Σάββατο, 02 Αυγ, 2025

Ο Φιλιππίνες χαλαρώνουν τους ταξιδιωτικούς περιορισμούς για κρατικούς αξιωματούχους προς την Ταϊβάν

Με ιδιαίτερα θετικό τρόπο υποδέχθηκε η Ταϊβάν την απόφαση της κυβέρνησης των Φιλιππίνων να χαλαρώσει τα αυστηρά ταξιδιωτικά μέτρα που ίσχυαν εδώ και δεκαετίες για τους κρατικούς αξιωματούχους της προς την Ταϊβάν, αλλά και να επιτρέψει με μεγαλύτερη ευκολία τις επισκέψεις Ταϊβανών αξιωματούχων στη χώρα.

Η σχετική εντολή, γνωστή ως Εγκύκλιος Υπομνήματος Αριθ. 82, υπογράφηκε στις 15 Απριλίου από τον εκτελεστικό γραμματέα Λούκας Μπερσαμίν εκ μέρους του προέδρου της χώρας, Φερνινάντο Μάρκος Τζούνιορ. Η εγκύκλιος, που έγινε γνωστή στις 21 Απριλίου, αναφέρει πως οι αλλαγές στοχεύουν στην «αξιοποίηση ευκαιριών ανάπτυξης και επέκτασης σε τομείς προτεραιότητας για επενδύσεις στις Φιλιππίνες».

Αν και Μανίλα και Ταϊπέι δεν διατηρούν επίσημες διπλωματικές σχέσεις, οι δύο πλευρές έχουν αναπτύξει ένα άτυπο δίκτυο επικοινωνίας δια μέσω των αντίστοιχων οικονομο-πολιτιστικών γραφείων τόσο στην πρωτεύουσα της κάθε χώρας. Η συνεργασία των δύο χωρών, τα τελευταία χρόνια, εκτυλίσσεται σε ένα περιβάλλον αυξανόμενης στρατιωτικής πίεσης από το Πεκίνο.

Με τη νέα εγκύκλιο, περιορίζονται σημαντικά οι περιορισμοί που είχαν επιβληθεί από το Προεδρικό Διάταγμα 313 της Κορασόν Ακίνο το 1987, με το οποίο απαγορευόταν σε κάθε Φιλιππινέζο αξιωματούχο να επισκεφθεί επίσημα την Ταϊβάν ή να πραγματοποιήσει επαφές με Ταϊβανούς αξιωματούχους χωρίς την έγκριση του Υπουργείου Εξωτερικών. Το διάταγμα εκείνο επαναλάμβανε τη διπλωματική αναγνώριση της Κίνας από τις Φιλιππίνες και υπογράμμιζε πως «η Ταϊβάν αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της κινεζικής επικράτειας».

Με τις νέες ρυθμίσεις του Μάρκος, η απαγόρευση μετακινήσεων για επίσημους λόγους περιορίζεται πλέον μόνο στις εξής θέσεις: πρόεδρος, αντιπρόεδρος, υπουργός εξωτερικών και υπουργός άμυνας των Φιλιππίνων.

Όλοι οι υπόλοιποι κρατικοί αξιωματούχοι θα μπορούν πλέον να μεταβαίνουν στην Ταϊβάν για «οικονομικούς, εμπορικούς και επενδυτικούς σκοπούς», αλλά υποχρεούνται να χρησιμοποιούν απλό διαβατήριο, χωρίς τον επίσημο τίτλο της θέσης τους. Πριν από το ταξίδι τους, θα πρέπει να ενημερώνουν το Οικονομικό και Πολιτιστικό Γραφείο της Μανίλα στην Ταϊπέι (MECO) για τον σκοπό της επίσκεψης, ενώ υποχρεούνται μετά το πέρας να υποβάλλουν σχετική έκθεση τόσο στο MECO όσο και στο Υπουργείο Εξωτερικών της Φιλιππίνων.

Αντίστοιχα, υπηρεσίες και αξιωματούχοι της κυβέρνησης των Φιλιππίνων δύνανται να φιλοξενούν ταϊβανέζικες αντιπροσωπείες για λόγους εμπορίου ή επενδύσεων, κατόπιν σχετικής ενημέρωσης στο MECO πέντε ημέρες πριν, ενώ απαιτείται και υποβολή απολογιστικής έκθεσης μετά την επίσκεψη.

Σημειώνεται όμως ρητά ότι «οποιαδήποτε υπογραφή συμφωνίας, μνημονίου συνεργασίας, ανταλλαγής ρηματικών διακοινώσεων ή παρόμοιων εγγράφων με ταϊβανικούς οργανισμούς θα πρέπει να γίνεται μόνο με προηγούμενη άδεια του ΥΠΕΞ».

Ο υπουργός Εξωτερικών της Ταϊβάν, Λιν Τσια-Λουνγκ, καλωσόρισε την απόφαση της Μανίλας, εκτιμώντας πως πρόκειται για ένα σημαντικό βήμα που στηρίζει την προσπάθεια της Ταϊβάν για ενίσχυση της ουσιαστικής συνεργασίας με τις Φιλιππίνες. Όπως τόνισε το υπουργείο, η Ταϊβάν αποτελεί την όγδοη μεγαλύτερη αγορά εξαγωγών για τις Φιλιππίνες, ένατη ως εμπορικός εταίρος και δέκατη ως πηγή εισαγωγών.

Η Ταϊβάν, υπογραμμίζει το υπουργείο, θα συνεχίσει να συνεργάζεται με τις Φιλιππίνες και άλλες δημοκρατικές χώρες της περιοχής για την περιφερειακή ευημερία, ειρήνη και σταθερότητα.

Σε σχετική ανακοίνωση στις 21 Απριλίου, το Οικονομικό και Πολιτιστικό Γραφείο της Μανίλας (MECO) επισήμανε πως η χαλάρωση των περιορισμών «θα μειώσει τα εμπόδια και θα ενισχύσει τη διαφάνεια ώστε να προσελκύσει περισσότερες ταϊβανέζικες επενδύσεις, προωθώντας ταυτόχρονα κοινούς στόχους, όπως ανθεκτικές αλυσίδες εφοδιασμού, καινοτομία και βιώσιμη ανάπτυξη.»

«Φέτος συμπληρώνονται πενήντα χρόνια από τις διμερείς σχέσεις Φιλιππίνων-Ταϊβάν, και είναι η κατάλληλη στιγμή να προχωρήσουμε σε βαθύτερη και πιο παραγωγική συνεργασία που θα ωφελήσει όλες τις πλευρές, με διασφαλισμένες τις προτεραιότητες δημόσιου συμφέροντος,» προσθέτει το MECO.

Αξίζει να σημειωθεί πως, τον Ιανουάριο του 2024, η Κίνα αντέδρασε έντονα όταν ο πρόεδρος Μάρκος συνεχάρη, μέσω κοινωνικών δικτύων, τον νικητή των ταϊβανέζικων προεδρικών εκλογών. Το κινεζικό υπουργείο Εξωτερικών κατηγόρησε τότε τον Μάρκος για «κραυγαλέα παρέμβαση στα εσωτερικά της Κίνας» και κάλεσε τον πρέσβη των Φιλιππίνων στο Πεκίνο για αυστηρό διάβημα.

Η Κίνα εξακολουθεί να θεωρεί την Ταϊβάν αναπόσπαστο μέρος της επικράτειάς της, χωρίς να αναγνωρίζει τη νομιμότητα της δημοκρατικά εκλεγμένης κυβέρνησης της Ταϊβάν. Ωστόσο, στην πράξη, η Ταϊβάν λειτουργεί ως πλήρως αυτοδιοικούμενο κράτος, με δικό της στρατό, σύνταγμα και εθνικό νόμισμα.

Οι ΗΠΑ επιβάλλουν δασμούς-μαμούθ έως 3.521% στις εισαγωγές φωτοβολταϊκών από Ασία

Με μια ασυνήθιστα σκληρή απόφαση, το αμερικανικό υπουργείο Εμπορίου ανακοίνωσε τη Δευτέρα την πρόθεσή του να επιβάλει δασμούς που φθάνουν έως και το 3.521% σε εισαγόμενα φωτοβολταϊκά κύτταρα από τέσσερις χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας, προκειμένου να μπει φρένο σε πρακτικές αθέμιτου ανταγωνισμού.

