι Κουόνγκ, ο Ντικ Γουόνγκ Τσανγκ Τσουν, η Μάργκαρετ Τσιού Ουίνγκ Λα, ο Ρέιμοντ Σιου Τσακ Γι, και ο Πολ Λαμ Τινγκ Κουόκ. Σύμφωνα με το υπουργείο, οι εν λόγω αξιωματούχοι συμμετείχαν σε συλλήψεις και διώξεις ατόμων βάσει του εθνικού νόμου ασφάλειας, που ισχύει από το 2020 και επιβάλλει βαριές ποινές με κατηγορίες όπως υπονόμευση και συνεργασία με ξένες δυνάμεις.

Aντιδράσεις του Χονγκ Κονγκ και δηλώσεις διεθνών φορέων

Η κυβέρνηση του Χονγκ Κονγκ απάντησε στις κυρώσεις, χαρακτηρίζοντάς τες «απόπειρα εκφοβισμού» και δηλώνοντας ότι οι αρμόδιες αρχές δε θα επηρεαστούν από «τέτοιες αχαρακτήριστες ενέργειες». Από την άλλη πλευρά, οργανισμοί υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως το «Committee for Freedom in Hong Kong Foundation», εξήραν την κίνηση του υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ. Η Φράνσις Χούι, εκπρόσωπος του οργανισμού, δήλωσε πως είναι «ένα ισχυρό μήνυμα ότι η καταστολή δε θα παραμείνει αναπάντητη».

Η Άννα Κουόκ, διευθύντρια του οργανισμού «Hong Kong Democracy Council» στην Ουάσιγκτον, ανέφερε ότι αυτή η δράση «αποτελεί ένα πολυαναμενόμενο βήμα για την αποκατάσταση της ευθύνης». Περαιτέρω πρόσθεσε ότι «η διεθνής κοινότητα πρέπει να ακολουθήσει το παράδειγμα των Ηνωμένων Πολιτειών».

Eνίσχυση των διπλωματικών πιέσεων

Το ζήτημα της αυτονομίας του Χονγκ Κονγκ παραμένει κομβικό σημείο στις σχέσεις ΗΠΑ-Κίνας. Οι ανανεωμένες κυρώσεις αναμένεται να αυξήσουν την ένταση μεταξύ των δύο χωρών, ενώ παράλληλα αντικατοπτρίζουν μια στροφή της αμερικανικής πολιτικής προς μεγαλύτερη υποστήριξη των δημοκρατικών δυνάμεων στην περιοχή.

Η υπόθεση εγείρει ερωτήματα σχετικά με το κατά πόσο η Κίνα θα συνεχίσει στην ίδια πορεία, υπονομεύοντας τις δεσμεύσεις της βάσει της συνθήκης του 1997, που είχε εγγυηθεί την αυτονομία του Χονγκ Κονγκ μέχρι το 2047. Παράλληλα, οι κυρώσεις προμηνύουν αυστηρότερη στάση των ΗΠΑ απέναντι στις πρακτικές εκτεταμένης καταστολής και εξωτερικής πίεσης που ασκούνται από το Πεκίνο.

O πρόεδρος Τραμπ ανακοίνωσε επικείμενη επίσκεψη στη Σαουδική Αραβία, το Κατάρ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα

Σημαντική περιοδεία στη Μέση Ανατολή ανακοίνωσε ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, σε συνέντευξη τύπου που παραχώρησε τη Δευτέρα από το Οβάλ Γραφείο, προσδιορίζοντας ως επόμενο μήνα την πιθανή ημερομηνία της πρώτης του εξωτερικής αποστολής στον δεύτερο προεδρικό του όρο. Η περιοδεία περιλαμβάνει συναντήσεις στη Σαουδική Αραβία, το Κατάρ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, ενώ δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο επισκέψεων και σε άλλες χώρες της περιοχής.

Eπικέντρωση στις επενδύσεις και στη δημιουργία θέσεων εργασίας

Βασικό σημείο της επίσκεψης φαίνεται να αποτελεί η ενίσχυση των επενδύσεων της Σαουδικής Αραβίας στις Ηνωμένες Πολιτείες, με τον πρόεδρο Τραμπ να εκτιμά ότι οι νέες συμφωνίες θα μπορούσαν να φτάσουν έως και το 1 τρισεκατομμύριο δολάρια. «Κατά την πρώτη μου θητεία, συμμετείχαμε σε επενδύσεις αξίας 450 δισεκατομμυρίων δολαρίων στις αμερικανικές εταιρείες. Τώρα είμαστε κοντά στο ένα τρισεκατομμύριο, κάτι που υπερδιπλασιάζει το προηγούμενο ποσό», δήλωσε χαρακτηριστικά.

Παρόμοια προσέγγιση αναμένεται να ακολουθηθεί και στις επισκέψεις του στο Κατάρ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, με τον πρόεδρο να σημειώνει ότι «τεράστιες θέσεις εργασίας θα δημιουργηθούν μέσα σε δύο ή τρεις ημέρες» της περιοδείας.

