Στέκει «ατάραχη» στον χρόνο, πάνω στην «τσούκα», στην κορυφή του γκρεμού, της χαράδρας του Άραχθου ποταμού. Την περικλείουν θρύλοι, ιστορία, μνήμες των πιστών, προσευχές, τάματα, κοινωνική προσφορά. Είναι η Ιερά Μονή Παναγίας Τσούκας, που είναι αφιερωμένη στο Γενέθλιο της Θεοτόκου, κοντά στο χωριό Ελληνικό των Ιωαννίνων.
Η Ιερά Μονή είναι ανδρική και θρυλείται πως ιδρύθηκε το 1190 από τον αυτοκράτορα Ισαάκιο Β΄ Άγγελο, σε υψόμετρο 760 μέτρων, πάνω στον γκρεμό με θέα στη χαράδρα του Αράχθου, που «κόβει την ανάσα».
Κατά την επίσκεψη μας στο μοναστήρι, η ηρεμία πλημμυρίζει το χώρο. Μόλις ο πιστός διαβαίνει την πύλη εισπράττει αμέσως τη γαλήνη του μοναστηριού, που είναι φτιαγμένο με πίστη, πέτρα και ξύλο. Ο Αρχιμανδρίτης, πρωτοσύγκελος της Μητρόπολης Ιωαννίνων, Θωμάς Ανδρέου, ξεναγεί το ΑΠΕ-ΜΠΕ στους χώρους, μας φιλοξενεί και ξεδιπλώνει τα ιστορικά στοιχεία του πανηπειρωτικού προσκυνήματος.
Σύμφωνα με την παράδοση, οι κάτοικοι του χωριού Ελληνικό, που είχε την παλιά ονομασία Λοζέτσι, βρήκαν την εικόνα της Παναγίας κοντά στο βράχο, την «τσούκα», που στα βλάχικα σημαίνει κορυφή. Την μετέφεραν πιο κάτω, εκεί όπου υπάρχει το ξωκλήσι της Αγίας Μαρίνας. Σύμφωνα με τον θρύλο, η εικόνα κάθε βράδυ, με θαυμαστό τρόπο έφευγε από το εξωκλήσι και πήγαινε στη σημερινή θέση, όπου τελικά κτίστηκε το μοναστήρι.
Σήμερα η εικόνα της Παναγίας κοσμεί το εσωτερικό του Καθολικού με το περίτεχνο ξυλόγλυπτο τέμπλο και τις παλιές τοιχογραφίες. Ο πιστός νιώθει δέος, μόλις διαβεί τη μικρή πόρτα της εισόδου του ναού και αντικρίσει το εσωτερικό του.
(φωτ. maxmag.gr)
Στη μέση της αυλής του μοναστηριού βρίσκεται μια μεγάλη στέρνα, ενώ σε δύο πλευρές απλώνονται τα κελιά των μοναχών. Στη νότια πλευρά της Μονής, υπάρχει το παρεκκλήσι της Παναγίας, που υπέστη καταστροφές από πυρκαγιά. Ιδιαίτερη αίσθηση για τον επισκέπτη δημιουργούν οι κέρινες ζώστρες που είναι δεμένες γύρω από τον Ναό. Είναι κορδόνια από κερί, δεκάδων μέτρων που αγκαλιάζουν τους τοίχους και συμβολίζουν τη δέσμευση της Παναγίας να κάνει το θαύμα στον πιστό.
Ο Αρχιμανδρίτης Θωμάς Ανδρέου μας αποκαλύπτει το σπουδαίο κοινωνικό και φιλανθρωπικό ρόλο της Μονής επισημαίνοντας ότι επί τουρκοκρατίας το μοναστήρι, από την περιουσία που είχε, συντηρούσε και το σχολείο του Ελληνικού. Μάλιστα, στο αρχείο της Ιεράς Μητροπόλεως Ιωαννίνων, διασώζονται 7 επιστολές του Αλή-Πασά. Μέσα από το περιεχόμενο τους, γίνεται αντιληπτό πως ο πασάς έδειχνε ιδιαίτερο ενδιαφέρον και αγαπούσε το Μοναστήρι της Παναγίας. Σε μια από τις επιστολές, απευθύνεται στους κατοίκους των γειτονικών περιοχών και τους τονίζει πως η μονή βρίσκεται υπό την προστασία του, ενώ προειδοποιεί ότι αν κάποιος την πειράξει θα πρέπει να λογοδοτήσει σε αυτόν.