Η απόφαση ακολουθεί καταγγελία αμερικανών κατασκευαστών από το προηγούμενο έτος, οι οποίοι κατηγόρησαν φωτοβολταϊκές εταιρείες κινεζικών συμφερόντων που δραστηριοποιούνται στην Καμπότζη, τη Μαλαισία, την Ταϊλάνδη και το Βιετνάμ ότι «ξεφορτώνουν» στην αμερικανική αγορά προϊόντα σε εξαιρετικά χαμηλές τιμές, ενώ παράλληλα επιδοτούνται, πλήττοντας σοβαρά την εγχώρια βιομηχανία.

Σε επίσημη ανακοίνωσή του, το υπουργείο επισημαίνει ότι η έρευνά του για τα εισαγόμενα κρυσταλλικά φωτοβολταϊκά κύτταρα – βασικό συστατικό των ηλιακών πάνελ – κατέδειξε πως οι εμπλεκόμενες εταιρείες λαμβάνουν κρατικές ενισχύσεις από το κινεζικό καθεστώς.

«Πρόκειται για μία από τις πρώτες περιπτώσεις εφαρμογής δασμών αντιστάθμισης, όπου διαπιστώθηκε με σαφήνεια ότι επιχειρήσεις λαμβάνουν διακρατικές επιδοτήσεις», σημειώνει το υπουργείο.

Το ύψος των δασμών που ανακοινώθηκαν διαφέρει σημαντικά ανά εταιρεία και χώρα. Ανάμεσα στις θιγόμενες εταιρείες συγκαταλέγονται οι Jinko Solar, Trina Solar και Solar Long PV-Tech, όλες με δεσμούς με κινεζικούς ομίλους.

Για παράδειγμα, στα προϊόντα της Jinko Solar από τη Μαλαισία επιβάλλονται οι χαμηλότεροι συνδυαστικοί δασμοί (αντιντάμπινγκ και αντιστάθμισης), της τάξης του 41,56%. Αντίθετα, τα προϊόντα της Trina Solar που προέρχονται από την Ταϊλάνδη επιβαρύνονται με δασμό-μαμούθ ύψους 375,19% σύμφωνα με τις τελικές αποφάσεις του υπουργείου.

Η μεγαλύτερη επιβάρυνση αφορά τις εισαγωγές από την Καμπότζη, όπου λόγω μη συνεργασίας των παραγωγών με την αμερικανική έρευνα, οι δασμοί εκτοξεύονται πάνω από το 3.521%.

Οι νέοι δασμοί θα τεθούν σε εφαρμογή μόνο εάν λάβουν την τελική έγκριση της Ομοσπονδιακής Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου, η οποία αναμένεται να αποφανθεί έως τις 2 Ιουνίου. Σε περίπτωση αρνητικής απόφασης, δεν θα εκδοθούν οι σχετικές διαταγές, όπως διευκρίνισε το υπουργείο.

Τις αποφάσεις χαιρέτισε η Αμερικανική Συμμαχία Εμπορίου Ηλιακής Τεχνολογίας, το βασικό σχήμα αμερικανών κατασκευαστών πίσω από την υπόθεση, κάνοντας λόγο για «καθαρή νίκη» της εγχώριας βιομηχανίας ηλιακής ενέργειας.

Ο επικεφαλής νομικός σύμβουλος της συμμαχίας Τιμ Μπράιτμπιλ τόνισε πως το υπουργείο επικύρωσε με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο ότι οι κινεζικές εταιρείες «υπονομεύουν το σύστημα, καταστρέφοντας τον ανταγωνισμό και στερώντας την εργασία από Αμερικανούς».

«Η εφαρμογή των εμπορικών μας νόμων δεν είναι απλά θέμα νομικής τάξης. Είναι βασική προϋπόθεση για την αναγέννηση της βιομηχανικής μας βάσης, για την ασφάλεια στην ενεργειακή ανεξαρτησία και για τη διασφάλιση των αμερικανικών θέσεων εργασίας», σημείωσε εμφατικά.

Η ανακοίνωση των δασμών έρχεται εν μέσω επιθετικής εμπορικής πολιτικής του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος έχει προαναγγείλει την επιβολή ελάχιστου δασμού 10% σε όλους τους εμπορικούς εταίρους και πολύ πιο αυξημένα ποσοστά – έως 60% – σε περίπου 60 χώρες με μεγάλες εμπορικές ανισορροπίες έναντι των ΗΠΑ.

Στη συνέχεια, η κυβέρνηση Τραμπ χορήγησε προσωρινή αναστολή 90 ημερών για τις περισσότερες χώρες, πλην της Κίνας, στην οποία επιβλήθηκαν δασμοί έως 245% ως αντίποινα για τις δικές της πολιτικές.

Ως απάντηση, το Πεκίνο προχώρησε σε αύξηση των δασμών στα αμερικανικά προϊόντα από 84% σε 125%, αφότου οι ΗΠΑ θέσπισαν επιβάρυνση 145% σε όλες τις κινεζικές εισαγωγές. Επίσης, η κινεζική κυβέρνηση ανέστειλε ορισμένες εξαγωγές σπάνιων μεταλλευμάτων προς τις ΗΠΑ ως μέτρο αντιποίνων.

Την ίδια περίοδο, ο Τραμπ αποκάλυψε σε δημοσιογράφους στον Λευκό Οίκο ότι υπήρξαν επαφές του Πεκίνου με την αμερικανική κυβέρνηση προκειμένου να υπάρξουν διαπραγματεύσεις στη σκιά του εμπορικού πολέμου.

«Πιστεύω ότι θα καταλήξουμε σε συμφωνία με την Κίνα – κι αν όχι, πάλι θα τα βρούμε, βάζοντας σαφείς κανόνες στο τραπέζι», είχε δηλώσει χαρακτηριστικά ο Αμερικανός πρόεδρος.

Σημειώνεται ότι το αμερικανικό υπουργείο Εμπορίου είχε διαπιστώσει από τον Αύγουστο του 2023 πως ορισμένες κινεζικές εταιρείες φωτοβολταϊκών εξήγαγαν τα προϊόντα τους μέσω Καμπότζης, Μαλαισίας, Ταϊλάνδης και Βιετνάμ, προχωρώντας σε ελάχιστη επεξεργασία ώστε να αποφύγουν τους δασμούς που ισχύουν για τις εισαγωγές απευθείας από την Κίνα.

Όπως επισημαίνει ο αρθρογράφος και συγγραφέας Γκόρντον Τσανγκ, οι συγκεκριμένοι νέοι δασμοί του Τραμπ «κλείνουν αυτή τη χαραμάδα», αποτρέποντας άλλες χώρες να διευκολύνουν την παράκαμψη των αμερικανικών μέτρων από την Κίνα.

«Η Κίνα διαθέτει τεράστια εμπειρία στην παράκαμψη δασμών, όχι μόνο με ψευδή παραστατικά αλλά και με την κατασκευή μονάδων σε τρίτες χώρες, στέλνοντας από εκεί την παραγωγή στις ΗΠΑ», ανέφερε ο Τσανγκ σε συνέντευξή του.

Με την συμβολή των Jacob Burg και Reuters.

Αισιόδοξη η Νότια Κορέα για τις εμπορικές συνομιλίες με ΗΠΑ εν μέσω τελωνειακών εντάσεων

Με θετικές προσδοκίες προσέρχεται η Σεούλ στις επικείμενες εμπορικές συνομιλίες με τις Ηνωμένες Πολιτείες, σύμφωνα με τον υπηρεσιακό πρόεδρο της Νότιας Κορέας, Χαν Ντουκ-σου. Κατά τη διάρκεια συνεδρίασης του Υπουργικού Συμβουλίου την Τρίτη, ο κ. Χαν τόνισε πως οι διαπραγματεύσεις αναμένεται να δώσουν νέα ώθηση σε μια αμοιβαία επωφελή σχέση ανάμεσα στα δύο κράτη.

Υπενθυμίζεται ότι ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ προχώρησε στις αρχές του μήνα στην επιβολή δασμών 25% στις εισαγωγές από τη Νότια Κορέα, εφαρμόζοντας το μέτρο προσωρινά με τρίμηνη αναστολή. Ωστόσο, οι δασμοί στους τομείς αυτοκινήτων και χάλυβα παραμένουν αμετάβλητοι στο ίδιο επίπεδο.

Η συνάντηση, που θα πραγματοποιηθεί κατόπιν πρωτοβουλίας της Ουάσιγκτον στις 24 Απριλίου, θα διεξαχθεί στην αμερικανική πρωτεύουσα, όπως έγινε γνωστό. Αναχωρώντας για τις ΗΠΑ, ο Κορεάτης υπουργός Οικονομικών Τσόι Σανγκ-μοκ υπογράμμισε ότι στόχος του είναι να «ανοίξει την πόρτα» σε διάλογο που θα ενδυναμώσει τη συμμαχία Σεούλ-Ουάσιγκτον.