Τηλεφωνική επικοινωνία με τον πρίγκιπα διάδοχο της Σαουδικής Αραβίας

Η ανακοίνωση του Τραμπ έρχεται μετά από τηλεφωνική επικοινωνία που είχε στις 22 Ιανουαρίου με τον πρίγκιπα διάδοχο της Σαουδικής Αραβίας, Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν. Σύμφωνα με το Λευκό Οίκο, η συζήτηση επικεντρώθηκε στην ενίσχυση των εμπορικών σχέσεων, την περιφερειακή ασφάλεια καθώς και την καταπολέμηση της τρομοκρατίας. Ο πρίγκιπας δήλωσε ότι το βασίλειο σκοπεύει να επενδύσει 600 δισεκατομμύρια δολάρια στις Ηνωμένες Πολιτείες την επόμενη τετραετία με την προοπτική αύξησης, αναλόγως των ευκαιριών.

Ο Τραμπ είχε προηγουμένως αναφέρει ότι σκοπεύει να ζητήσει από τη Σαουδική Αραβία να αυξήσει ακόμη περισσότερο τις επενδύσεις, επισημαίνοντας: «Νομίζω ότι θα το κάνουν, γιατί έχουμε υπάρξει πολύ καλοί μαζί τους».

Συζήτηση για ειρήνη στην Ουκρανία

Αρκετά ερωτήματα εγείρονται για το αν η επίσκεψη αυτή συνδέεται με την πιθανή συνάντηση που σχεδιάζει ο πρόεδρος Τραμπ με τον πρόεδρο της Ρωσίας, Βλαντίμιρ Πούτιν, έχοντας ως σκοπό συζήτηση για κατάπαυση πυρός στην Ουκρανία. Ο Τραμπ είχε δηλώσει τον Φεβρουάριο ότι υπάρχει πιθανότητα η συνάντηση με τον Πούτιν να πραγματοποιηθεί στη Σαουδική Αραβία, χωρίς ωστόσο να επιβεβαιώσει συγκεκριμένη ημερομηνία.

Η Σαουδική Αραβία διαδραματίζει ήδη μεσολαβητικό ρόλο στις συνομιλίες για την ειρήνη, φιλοξενώντας πρόσφατα κρίσιμες συναντήσεις μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ουκρανίας, που οδήγησαν σε κατάπαυση πυρός μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας.

Γεωπολιτική διάσταση της επίσκεψης

Η περιοδεία αυτή του Τραμπ ενδέχεται να ενδυναμώσει περαιτέρω τις ήδη στενές σχέσεις ΗΠΑ και κρατών του Κόλπου. Ο υπουργός Οικονομικών της Σαουδικής Αραβίας, Μοχάμεντ Αλ-Τζαάνταν, δήλωσε ότι το βασίλειο έχει επενδύσει ήδη πάνω από 770 δισεκατομμύρια δολάρια στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ταυτόχρονα, ο ρόλος της Σαουδικής Αραβίας στη μείωση της τιμής του πετρελαίου, ζήτημα που ο Τραμπ έχει επανειλημμένα θίξει, αποτελεί κομβικό σημείο των συζητήσεων.

Φαίνεται ότι το διπλωματικό και οικονομικό σκέλος της περιοδείας του Ντόναλντ Τραμπ στη Μέση Ανατολή θα είναι αποφασιστικής σημασίας για την ευρύτερη στρατηγική της κυβέρνησης του, με φόντο τις ενεργειακές, εμπορικές και γεωπολιτικές εξελίξεις παγκοσμίως.

Ο Έλον Μασκ αποχωρεί από το DOGE: Τι σημαίνει αυτό για την κυβέρνηση Τραμπ

Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, επιβεβαίωσε ότι ο συνεργάτης του και επιχειρηματίας, Έλον Μασκ, προγραμματίζει σύντομα την αποχώρησή του από το υπουργείο Κυβερνητικής Αποδοτικότητας (DOGE). Κατά τη διάρκεια συνομιλίας με δημοσιογράφους στον Λευκό Οίκο, ο Τραμπ υπογράμμισε ότι τα στελέχη των κυβερνητικών οργανισμών που συνεργάζονται με το DOGE είναι έτοιμα να συνεχίσουν την αποστολή του οργανισμού ακόμα και μετά την αποχώρηση του Μασκ.

«Ο Έλον είναι απίστευτος, αλλά έχει και μια μεγάλη εταιρεία να διαχειριστεί», δήλωσε ο Τραμπ, αναφερόμενος στην ηγετική του θέση στην Tesla και τη SpaceX, καθώς και στην ιδιοκτησία του κοινωνικού δικτύου X. «Θα τον κρατούσα όσο περισσότερο γίνεται, αλλά πιστεύω ότι σύντομα θα επιστρέψει στις εταιρείες του», πρόσθεσε.