Πρόσφατα, ξεκίνησε η αναστήλωση και αποκατάσταση του παλαιού ποιμνιοστασίου της Μονής Τσούκας, η οποία κάποτε είχε πληθώρα αιγοπροβάτων. Σε συνέχεια της παράδοσης των κατοίκων της περιοχής, που πάντοτε έφερναν από τον μόχθο τους το δικό τους τάμα στην Παναγία, η Μονή ακόμα και σήμερα δέχεται από προσκυνητές της μικρά αιγοπρόβατα. «Συνεχίζοντας λοιπόν την παράδοση, ξεκινήσαμε την αποκατάσταση των ποιμνιοστασίων. Και με τη βοήθεια της Θεοτόκου προχωράμε», σημειώνει ο Αρχιμανδρίτης.
Στο πίσω μέρος της Μονής, ένα μικρό πορτάκι οδηγεί τον επισκέπτη, τον προσκυνητή, σε ένα υπέροχο «μπαλκόνι» πάνω από τη χαράδρα του Αράχθου ποταμού. Ειδικά τους χειμερινούς μήνες, η βοή των νερών του φτάνει στην κορυφή δημιουργώντας μυστηριακή ατμόσφαιρα. Ο χώρος έχει χαρακτηριστεί ως τοπίο ιδιαίτερου φυσικού κάλλους.
Αφιερωμένη στο Γενέθλιο της Θεοτόκου, η Μονή εορτάζει στις 8 Σεπτεμβρίου και είναι ένα από τα πιο όμορφα και σημαντικά μοναστήρια της Ηπείρου. Είναι το μεγαλύτερο προσκύνημα του νομού Ιωαννίνων.
Στο πλαίσιο των εκδηλώσεων μνήμης για τη Μικρασιατική Καταστροφή εγκαινιάστηκε την Τετάρτη 28 Ιουνίου, στο Μουσείο Πλινθοκεραμοποιίας Τσαλαπάτα Βόλου, μια ξεχωριστή και ιδιαίτερου ενδιαφέροντος έκθεση, αφιερωμένη στον ξεριζωμένο Ελληνισμό της Μικράς Ασίας. Η έκθεση, που φέρει τον τίτλο «Εκ Μικράς Ασίας», διοργανώνεται το Πολιτιστικό Ίδρυμα Ομίλου Πειραιώς και θα διαρκέσει μέχρι τις 8 Ιανουαρίου 2024.
Στους εκθεσιακούς χώρους του Μουσείου Τσαλαπάτα προβάλλονται μέσα από αρχειακό υλικό, φωτογραφίες, κειμήλια και προσωπικά αντικείμενα που έφεραν μαζί τους οι πρόσφυγες από την Μικρά Ασία και μεταξύ αυτών ξεχωρίζουν τα κεντημένα προικιά της οικογένειας Μηνόγλου, τα οποία Τούρκοι επέστρεψαν στους απογόνους της οικογένειας στον Βόλο, 75 χρόνια μετά την καταστροφή της Σμύρνης.
Για την έκθεση, προσφυγικά σωματεία του Βόλου, εθνικοί και τοπικοί φορείς αλλά και ιδιώτες συλλέκτες, δάνεισαν στο Πολιτιστικό Ίδρυμα του Ομίλου Πειραιώς αυθεντικά αντικείμενα από τις συλλογές τους, ενώ δεν είναι λίγες οι συγκινητικές ιστορίες των ανθρώπων που εγκαταστάθηκαν στον Βόλο, κυρίως στην περιοχή της Νέας Ιωνίας – όπως ονομάστηκε η περιοχή της εγκατάστασής τους – που μέχρι πριν από λίγα χρόνια αποτελούσε και ένα μεγάλο ξεχωριστό δήμο μέσα στο πολεοδομικό συγκρότημα του Βόλου.
Επίσης, οι επισκέπτες της έκθεσης «Εκ Μικράς Ασίας» έχουν την ευκαιρία να δουν, μεταξύ άλλων, ενδύματα, εξαρτήματα ένδυσης και προσωπικής φροντίδας, εικόνες και εκκλησιαστικά σκεύη, σπάνιες εκδόσεις, επιστολές από το Μέτωπο, ημερολόγια και απομνημονεύματα αιχμαλώτων, πιστοποιητικά και έγγραφα ενσωμάτωσης των προσφύγων στη νέα πατρίδα.