Στην κορεατική αντιπροσωπεία θα συμμετέχει και ο υπουργός Βιομηχανίας, Άν Ντουκ-γκεν, ενώ τις ΗΠΑ θα εκπροσωπήσουν ο υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ και ο αντιπρόσωπος εμπορίου Τζέιμισον Γκριρ.

Συνομιλίες για αμοιβαίες εξαιρέσεις ή μειώσεις δασμών, ειδικά στους τομείς αυτοκινήτου και χάλυβα, θα βρεθούν στο επίκεντρο των διαπραγματεύσεων, όπως ανακοίνωσε το κορεατικό υπουργείο Βιομηχανίας. «Δεδομένου ότι οι βιομηχανίες μας είναι στενά συνδεδεμένες, επιδιώκουμε λύσεις αμοιβαίου κέρδους και όχι συγκρουσιακές πολιτικές δασμών,» δήλωσε ο κ. Άν.

«Θα ανταποκριθούμε με εγρήγορση και με στενή επικοινωνία με την αμερικανική πλευρά, ώστε να περιοριστεί ο αντίκτυπος στις εταιρείες μας,» πρόσθεσε το υπουργείο, διευκρινίζοντας πως η τελική ατζέντα των συνομιλιών απομένει να οριστικοποιηθεί.

Σταθερότητα επικράτησε στο χρηματιστήριο της Σεούλ, καθώς οι επενδυτές παρέμειναν επιφυλακτικοί ενόψει των κρίσιμων επαφών με τις ΗΠΑ. Ο δείκτης KOPSI έκλεισε με οριακή πτώση 1,78 μονάδων ή 0,07%, στις 2.486,64 μονάδες.

Η οικονομία της Νότιας Κορέας παραμένει ευάλωτη απέναντι στο ενδεχόμενο εμπορικών απωλειών λόγω της υψηλής εξάρτησης από τις εξαγωγές, με κυριότερες αυτές των ενσωματωμένων κυκλωμάτων, των οχημάτων και εξαρτημάτων, των διυλισμένων πετρελαιοειδών και των πλοίων, όπως αναφέρεται από το Παρατηρητήριο Οικονομικής Πολυπλοκότητας.

Ο κ. Χαν παραδέχθηκε τη Δευτέρα πως η διαπραγματευτική διαδικασία με την αμερικανική πλευρά «δεν θα είναι εύκολη». Ο πρόεδρος Τραμπ έχει εντάξει και το ζήτημα του καταμερισμού του κόστους παραμονής των αμερικανικών δυνάμεων στη Νότια Κορέα στο ευρύτερο πακέτο των διαπραγματεύσεων, κάτι που σύμφωνα με Κορεάτες αξιωματούχους δεν αποτελεί θέμα συζήτησης. Αντίθετα, η συνεργασία στη ναυπηγική θεωρείται για τη Σεούλ «ισχυρό διαπραγματευτικό χαρτί», ενώ ανοιχτό παραμένει και το ενδεχόμενο συμμετοχής σε ενεργειακό πρόγραμμα στην Αλάσκα.

Σε συνέντευξή του στους Financial Times, o υπηρεσιακός πρόεδρος Χαν άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο επαναδιαπραγμάτευσης του συμφώνου κατανομής κόστους, ανάλογα με την πορεία των συνομιλιών, διευκρινίζοντας παράλληλα πως δεν προτίθεται να εισέλθει σε «αντεπίθεση» έναντι των δασμών Τραμπ, λόγω του μεγάλου ιστορικού χρέους της χώρας του προς τις ΗΠΑ. «Ο ρόλος της Αμερικής υπήρξε καταλυτικός στη μετεξέλιξη της Νότιας Κορέας,» τόνισε χαρακτηριστικά.

Ο κ. Χαν ανέλαβε υπηρεσιακός πρόεδρος μετά την αποπομπή του Γιουν Σουκ-γιόλ από το Συνταγματικό Δικαστήριο, έπειτα από φερόμενη απόπειρα πραξικοπήματος πέρυσι. Ο Γιουν είχε αιφνιδιάσει με νυχτερινή κήρυξη στρατιωτικού νόμου, θέλοντας, όπως υποστήριξε, να πατάξει «αντικρατικά» στοιχεία. Τελικά, αναγκάστηκε να άρει το διάταγμα έξι ώρες αργότερα, όταν εργαζόμενοι της Βουλής οχυρώθηκαν εντός του κτιρίου και εμπόδισαν –με καναπέδες!– την είσοδο στρατιωτών ειδικών δυνάμεων, οι οποίοι έσπασαν παράθυρα για να εισβάλουν στην αίθουσα, όπου και απορρίφθηκε το στρατιωτικό διάταγμα.

Τη 3η Ιουνίου ορίστηκε να διεξαχθούν οι πρόωρες γενικές εκλογές για την ανάδειξη νέου προέδρου, ενώ ο Γιουν εξακολουθεί να βρίσκεται υπόδικος αντιμετωπίζοντας βαριές κατηγορίες στασιασμού, οι οποίες επισύρουν ακόμα και τη θανατική ποινή. Ο ίδιος πάντως αρνείται ότι η κήρυξη στρατιωτικού νόμου συνιστούσε απόπειρα πραξικοπήματος.

Ο Τραμπ επιμένει: «Αδύνατο να γίνεται δίκη για κάθε απέλαση μετανάστη»

Ο Ντόναλντ Τραμπ απάντησε την Κυριακή στις πρόσφατες εξελίξεις γύρω από το μεταναστευτικό, υποστηρίζοντας ότι οι ΗΠΑ είναι ανέφικτο να προσφέρουν δίκαιη δίκη σε κάθε άνθρωπο που βρίσκεται αντιμέτωπος με απέλαση. Η τοποθέτηση του πρώην προέδρου ήρθε λίγες μόλις ώρες μετά την προσωρινή απαγόρευση του Ανώτατου Δικαστηρίου για την απομάκρυνση παράτυπων μεταναστών βάσει του λεγόμενου Alien Enemies Act.

Ήταν η πρώτη δημόσια παρέμβαση του Τραμπ στο ζήτημα, μετά την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου να σταματήσει, έστω προσωρινά, τις απελάσεις μεταναστών που φέρονται ως μέλη συμμοριών σε φυλακές του Ελ Σαλβαδόρ.

Σε ανάρτησή του στα κοινωνικά δίκτυα, ο Τραμπ κατηγόρησε τα δικαστήρια, ανάμεσά τους και το Ανώτατο, ότι του βάζουν «τρικλοποδιές» σε κάθε βήμα όσον αφορά την εφαρμογή του Νόμου περί Εχθρικών Αλλοδαπών, που θεσπίστηκε το 1798. Πρωτοδίκης στην Ουάσιγκτον είχε ήδη μπλοκάρει αρχικά την εφαρμογή του νόμου από την κυβέρνηση Τραμπ.

«Κάνω αυτό για το οποίο με εξέλεξε ο αμερικανικός λαός, να απομακρύνω εγκληματίες από τη χώρα μας, αλλά τα δικαστήρια δε μου το επιτρέπουν», ανέφερε χαρακτηριστικά ο Τραμπ. «Η ομάδα μου κάνει εξαιρετική δουλειά, αλλά της βάζουν εμπόδια διαρκώς, ακόμη και το ίδιο το Ανώτατο Δικαστήριο, το οποίο πάντα σεβόμουν, αλλά δείχνει να μην θέλει να επιστρέψουμε βίαιους εγκληματίες και τρομοκράτες στη Βενεζουέλα ή οπουδήποτε αλλού.»

Συμπλήρωσε ότι εάν το αμερικανικό κράτος έπρεπε να εγγυηθεί δίκη σε κάθε παράνομο μετανάστη, «θα χρειάζονταν εκατοντάδες χιλιάδες δίκες για τους εκατοντάδες χιλιάδες παράτυπους που στέλνουμε εκτός της χώρας» – κάτι που χαρακτήρισε «αδύνατο στην πράξη».

Ο πρόεδρος  Τραμπ δεν δίστασε να καταλογίσει στην αμερικανική Δικαιοσύνη ότι «εκφοβίζεται και χειραγωγείται από την ριζοσπαστική Αριστερά» και να προειδοποιήσει πως «αν δεν διώξουμε αυτούς τους εγκληματίες, σύντομα δε θα έχουμε πατρίδα».