 Το έργο του DOGE

Το υπουργείο Κυβερνητικής Αποδοτικότητας (Department of Government Efficiency – DOGE) ιδρύθηκε από τον Τραμπ τον Ιανουάριο του 2025 μέσω εκτελεστικού διατάγματος. Αποστολή του υπουργείου είναι να μειώσει τα λειτουργικά κόστη της ομοσπονδιακής κυβέρνησης και να επιτύχει έναν φιλόδοξο στόχο: τη μείωση του κρατικού ελλείμματος κατά ένα τρισεκατομμύριο δολάρια.

Κατά τη διάρκεια της σύντομης θητείας του στο DOGE, ο Μασκ λειτούργησε ως ειδικός κυβερνητικός σύμβουλος, κατηγορία που τον απαλλάσσει από ορισμένες υποχρεώσεις που αφορούν τους μόνιμους ομοσπονδιακούς υπαλλήλους. Ωστόσο, αυτός ο ειδικός ρόλος έχει χρονικό περιορισμό—ο Μασκ είναι υποχρεωμένος να αποχωρήσει μετά από διάστημα 130 ημερών, το οποίο εκπνέει στο τέλος του ερχόμενου Μαΐου.

Προκλήσεις και νομικές εμπλοκές

Παρά την πρόοδο που αναφέρθηκε από το υπουργείο, το DOGE αντιμετωπίζει διάφορα εμπόδια, συμπεριλαμβανομένων δικαστικών διαμαχών από υπαλλήλους και συνδικάτα που επιδιώκουν να εμποδίσουν την πρόσβαση του οργανισμού σε κυβερνητικά συστήματα, όπως αυτά της Κοινωνικής Ασφάλισης. Στα τέλη Μαρτίου, δύο ομοσπονδιακοί δικαστές μπλόκαραν προσωρινά την πρόσβαση του DOGE σε κρίσιμα δεδομένα από τμήματα όπως το υπουργείο Οικονομικών και το Γραφείο Διαχείρισης Προσωπικού, επικαλούμενοι ανησυχίες για την ιδιωτικότητα των πολιτών.

Παρά τις νομικές προκλήσεις, άλλοι δικαστές επέτρεψαν στο DOGE να συνεχίσει το έργο του σε διαφορετικούς τομείς, γεγονός που δίνει στο υπουργείο τη δυνατότητα να συνεισφέρει σε ορισμένες πρωτοβουλίες για τη βελτίωση της κυβερνητικής αποδοτικότητας.

Οι δηλώσεις του Μασκ και η Tesla

Σε πρόσφατες δηλώσεις του, ο Μασκ αναγνώρισε ότι η συνεργασία του με την κυβέρνηση είχε επιπτώσεις στις επιχειρήσεις του. Ειδικότερα, επεσήμανε την πτώση της μετοχής της Tesla κατά περισσότερο από 29% από τις αρχές του έτους, παρότι η ετήσια της επίδοση παραμένει θετική (+52%).

«Η δουλειά αυτή κοστίζει ακριβά, αλλά μακροπρόθεσμα πιστεύω ότι η Tesla θα είναι εντάξει», είπε ο Μασκ σε εκδήλωση. Επίσης άφησε να εννοηθεί ότι η αποχώρησή του θα του επιτρέψει να επικεντρωθεί τόσο στις επιχειρήσεις του όσο και στην ανάκαμψη της μετοχής της εταιρείας του.

Το μέλλον του DOGE χωρίς τον Μασκ

Όταν ρωτήθηκε αν το DOGE μπορεί να συνεχίσει τη λειτουργία του μετά την αποχώρηση του Μασκ, ο Τραμπ δήλωσε: «Πολλοί από τους επικεφαλής των οργανισμών που συνεργάζονται με το DOGE έχουν λάβει σημαντική εκπαίδευση και έχουν αποκτήσει εμπειρία. Πιθανότατα κάποιοι θα συνεχίσουν να συνεργάζονται μαζί του, αλλά πιστεύω ότι κάποια στιγμή αυτό θα τελειώσει».

Ο Τραμπ εξέφρασε την πεποίθηση ότι τα στελέχη του DOGE και οι επικεφαλής των κρατικών υπηρεσιών διαθέτουν τις δεξιότητες να προχωρήσουν τις πρωτοβουλίες του οργανισμού, ακόμα και χωρίς την παρουσία του Μασκ.

Το DOGE παραμένει μία από τις πλέον καινοτόμες, αλλά και αμφιλεγόμενες πρωτοβουλίες της διακυβέρνησης Τραμπ, με την αποχώρηση του Έλον Μασκ να σηματοδοτεί ένα νέο κεφάλαιο για τον οργανισμό. Ωστόσο, ερωτήματα παραμένουν για τη βιωσιμότητα και την αποδοτικότητά του σε μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο ορίζοντα.