Xαλί με γεωμετρικά άνθινα μοτίβα από την Καππαδοκία (Γκέλβερι ή Καρβάλη), Σύλλογος Καππαδοκών Μαγνησίας. (visitgreece.gr)
Η έκθεση, που τελεί υπό την αιγίδα του υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού και της Ομοσπονδίας Προσφυγικών Σωματείων Ελλάδος, περιλαμβάνει και αποσπάσματα από έργα σημαντικών δημιουργών, όπως ο Κοσμάς Πολίτης, ο Στράτης Μυριβήλης, η Διδώ Σωτηρίου, τα οποία, σε συνδυασμό με μαρτυρίες ανθρώπων που έζησαν τα γεγονότα, αποδίδουν γλαφυρά το κλίμα πριν και μετά την καταστροφή. Οι ενότητες της έκθεσης περιγράφουν την καθημερινή ζωή στη Μικρά Ασία, στιγμιότυπα από τη Μικρασιατική Εκστρατεία, το τέλος και τον ξεριζωμό, την άφιξη και την περίθαλψη των προσφύγων στον Βόλο, την ενσωμάτωσή τους στην πόλη, με την ίδρυση του συνοικισμού της Νέας Ιωνίας, καθώς και τη διατήρηση της μνήμης, ενώ μεταξύ άλλων αναδεικνύεται και το ισχυρό αποτύπωμα που άφησαν οι Μικρασιάτες πρόσφυγες στην τοπική ιστορία και την ανάπτυξη της περιοχής, αλλά και τη γενικότερη επίδραση που είχε η παρουσία τους σε τομείς της ελληνικής κοινωνίας.
Την ημέρα των εγκαινίων, στην κατάμεστη αίθουσα εκδηλώσεων του πολυχώρου πολιτισμού Τσαλαπάτα, που ανήκει στα μουσεία-τοπόσημα ανά την Ελλάδα του Ιδρύματος Πολιτισμού της Τράπεζας Πειραιώς, έδωσαν το παρόν σημαντικές προσωπικότητες της τέχνης και του πολιτισμού, ενώ την έναρξη της έκθεσης χαιρετησε με ομιλία του ο πρόεδρος του ιδρύματος Γιώργος Χαντζηνικολάου. Όπως είπε, ο Βόλος ήταν μία από τις πόλεις που δέχτηκαν πολύ μεγάλο αριθμό προσφύγων, και ρίζωσαν σε αυτό τον τόπο πολλές γενιές που πρόσφεραν στον πολιτισμό, φέρνοντας μαζί τους και κειμήλια που σήμερα εκτίθενται σε αυτούς τους χώρους. «Σαν Ίδρυμα Πολιτισμού του Ομίλου Πειραιώς θέλουμε να έρθουμε πιο κοντά και στην ελληνική περιφέρεια και να βγούμε από την Αθήνα, και γι΄αυτό θα ακολουθήσουν αντίστοιχες εκθέσεις στο Μουσείο Μαστίχας της Χίου και στο Μουσείο Βιομηχανικής Ελαιουργίας στην Λέσβο», ανέφερε ο κ. Χατζηνικολάου.
Μεταξωτό αντερί από τη Μικρά Ασία, Λύκειον των Ελληνίδων Βόλου. (tanea.gr)
Χαιρετισμό απηύθυνε και ο μητροπολίτης Δημητριάδος κ. Ιγνάτιος, που υπενθύμισε ότι πριν λίγες μέρες, ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος που επισκέφθηκε τον Βόλο και τον καθεδρικό ναό της Ευαγγελίστριας στη Νέα Ιωνία, με την ιστορική – όπως τη χαρακτήρισε – ομιλία του, άγγιξε τις καρδιές και έφερε μνήμες από την ιστορία της Μικράς Ασίας.
Η πρόεδρος του μικρασιατικού συλλόγου «Το Εγγλεζονήσι» Ουρανία Σταματιάδου, συνταξιούχος εκπαιδευτικός, είπε ότι όλη της τη ζωή την αφιέρωσε στο να μιλά για την πατρίδα και να προσπαθεί να κρατήσει άσβεστη τη φλόγα για τη διατήρηση της μνήμης του μικρασιατικού πολιτισμού.
Η έκθεση στο Μουσείο Πλινθοκεραμοποιίας στον Βόλο, θα ολοκληρώσει τον κύκλο της στις 8 Ιανουαρίου του επόμενου έτους.
Γερμανοί αρχαιολόγοι έφεραν στο φως ένα πολύ σπάνιο εύρημα κατά τη διάρκεια ανασκαφής στο Nördlingen της Βαυαρίας: ένα χάλκινο σπαθί ηλικίας πάνω από 3.000 ετών, που διατηρείται ακόμα σε αξιοσημείωτα καλή κατάσταση.
Το σπαθί έχει μια περίτεχνη οκταγωνική λαβή από καθαρό χαλκό και είναι «τόσο καλά διατηρημένο που σχεδόν ακόμα λάμπει», σημειώνει η κρατική υπηρεσία της Βαυαρίας για τη διατήρηση των μνημείων σε δελτίο Τύπου της 14ης Ιουνίου, μεταφρασμένο από τα γερμανικά. Ο επικεφαλής του Αρχαιολογικού Γραφείου και γενικός συντηρητής καθηγητής Ματίας Φάιλ [Mathias Pfeil] πρόσθεσε ότι ένα τέτοιο εύρημα είναι «πολύ σπάνιο».