Η ανάρτηση του Τραμπ ουσιαστικά απάντησε και στους επικριτές που τον κατηγορούν για παραβίαση των δικαιωμάτων υπό απέλαση προσώπων. Στην υπόθεση που έχει προσελκύσει τα φώτα της δημοσιότητας, Δημοκρατικοί βουλευτές ταξίδεψαν πρόσφατα στο Ελ Σαλβαδόρ για να ζητήσουν την επιστροφή του Κιλμάρ Αμπρέγκο Γκαρσία, που απελάθηκε παρά τη σχετική δικαστική απόφαση.

Σύμφωνα με τις αρχές, ο Αμπρέγκο Γκαρσία διαμένει παράτυπα στις ΗΠΑ και φέρεται ως μέλος της συμμορίας MS-13, που χαρακτηρίστηκε τρομοκρατική οργάνωση επί διακυβέρνησης Τραμπ. Επιπλέον, φέρεται να είχε εμπλακεί το 2022 σε υπόθεση διακίνησης ανθρώπων, σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του Υπουργείου Εσωτερικής Ασφάλειας. Η απέλασή του πραγματοποιήθηκε τον Μάρτιο, παρά το προσωρινό δικαστικό πάγωμα.

Με τη σχετική του διαταγή, το Ανώτατο Δικαστήριο διέταξε – με εξαίρεση τους δικαστές Αλίτο και Τόμας που μειοψήφησαν – την αναστολή όλων των απελάσεων των εν λόγω κρατουμένων, μέχρι νεωτέρας εντολής. Ο δικαστής Αλίτο αντέτεινε ότι η συγκεκριμένη απόφαση της συνάδελφων του είναι «χωρίς προηγούμενο» και «νομικά αμφιλεγόμενη».

Η υπόθεση έφτασε ως κατεπείγουσα προσφυγή από την Αμερικανική Ένωση Πολιτικών Ελευθεριών (ACLU), που υποστήριξε ότι οι αρχές επιχειρούν να επανεκκινήσουν τις απελάσεις βάσει του παλαιού νόμου.

Νωρίτερα τον Απρίλιο, το Ανώτατο Δικαστήριο είχε αποφανθεί ότι επιτρέπονται απελάσεις μόνο εάν οι προς απομάκρυνση έχουν τη δυνατότητα να ακουστούν σε δικαστήριο και τους δοθεί «εύλογος χρόνος» να αμφισβητήσουν το μέτρο εναντίον τους.

Στις 19 Απριλίου, η νομική ομάδα Τραμπ αντέδρασε στις αποφάσεις του Ανώτατου Δικαστηρίου, επιμένοντας πως η κυβέρνηση είχε ενημερώσει έγκαιρα τους κρατουμένους για τα σχέδια απέλασης.

«Οι κρατούμενοι που λαμβάνουν τέτοιες ειδοποιήσεις έχουν τον απαιτούμενο χρόνο να καταθέσουν αιτήσεις habeas corpus — πράγματι, οι αντιπρόσωποι της επίμαχης κατηγορίας και άλλοι έχουν καταθέσει τέτοιες προσφυγές», υπογράμμισε ο νομικός εκπρόσωπος του κράτους, D. John Sauer.

Με την συμβολή του Associated Press.

Ο Πούτιν δηλώνει ανοιχτός σε διμερείς συνομιλίες για κατάπαυση του πυρός με την Ουκρανία

Η Ρωσία εκδηλώνει προθυμία να συζητήσει με την Ουκρανία το ενδεχόμενο συμφωνίας για προσωρινή κατάπαυση του πυρός, σύμφωνα με δήλωση του προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν.

«Πάντα αντιμετωπίζαμε θετικά κάθε ειρηνευτική πρωτοβουλία», ανέφερε ο Ρώσος πρόεδρος σε δηλώσεις του στη ρωσική κρατική τηλεόραση στις 21 Απριλίου, οι οποίες αναρτήθηκαν αργότερα στην επίσημη ιστοσελίδα του Κρεμλίνου.

Οι δηλώσεις του Πούτιν ήρθαν λίγες μόλις ώρες μετά τη λήξη εκεχειρίας 30 ωρών, την οποία είχε ανακοινώσει η Μόσχα για τη διάρκεια του ορθόδοξου Πάσχα. Παρότι το Κίεβο κατηγόρησε τη Ρωσία πως παραβίασε την εκεχειρία που η ίδια κήρυξε, η Μόσχα εμμένει ότι οι ρωσικές δυνάμεις ακολούθησαν κατά γράμμα τη συμφωνία, η οποία ίσχυσε από τις 6 το απόγευμα της 19ης Απριλίου έως τα μεσάνυχτα της 20ης (ώρα Μόσχας). Μάλιστα, η ρωσική πλευρά ανεβάζει τους τόνους, ισχυριζόμενη πως ουκρανικές δυνάμεις επιτέθηκαν σε ρωσικές θέσεις, στρατιωτικού και πολιτικού χαρακτήρα, κατά τη διάρκεια της εκεχειρίας.

Αξίζει να σημειωθεί ότι οι ισχυρισμοί των δύο πλευρών για το τι συνέβη στο πεδίο της μάχης το τελευταίο διάστημα δεν κατέστη δυνατόν να διασταυρωθούν από ανεξάρτητες πηγές, ενώ ο πόλεμος εισέρχεται πλέον στον τρίτο του χρόνο.

Παρά τις εκατέρωθεν κατηγορίες για παραβιάσεις, ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι ανέφερε πως «τη μέρα του Πάσχα δεν σήμανε κανένας συναγερμός αεροπορικής επιδρομής στην Ουκρανία και σε ορισμένα σημεία του μετώπου επικρατούσε ησυχία». Ο ίδιος υποστήριξε πως αυτό αποτελεί ένδειξη ότι «μια κατάπαυση του πυρός είναι εφικτή… όταν η Ρωσία επιλέγει να μειώσει την ένταση», ενώ επανέλαβε πρόταση για διαρκέστερη εκεχειρία με σαφείς απαγορεύσεις πληγμάτων σε πολιτικές εγκαταστάσεις και από τις δύο πλευρές. «Περιμένουμε μία ξεκάθαρη απάντηση από τη Μόσχα. Είμαστε έτοιμοι για κάθε συζήτηση που θα εξασφαλίσει κάτι τέτοιο», σημείωσε χαρακτηριστικά.

Στις τελευταίες του δηλώσεις ο Πούτιν φάνηκε να απαντά έμμεσα στην πρόταση Ζελένσκι, χωρίς ωστόσο να τον κατονομάζει. «Πάντα αντιμετωπίζουμε θετικά μια κατάπαυση του πυρός. Αυτός ήταν και ο λόγος που προτείναμε την εκεχειρία του Πάσχα», υπογράμμισε ο Ρώσος ηγέτης, αναγνωρίζοντας πως η πρόταση για αποφυγή πλήγματος σε πολιτικές υποδομές απαιτεί «ουσιαστική μελέτη». Επέμεινε στην κατηγορία ότι οι ουκρανικές δυνάμεις χρησιμοποιούν συχνά τέτοιες εγκαταστάσεις «για στρατιωτικούς σκοπούς», αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο διερεύνησης αυτών των περιστατικών «διμερώς, μέσα από διάλογο».

Λίγο αργότερα, εκπρόσωπος του Κρεμλίνου επιβεβαίωσε δημόσια το άνοιγμα του Πούτιν για συζήτηση πιθανών συμφωνιών εκεχειρίας με το Κίεβο, διευκρινίζοντας ότι οι δηλώσεις του Ρώσου προέδρου αφορούσαν ξεκάθαρα το ενδεχόμενο διαπραγμάτευσης με την ουκρανική πλευρά σχετικά με την ασφάλεια πολιτικών υποδομών.

Ρωσικοί ισχυρισμοί για κατάληψη μοναστηριού στο Κουρσκ

Σε άλλη εξέλιξη, η Μόσχα ανακοίνωσε την κατάληψη ενός στρατηγικής σημασίας μοναστηριού στην περιοχή του Κουρσκ, όπου -σύμφωνα με ρωσικές πηγές- είχαν οχυρωθεί για εβδομάδες ουκρανικές δυνάμεις. Όπως μετέδωσε το ρωσικό πρακτορείο TASS στις 22 Απριλίου, «οι δυνάμεις μας απελευθέρωσαν το μοναστήρι του Αγίου Νικολάου στο Μπελογκόρσκ».

Σύμφωνα με παράγοντα ασφαλείας που επικαλείται το πρακτορείο, το μοναστηριακό συγκρότημα είχε μετατραπεί «αποκλειστικά σε στρατιωτική εγκατάσταση» από τις ουκρανικές δυνάμεις. Από πλευράς Κιέβου, μέχρι στιγμής δεν υπάρχει επίσημη τοποθέτηση σχετικά με τον έλεγχο του μοναστηριού, ενώ οι σχετικοί ρωσικοί ισχυρισμοί δεν έχουν επιβεβαιωθεί από ανεξάρτητες πηγές. Υπενθυμίζεται ότι το περσινό καλοκαίρι, οι Ουκρανοί είχαν εισβάλει στην περιοχή Κουρσκ στη Ρωσία, καταλαμβάνοντας αρχικά μεγάλη έκταση, όμως στη συνέχεια αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν στις περισσότερες θέσεις, διατηρώντας μόνο κάποιες εστίες κοντά στα σύνορα. Κατά τον ρωσικό στρατό, περισσότερο από το 86% των εδαφών που πέρασαν προσωρινά στα ουκρανικά χέρια «έχουν πλέον απελευθερωθεί».

Το τέλος της εποχής Σβαμπ: Η παρακμή του WEF και ο σκοτεινός ρόλος των παγκόσμιων ελίτ

Το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ (WEF) είναι ένας μη κυβερνητικός οργανισμός που ιδρύθηκε από τον Κλάους Σβαμπ, με έδρα τη Γενεύη της Ελβετίας. Ο βασικός του σκοπός είναι να λειτουργεί ως πλατφόρμα διαλόγου ανάμεσα σε πολιτικούς ηγέτες, επιχειρηματίες, ακαδημαϊκούς και άλλους παράγοντες επιρροής με στόχο τη «βελτίωση της κατάστασης του κόσμου».

Στις συνόδους του WEF συγκεντρώνονται μέλη της παγκόσμιας ελίτ για να συζητήσουν κρίσιμα ζητήματα όπως η οικονομία, η τεχνολογία, η κλιματική αλλαγή και η παγκόσμια πολιτική.

«Μετά την πρόσφατη ανακοίνωσή μου, και καθώς μπαίνω στα 88 μου χρόνια, αποφάσισα να παραιτηθώ από τη θέση του προέδρου και μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου, με άμεση ισχύ», είπε ο Σβαμπ σε δήλωση που δημοσίευσε το WEF.

Το Φόρουμ δεν είπε γιατί παραιτήθηκε.

Κατά τη διάρκεια της ηγεσίας του, το WEF εξελίχθηκε σε μια παγκόσμια πλατφόρμα που συγκέντρωνε πολιτικούς, επιχειρηματίες και διαμορφωτές κοινής γνώμης στο ετήσιο συνέδριο του Νταβός.

Ωστόσο, ο Σβαμπ και το Φόρουμ έχουν δεχθεί κριτική για την προώθηση μιας ατζέντας που εξυπηρετεί τα συμφέροντα της παγκόσμιας ελίτ, συχνά εις βάρος των υπόλοιπων κοινωνικών στρωμάτων.

Η αποχώρηση του Κλάους Σβαμπ από την ηγεσία του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ σηματοδοτεί όχι μόνο το τέλος μιας εποχής, αλλά και την κορύφωση της παρακμής ενός οργανισμού που, αν και ξεκίνησε με ένα θετικό παγκόσμιο όραμα, έχει δεχθεί έντονη κριτική για παρέκκκλιση από την αρχική αποστολή του.

Ελιτισμός και αποσύνδεση από την κοινωνία

Το WEF έχει κατηγορηθεί ότι λειτουργεί ως «λέσχη των πλουσίων», όπου οι παγκόσμιες ελίτ συζητούν για προβλήματα που επηρεάζουν κυρίως τους λιγότερο προνομιούχους, χωρίς να τους εκπροσωπούν επαρκώς. Παρά τις προσπάθειες για πιο διευρυμένη συμμετοχή, με την πρόσκληση ακτιβιστών και νέων ηγετών, η πλειοψηφία των συμμετεχόντων συνεχίζει να προέρχεται από τον επιχειρηματικό και πολιτικό χώρο, αφήνοντας εκτός τους ανθρώπους που βιώνουν άμεσα τις συνέπειες των παγκόσμιων προκλήσεων.

Οι διοργανωτές επικρίνονται για αποκλεισμό από τις συνελεύσεις του οργανισμού των «ανθρώπων που πλήττονται περισσότερο» από τα προβλήματα που ελπίζουν να λύσουν, λέει η Αντριέν Σορμπόμ, καθηγήτρια κοινωνιολογίας στο Κέντρο Οργανωτικής Έρευνας της Στοκχόλμης και συν-συγγραφέας ενός βιβλίου για το WEF.

Έλλειψη διαφάνειας και στα οικονομικά

Ο Σβαμπ έχει επικριθεί και για την έλλειψη διαφάνειας στα οικονομικά του WEF. Η ετήσια αμοιβή του, που ανέρχεται σε περίπου ένα εκατομμύριο ελβετικά φράγκα, έχει προκαλέσει αντιδράσεις, ιδιαίτερα δεδομένου ότι το WEF δεν πληρώνει ομοσπονδιακούς φόρους. Επιπλέον, η ανάθεση συμβολαίων σε εταιρείες στις οποίες ο Σβαμπ είχε προσωπικά συμφέροντα έχει εγείρει ερωτήματα.

Αντιδημοκρατικές διαδικασίες και επιρροή

Το WEF έχει κατηγορηθεί ότι προωθεί ένα μοντέλο πολυμερούς διακυβέρνησης που παρακάμπτει τις δημοκρατικές διαδικασίες, επιτρέποντας σε μια αυτοεπιλεγμένη ομάδα «μετόχων» να λαμβάνει αποφάσεις χωρίς λογοδοσία στους πολίτες. Αυτό έχει οδηγήσει σε ανησυχίες για την υπονόμευση των δημοκρατικών θεσμών και την ενίσχυση της ελίτ.

Έχει κατηγορηθεί και για την προώθηση ιδεών όπως η «Μεγάλη Επανεκκίνηση», που θεωρούνται από ορισμένους ως προσπάθειες ελέγχου των παγκόσμιων πληθυσμών, ενώ η Wall Street Joυrnal πέρυσι κατήγγειλε το Φόρουμ για παρενόχληση, καθώς το WEF είχε αναθέσει σε δικηγορική εταιρεία να διερευνήσει την κουλτούρα της εφημερίδας. Το WEF αρνήθηκε τις κατηγορίες.

Περιβαλλοντική υποκρισία

Παρά τις δηλώσεις για δέσμευση στην αειφορία, το WEF έχει επικριθεί για την περιβαλλοντική του υποκρισία. Οι πολυτελείς εκδηλώσεις, οι μετακινήσεις με ιδιωτικά τζετ, πολυτελή αυτοκίνητα και άλλες μορφές μεταφοράς υψηλής έντασης άνθρακα που χρησιμοποιούνται από χιλιάδες παρευρισκόμενους, καθώς και η παρουσία εταιρειών που ευθύνονται για την περιβαλλοντική υποβάθμιση, αντιβαίνουν στις διακηρύξεις του οργανισμού για προστασία του περιβάλλοντος. Η υποκρισία μιας συγκέντρωσης που υποστηρίζει τη βιωσιμότητα, ενώ συμβάλλει στην υποβάθμιση του περιβάλλοντος έχει γίνει ένα μείζον σημείο διαμάχης.

Η παραίτηση του Σβαμπ έρχεται σε μια περίοδο αυξανόμενης δυσπιστίας προς τους παγκόσμιους θεσμούς και τις ελίτ που τους διοικούν. Η μετάβαση της ηγεσίας του WEF σε νέα πρόσωπα θα δοκιμάσει την ικανότητα προσαρμογής του οργανισμού στις απαιτήσεις μιας εποχής που ζητά περισσότερη διαφάνεια και λογοδοσία. Θα αναθεωρήσει τον ρόλο του, επαναπροσδιορίζοντας την αποστολή του, με στόχο μια πιο δίκαιη και συμπεριληπτική παγκόσμια συνεργασία;

Παγκόσμιοι ηγέτες αποτίνουν φόρο τιμής στον Πάπα Φραγκίσκο

Ο πρόεδρος της Αργεντινής Χαβιέ Μιλέι απηύθυνε φόρο τιμής στον Πάπα Φραγκίσκο, ο οποίος γεννήθηκε ως Χόρχε Μάριο Μπεργκόλιο στο Μπουένος Άιρες από Ιταλούς μετανάστες γονείς και πέθανε τη Δευτέρα σε ηλικία 88 ετών.

«Με βαθιά λύπη έμαθα αυτό το θλιβερό πρωινό ότι ο Πάπας Φραγκίσκος, ο Χόρχε Μπεργκόλιο, πέθανε σήμερα και τώρα αναπαύεται εν ειρήνη», έγραψε ο Μιλέι στην πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης X. «Παρά τις διαφορές μας, που φαίνονται μικρές σήμερα, το ότι μπόρεσα να γνωρίσω την καλοσύνη και τη σοφία του ήταν πραγματική τιμή για μένα.»

Ο Μιλέι είχε επικρίνει κάποτε τον πρώην Αρχιεπίσκοπο του Μπουένος Άιρες, κατηγορώντας τον ότι «κήρυττε τον κομμουνισμό».

Τη Δευτέρα, ο Μιλέι έγραψε: «Ως πρόεδρος, ως Αργεντινός και, βασικά, ως άνθρωπος με πίστη, αποχαιρετώ τον Άγιο Πατέρα και βρίσκομαι δίπλα σε όσους αντιμετωπίζουμε αυτά τα θλιβερά νέα σήμερα. Ας αναπαυθεί εν ειρήνη.»

Ο σημερινός Αρχιεπίσκοπος του Μπουένος Άιρες, Χοσέ Γκαρσία Κουέρβα, είπε: «Ο Πάπας των φτωχών μάς άφησε, ο Πάπας των περιθωριοποιημένων. Επέμεινε να χτίζουμε γέφυρες, επέμεινε να ζούμε σε καθολική αδελφότητα. Ο Πάπας ήταν ο πατέρας μας, ο πατέρας των φτωχών, ο πατέρας του ελέους. Ο καλύτερος φόρος τιμής που εμείς οι Αργεντίνοι μπορούμε να δώσουμε στον Φραγκίσκο είναι να ενωθούμε.»

Ο Πάπας Φραγκίσκος, από τον οποίο είχε αφαιρεθεί μέρος ενός από τους πνεύμονές του σε νεανική ηλικία, είχε μία αναπνευστική κρίση τον Φεβρουάριο, που εξελίχθηκε σε διπλή πνευμονία.

Έμεινε 38 ημέρες στο νοσοκομείο, αλλά και μετά το εξιτήριό του παρέμεινε αδύναμος. Την Κυριακή του Πάσχα, μερικές ώρες πριν αποδημήσει εις Κύριον, ευλόγησε τους χιλιάδες ανθρώπους που είχαν συγκεντρωθεί στην πλατεία του Αγίου Πέτρου στο Βατικανό.

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ έγραψε στην πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης Truth Social: «Αναπαύσου εν ειρήνη, Πάπα Φραγκίσκο! Ο Θεός να τον ευλογεί, καθώς και όσους τον αγάπησαν!»

Ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, Τζέημς Βανς, ο οποίος συνάντησε τον Πάπα Φραγκίσκο την Κυριακή του Πάσχα, έγραψε στο X: «Η καρδιά μου είναι στραμμένη στα εκατομμύρια των χριστιανών σε όλο τον κόσμο που τον αγάπησαν.

»Χάρηκα που τον είδα χθες, αν και ήταν προφανώς πολύ άρρωστος. Αλλά θα τον θυμάμαι πάντα για την ομιλία που έκανε τις πρώτες μέρες του COVID. Ήταν πραγματικά πολύ όμορφη. Ο Θεός ας αναπαύσει την ψυχή του.»

Ο Φρήντριχ Μερτς, ο επόμενος καγκελάριος της Γερμανίας, είπε στο X ότι ο θάνατος του Πάπα τον γεμίζει με μεγάλη θλίψη.

«Ο Φραγκίσκος θα μείνει στη μνήμη μας για την ακούραστη δέσμευσή του προς τους πιο αδύναμους στην κοινωνία, στη δικαιοσύνη και τη συμφιλίωση. Η ταπεινοφροσύνη και η πίστη του στο έλεος του Θεού τον καθοδήγησαν σε αυτό», είπε ο Μερτς. «Με αυτόν τον τρόπο, ο πρώτος Λατινοαμερικανός που κάθισε στην Αγία Έδρα, άγγιξε τους ανθρώπους σε όλον τον κόσμο, πέρα ​​από θρησκευτικά όρια. Οι σκέψεις μου αυτή τη στιγμή είναι με τους πιστούς ανά τον κόσμο που έχασαν τον Άγιο Πατέρα τους. Είθε να αναπαύεται εν ειρήνη.»

Ο Ισραηλινός πρόεδρος Ισαάκ Χέρτζογκ έστειλε τα συλλυπητήριά του στον «χριστιανικό κόσμο, ιδιαίτερα στις χριστιανικές κοινότητες του Ισραήλ και των Αγίων Τόπων, για την απώλεια του μεγάλου πνευματικού τους πατέρα, της Αγιότητάς του, Πάπα Φραγκίσκου».

Στην τελευταία του ομιλία Urbi et Orbi, την Κυριακή του Πάσχα, ο Πάπας Φραγκίσκος εξέφρασε την υποστήριξή του τόσο στον ισραηλινό όσο και στον παλαιστινιακό λαό, λέγοντας: «Κάνω έκκληση στα αντιμαχόμενα μέρη: κηρύξτε εκεχειρία, απελευθερώστε τους ομήρους και βοηθήστε έναν πεινασμένο λαό που φιλοδοξεί για ένα μέλλον ειρήνης!»

Σε δήλωση του που δημοσιεύτηκε στο X, ο Βρετανός πρωθυπουργός Κηρ Στάρμερ είπε ότι «νιώθει βαθιά λύπη για τον θάνατο της Αγιότητάς του, Πάπα Φραγκίσκου».

Του Chris Summers

Δώδεκα νεκροί από αμερικανική αεροπορική επιδρομή στη Σαναά, σύμφωνα με τους Χούθι

Τουλάχιστον 12 άνθρωποι σκοτώθηκαν και ακόμη 30 τραυματίστηκαν από αμερικανική αεροπορική επιδρομή στην πρωτεύουσα της Υεμένης, Σαναά, όπως ανακοίνωσαν υγειονομικές αρχές που ελέγχονται από το κίνημα των Χούθι.

Σύμφωνα με δήλωση του υπουργείου Υγείας που τελεί υπό τον έλεγχο των Χούθι, η επίθεση σημειώθηκε τη νύχτα της 20ής προς την 21η Απριλίου, με τις αμερικανικές δυνάμεις να πλήττουν την αγορά στη συνοικία Φάρουα. Η εκτίμηση των απωλειών, πάντως, χαρακτηρίζεται προκαταρκτική και δεν έχει καταστεί δυνατό να επαληθευτεί ανεξάρτητα.

Το τηλεοπτικό δίκτυο Al-Masirah, που ανήκει στους Χούθι, μετέδωσε πλάνα τα οποία, όπως υποστήριξε, απεικονίζουν τις ζημιές από την επίθεση και τις προσπάθειες διάσωσης και περίθαλψης των τραυματιών. Σε ένα από τα βίντεο φαίνεται να περιλαμβάνεται και ένα μικρό παιδί ανάμεσα στα θύματα.

Η αμερικανική Κεντρική Διοίκηση δεν παρείχε περαιτέρω λεπτομέρειες για το πλήγμα στη Σαναά, ούτε δημοσιοποίησε δική της εκτίμηση για τις συνέπειες της επιχείρησης.

Οι ΗΠΑ πραγματοποιούν συστηματικές επιθέσεις κατά στόχων σε περιοχές της Υεμένης που βρίσκονται υπό τον έλεγχο των Χούθι για περισσότερο από έναν μήνα. Οι επιχειρήσεις εντάσσονται σε προσπάθεια να περιοριστεί η στρατιωτική ικανότητα της οργάνωσης και να αποτραπούν νέες επιθέσεις με drone και πυραύλους κατά του Ισραήλ ή της διεθνούς ναυσιπλοΐας στην περιοχή.

Οι Χούθι, που έχουν επαναταξινομηθεί πρόσφατα από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ως ξένη τρομοκρατική οργάνωση, άρχισαν να εξαπολύουν επιθέσεις το φθινόπωρο του 2023, μετά την έναρξη του πολέμου στη Λωρίδα της Γάζας. Υποστηρίζουν ότι ενεργούν «σε ένδειξη αλληλεγγύης προς τον παλαιστινιακό λαό» και δηλώνουν αποφασισμένοι να συνεχίσουν όσο διαρκούν οι εχθροπραξίες στην περιοχή.

Οι επιθέσεις των Χούθι συνεχίστηκαν με διαλείμματα καθ’ όλη τη διάρκεια του 2023 και του 2024. Κατά το διάστημα αυτό, οι αμερικανικές δυνάμεις συμμετείχαν στην αναχαίτιση επιθέσεων κατά εμπορικών πλοίων στην Ερυθρά Θάλασσα και από τον Ιανουάριο 2024 άρχισαν να πλήττουν απευθείας θέσεις των Χούθι.

Όταν επιτεύχθηκε προσωρινή κατάπαυση του πυρός μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς, οι Χούθι ανέστειλαν προσωρινά τις επιθέσεις τους και οι ΗΠΑ περιόρισαν τις στρατιωτικές τους ενέργειες. Όμως, στα μέσα Μαρτίου, καθώς η εκεχειρία στη Γάζα άρχισε να καταρρέει, οι Χούθι απείλησαν με επανάληψη των επιθέσεων. Ως απάντηση, ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έδωσε εντολή για επανέναρξη των αεροπορικών πληγμάτων στις 15 Μαρτίου.

Το κρατικό πρακτορείο ειδήσεων της Υεμένης, Saba, μετέδωσε ότι ακολούθησαν νέες επιδρομές σε περιοχές των Αμράν, Χοντέιντα, Μαρίμπ και Σααντά, οι οποίες επίσης τελούν υπό τον έλεγχο των Χούθι. Από το 2014, οπότε και κατέλαβαν τη Σαναά, οι αντάρτες έχουν αποκτήσει επιρροή σε πολλούς κρατικούς θεσμούς, μεταξύ αυτών και το ειδησεογραφικό πρακτορείο Saba.

Οι Χούθι εξακολουθούν να ελέγχουν περιοχές όπου ζει περίπου το 80% του πληθυσμού των 32 εκατομμυρίων της Υεμένης.

Την περασμένη εβδομάδα, οι ΗΠΑ εξαπέλυσαν επιθέσεις και στο λιμάνι Ρας Ίσα της Χοντέιντα. Σύμφωνα με την αμερικανική Κεντρική Διοίκηση, το λιμάνι συνεχίζει να προμηθεύει καύσιμα, διατηρώντας σημαντική πηγή εσόδων για την οργάνωση, παρά τον τρομοκρατικό χαρακτηρισμό της.

Τέλος, το πρακτορείο Saba μετέδωσε ότι από την αεροπορική επιδρομή της 17ης Απριλίου στο εν λόγω λιμάνι σκοτώθηκαν 80 άνθρωποι και τραυματίστηκαν άλλοι 150.

Ισραήλ: Ακύρωση θεωρήσεων εισόδου για 27 Γάλλους πολιτικούς και αξιωματούχους

Το Ισραήλ ακύρωσε τις θεωρήσεις εισόδου 27 Γάλλων βουλευτών και τοπικών αξιωματούχων της Αριστεράς, οι οποίοι επρόκειτο να επισκεφθούν τη χώρα και τα παλαιστινιακά εδάφη το Σαββατοκύριακο.

Σύμφωνα με τη Haaretz, τα μέλη της αντιπροσωπείας —κυρίως από το Οικολογικό και το Κομμουνιστικό Κόμμα της Γαλλίας— χαρακτήρισαν την απόφαση του Ισραήλ «συλλογική τιμωρία» και κάλεσαν τον πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν να αναλάβει δράση.

Όπως ανέφεραν, είχαν προσκληθεί για πενθήμερη επίσκεψη από το γαλλικό προξενείο στην Ιερουσαλήμ, ενώ οι θεωρήσεις τους είχαν εγκριθεί εδώ και έναν μήνα. Σκοπός του ταξιδιού ήταν, όπως δήλωσαν, η ενίσχυση της διεθνούς συνεργασίας και της «κουλτούρας ειρήνης», σύμφωνα με την Times of Israel.

Η αντιπροσωπεία επρόκειτο να φτάσει στο Ισραήλ στις 20 Απριλίου, αλλά τρεις ημέρες νωρίτερα ενημερώθηκε για την ακύρωση των θεωρήσεων, όπως δήλωσε στη Haaretz η Καμίλ Ναζέ, δημοτική σύμβουλος στο Παρίσι και μέλος των Οικολόγων.

Η επίσκεψή τους συνέπιπτε με την παγκόσμια «Ημέρα Οργής» που είχε προγραμματιστεί για τις 22 Απριλίου από φιλοπαλαιστινιακές οργανώσεις ανά τον κόσμο. Η ισραηλινή κυβέρνηση είχε προειδοποιήσει για τον κίνδυνο βίαιων επεισοδίων και εξέφρασε ανησυχίες ότι τρομοκράτες ενδέχεται να εκμεταλλευτούν τις διαδηλώσεις ως κάλυψη για επιθέσεις. Παράλληλα, κάλεσε τους Ισραηλινούς του εξωτερικού να είναι σε επαγρύπνηση και να αποφεύγουν την επίδειξη εθνικών συμβόλων.

Ο Εμανουέλ Μακρόν είχε δηλώσει στις 9 Απριλίου ότι η Γαλλία ενδέχεται να αναγνωρίσει παλαιστινιακό κράτος έως τον Ιούνιο, ενδεχομένως στο πλαίσιο αμοιβαίας αναγνώρισης με άλλες χώρες της Μέσης Ανατολής προς το Ισραήλ. Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου είχε εκφράσει έντονη αντίθεση, σημειώνοντας —σύμφωνα με την Times of Israel— ότι μια τέτοια ενέργεια, μετά τις σφαγές της 7ης Οκτωβρίου από τη Χαμάς, θα αποτελούσε «τεράστια επιβράβευση της τρομοκρατίας».

Το Υπουργείο Εσωτερικών του Ισραήλ επικαλέστηκε νομοθεσία που επιτρέπει την απαγόρευση εισόδου σε άτομα που θεωρείται ότι μπορεί να ενεργήσουν κατά του κράτους, όπως μετέδωσε η Times of Israel. Στις 21 Απριλίου, η Epoch Times επικοινώνησε με το υπουργείο για επιβεβαίωση, χωρίς μέχρι στιγμής να έχει λάβει απάντηση. Ο εκπρόσωπος του πρωθυπουργικού γραφείου, Ντέιβιντ Μένσερ, δεν αναφέρθηκε στο ζήτημα κατά τη διάρκεια διαδικτυακής συνέντευξης Τύπου την ίδια ημέρα.

Ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν ανταλλάσσει χειραψία με τον υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάρκο Ρούμπιο δίπλα στον ειδικό απεσταλμένο των ΗΠΑ Στιβ Γουίτκοφ και τον υπουργό Ευρώπης και Εξωτερικών Υποθέσεων της Γαλλίας Ζαν-Νουέλ Μπαρό, στις 17 Απριλίου 2025. (Ludovic Marin/AFP μέσω Getty Images)

Στην αποστολή συμμετείχαν, μεταξύ άλλων, οι βουλευτές της Εθνοσυνέλευσης Φρανσουά Ρουφέν, Αλεξί Κορμπιέρ και Ζιλί Οζέν από το Οικολογικό Κόμμα, η γερουσιαστής του Κομμουνιστικού Κόμματος Μαριάν Μαρζάτ και η βουλευτής Σομέ Μπουρουαχά. Οι υπόλοιποι ήταν δήμαρχοι και τοπικοί σύμβουλοι από την αριστερά. Σύμφωνα με την Times of Israel, οι 17 από τους 27 ανήκαν σε ένα από τα δύο κόμματα.

Στην ανακοίνωσή τους, τα μέλη της αποστολής έκαναν λόγο για «σοβαρή ρήξη στις διπλωματικές σχέσεις» και υποστήριξαν ότι η απόφαση του Ισραήλ «οφείλει να έχει συνέπειες». Σημείωσαν, επίσης, ότι τα δύο κόμματα υποστηρίζουν επί δεκαετίες την αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους.

Δεν είναι η πρώτη φορά που το Ισραήλ μπλοκάρει την είσοδο ξένων πολιτικών. Νωρίτερα τον Απρίλιο, δύο Βρετανίδες βουλευτές —η Γιουάν Γιανγκ και η Αμπτισάμ Μοχάμεντ— κρατήθηκαν στο αεροδρόμιο Μπεν Γκουριόν και απελάθηκαν. Η βρετανική κυβέρνηση χαρακτήρισε την κίνηση «απαράδεκτη». Αντίστοιχα, τον Φεβρουάριο, αποτράπηκε η είσοδος στην Ισραήλ δύο ευρωβουλευτών από την Αριστερά —της Ρίμα Χασάν και της Ιρλανδής Λιν Μπόιλαν.

Η Αϊτή πλησιάζει στο «σημείο χωρίς επιστροφή»

Το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών συνεδρίασε για να εξετάσει την επιδεινούμενη κρίση στην Αϊτή, με την Ειδική Αντιπρόσωπο του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ, Μαρία Ισαβέλ Σαλβαδόρ, να προειδοποιεί ότι η χώρα πλησιάζει σε «σημείο χωρίς επιστροφή» λόγω της ανεξέλεγκτης βίας των συμμοριών και της κατάρρευσης των κρατικών θεσμών.

Κατά την ενημέρωσή της προς τα μέλη του Συμβουλίου, η κα Σαλβαδόρ περιέγραψε με μελανά χρώματα την κατάσταση, τονίζοντας ότι μόνο κατά τους μήνες Φεβρουάριο και Μάρτιο του 2025 καταγράφηκαν τουλάχιστον 1.086 νεκροί και 383 τραυματίες λόγω της βίας, ενώ περισσότεροι από 60.000 άνθρωποι εκτοπίστηκαν δια της βίας.

Η ίδια επεσήμανε ότι οι συμμορίες επιχειρούν να εδραιώσουν τον έλεγχό τους μέσω συντονισμένων επιθέσεων και καταλήψεων στρατηγικών περιοχών, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την κατάληψη του Μιρεμπαλέ. Οι ελλείψεις στις δυνάμεις ασφαλείας, παρά τη στήριξη της Πολυεθνικής Υποστηρικτικής Αποστολής (MSS), απειλούν να καταστήσουν την κρίση μη αναστρέψιμη.

Η κα Σαλβαδόρ υπογράμμισε την επείγουσα ανάγκη ενίσχυσης της χρηματοδότησης και της επιχειρησιακής ικανότητας της MSS, σημειώνοντας ότι «δεν υπάρχει πλέον εναλλακτική λύση» για τη σταθεροποίηση της Αϊτής. Εξήρε την ηγεσία της Κένυας και ευχαρίστησε τα κράτη μέλη που ήδη συμβάλλουν στην αποστολή.

Προειδοποίησε, ωστόσο, ότι χωρίς άμεση και αποφασιστική διεθνή στήριξη, η κατάσταση ενδέχεται να εξελιχθεί σε πλήρες χάος, με ανυπολόγιστες συνέπειες για τον άμαχο πληθυσμό.

Παρά τις δραματικές συνθήκες ασφαλείας, οι αρχές της Αϊτής συνεχίζουν, με την υποστήριξη του ΟΗΕ, να προωθούν τη διαδικασία πολιτικής μετάβασης. Το Μεταβατικό Προεδρικό Συμβούλιο υπό τον Φριτς Ζαν έχει δεσμευθεί για τη διενέργεια εκλογών έως τον Φεβρουάριο του 2026, ενώ εξελίσσονται διαβουλεύσεις για τη συνταγματική αναθεώρηση και την εκλογική προετοιμασία.

Η έκθεση της κας Σαλβαδόρ ανέδειξε και τις τραγικές ανθρωπιστικές διαστάσεις της κρίσης: επιδημίες χολέρας, έμφυλη βία σε κέντρα εκτοπισμένων, κλείσιμο δεκάδων νοσοκομείων και σχολείων.

Απηύθυνε επίσης έκκληση προς τα κράτη-μέλη να ενισχύσουν την ανταπόκριση στο Σχέδιο Ανθρωπιστικής Βοήθειας για το 2025, τονίζοντας ότι χωρίς σταθερή χρηματοδότηση, ακόμη και η ελάχιστη παρουσία του ΟΗΕ στη χώρα κινδυνεύει να καταστεί μη βιώσιμη.

Ο Μόνιμος Αντιπρόσωπος της Ελλάδας στα Ηνωμένα Έθνη, πρέσβης Ευάγγελος Σέκερης, εξέφρασε την υποστήριξη της Ελλάδας σε μια βιώσιμη, χωρίς αποκλεισμούς διαδικασία υπό την ηγεσία των ίδιων των Αϊτινών, επισημαίνοντας τη σημασία της συμμετοχής των γυναικών και των νέων.

Η Ελλάδα χαιρέτισε τη συμμετοχή 30% γυναικών στα εκλογικά γραφεία, καθώς και την προώθηση της ένταξης των γυναικών στις διαβουλεύσεις για το νέο Σύνταγμα.

Ιδιαίτερη ανησυχία εκφράστηκε για τη χρήση σεξουαλικής και έμφυλης βίας από τις συμμορίες ως εργαλείου εξουσίας και τρόμου κατά του πληθυσμού, καθώς και για την αθρόα στρατολόγηση παιδιών, με τους ανηλίκους να αποτελούν πλέον το 50% των μελών των συμμοριών.

Η Ελλάδα υπογράμμισε την ανάγκη παροχής υποστηρικτικών υπηρεσιών στα θύματα σεξουαλικής βίας και ζήτησε την άμεση παύση της στρατολόγησης ανηλίκων, τονίζοντας ότι η εκπαίδευση και τα προγράμματα μείωσης της βίας αποτελούν κρίσιμα εργαλεία για την ανασυγκρότηση της χώρας.

Ο κος Σέκερης τόνισε επίσης την αναγκαιότητα αυστηρού ελέγχου των συνόρων και των λιμένων της Αϊτής, καθώς και της εφαρμογής του εμπάργκο όπλων και του καθεστώτος κυρώσεων.

Εξέφρασε τη διαθεσιμότητα της Ελλάδας να εξετάσει πρόσθετα μέτρα για την καταπολέμηση της λαθραίας διακίνησης όπλων και να συμβάλει στην περαιτέρω ενίσχυση της εφαρμογής των κυρώσεων, σε συνεργασία με τους εταίρους του Συμβουλίου Ασφαλείας.

«Από την πλευρά μας, είμαστε έτοιμοι να στηρίξουμε μια πολιτική λύση υπό την ηγεσία της Αϊτής, η οποία θα ανταποκρίνεται στις προκλήσεις ασφαλείας και θα αντιμετωπίζει τα βαθύτερα αίτια της αστάθειας στη χώρα», ανέφερε ο Έλληνας διπλωμάτης.

Το Ηνωμένο Βασίλειο καταδίκασε τη συνεχιζόμενη βία και κάλεσε για πλήρη εφαρμογή των κυρώσεων και του εμπάργκο όπλων των Ηνωμένων Εθνών.

Η Αναπληρώτρια Μόνιμη Αντιπρόσωπος των ΗΠΑ, πρέσβης Ντόροθυ Σέι, δήλωσε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες αναμένουν με ενδιαφέρον τις συστάσεις της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων για την Αϊτή σχετικά με νέους στόχους κυρώσεων και υπογράμμισε τη σημασία της επιβολής δεσμεύσεων περιουσιακών στοιχείων και ταξιδιωτικών απαγορεύσεων σε ηγέτες συμμοριών και συνεργάτες τους.

«Η διαφθορά εξακολουθεί να αποτελεί μείζον ζήτημα. Καταδικάζουμε τις ενέργειες όσων καταχρώνται την εξουσία, συνεργάζονται με τις συμμορίες και συμμετέχουν στη διακίνηση όπλων και πυρομαχικών. Ένα περιβάλλον που επιτρέπει τέτοιες δραστηριότητες θα συνεχίσει να τροφοδοτεί τη βία και θα διασφαλίσει ότι η κρίση δεν θα επιλυθεί ποτέ», τόνισε η κα Σέι.

Η ανθρωπιστική κρίση στην Αϊτή, όπως και η θεσμική διαφθορά, έχει μετατραπεί σε μία από τις βαθύτερες των τελευταίων δεκαετιών. Η κυριαρχία των εγκληματικών συμμοριών στο μεγαλύτερο μέρος της πρωτεύουσας Πορτ-ο-Πρενς, η πολιτική παράλυση και η εκτεταμένη βία έχουν βυθίσει τον πληθυσμό στην απόγνωση.

Ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών, μέσω της Ειδικής Πολιτικής Αποστολής BINUH (βάσει των ψηφισμάτων 2476, το 2019, και 2692, το 2023), έχει αναλάβει ενεργό ρόλο στην υποστήριξη της σταθερότητας και της δημοκρατικής ανασυγκρότησης.

Ο ΟΗΕ συνεχίζει να απευθύνει εκκλήσεις για διεθνή αλληλεγγύη και ουσιαστική στήριξη, υπογραμμίζοντας ότι μόνο μέσω συλλογικής δράσης μπορεί να ανοίξει ο δρόμος για την ειρήνη και την αναγέννηση της Αϊτής.

Του Γ. Γαραντζιώτη