Οι ειδικοί χρονολόγησαν σε πρώτη εκτίμηση το σπαθί στα τέλη του 14ου αιώνα π.Χ., κατά τη διάρκεια της Μέσης Εποχής του Χαλκού. Προηγούμενα δείγματα από αυτή την εποχή είχαν κυρίως ανασκαφεί από σκόπιμα ανοιγμένους τύμβους ταφής κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα ή έχουν εμφανιστεί ως μεμονωμένα, «πιθανώς θυσιαστικά», ευρήματα.
Γερμανοί αρχαιολόγοι ανακάλυψαν ένα χάλκινο σπαθί του 14ου αιώνα π.Χ., κατά τη διάρκεια ανασκαφής στο Nördlingen της Γερμανίας. (ευγενική παραχώρηση του Archäologie-Büro Dr. Woidich/Sergiu Tifui)
Το σπαθί του Nördlingen προήλθε από έναν τάφο που περιείχε τα λείψανα τριών ανθρώπων -ενός άνδρα, μιας γυναίκας και ενός εφήβου- που πιστεύεται ότι θάφτηκαν μαζί σε «γρήγορη διαδοχή» μαζί με μια σειρά από «πλούσια χάλκινα αντικείμενα». Δεν είναι ακόμη σαφές αν οι τρεις άνθρωποι συνδέονταν μεταξύ τους, αλλά οι ειδικοί έχουν εξακριβώσει ότι το σπαθί κατασκευάστηκε στη Βαυαρία, στη σημερινή νοτιοανατολική Γερμανία.
Χάλκινα σπαθιά με οκταγωνικές λαβές όπως αυτό διακινούνταν από δύο κύριες περιοχές: τη νότια Γερμανία και τη σημερινή βόρεια Γερμανία και Δανία. Συγκρίνοντας τις τεχνικές χύτευσης και τις διακοσμήσεις, οι αρχαιολόγοι πιστεύουν ότι ορισμένα από τα σπαθιά που διανεμήθηκαν στο βορρά ήταν αντίγραφα των σπαθιών της νότιας Γερμανίας, ενώ άλλα μπορεί να ήταν γνήσιες εισαγωγές ή προϊόντα «περιπλανώμενων τεχνιτών».
Το σπαθί του Nördlingen βρέθηκε σε έναν τάφο που περιείχε τα λείψανα ενός άνδρα, μιας γυναίκας και ενός εφήβου. (ευγενική παραχώρηση του Archäologie-Büro Dr. Woidich/Sergiu Tifui)
Λεπτομέρεια του ξίφους της Μέσης Εποχής του Χαλκού που βρέθηκε στο Nördlingen της Γερμανίας. (ευγενική παραχώρηση του Archäologie-Büro Dr. Woidich/Sergiu Tifui)
Το σπαθί του Nördlingen, που διατηρεί τη λάμψη του, έχει περίπλοκο σχεδιασμό, καθώς η λαβή χυτεύεται πάνω από τη λεπίδα με μια διαδικασία γνωστή ως «χύτευση επικάλυψης» και η διακόσμηση προστίθεται προσεκτικά με ένθεση. Έχουν απομείνει δύο πραγματικά καρφιά, ενώ ένα άλλο ζεύγος καρφιών «υπονοούνται».
Παρά την εξεζητημένη κατασκευή του και την έλλειψη αποδείξεων ότι η λεπίδα χρησιμοποιήθηκε ποτέ, το κρατικό γραφείο της Βαυαρίας πιστεύει ότι το σπαθί ήταν ένα «πραγματικό» όπλο. Οι αρχαιολόγοι σκοπεύουν να συνεχίσουν την εξέταση του σπαθιού και του χώρου ταφής, προκειμένου να ταξινομήσουν με μεγαλύτερη ακρίβεια το συναρπαστικό εύρημα.
Από την αρχαιότητα, τα βιτρώ ή υαλογραφίες παραθύρων εκτιμούνταν για την ομορφιά τους. Με τη δημιουργία ιερών παραθύρων σε οίκους λατρείας, αυτή η μορφή τέχνης έφτασε στο απόγειό της κατά τον Μεσαίωνα, εμπνέοντας τους πιστούς με τις φωτεινές αφηγήσεις τους. Με το πέρασμα των αιώνων, το βιτρώ έγινε στοιχείο ιδιωτικών κατοικιών, αργότερα αναβίωσε και τελικά εντάχθηκε σε μουσειακές συλλογές σε όλο τον κόσμο.
Για την κατασκευή βιτρώ, αναμειγνύονται άμμος και τέφρα ξύλου, τα οποία στη συνέχεια λιώνουν. Το υγρό αυτό, όταν ψύχεται, γίνεται γυαλί. Για να δημιουργηθεί γυαλί με χρώμα, στο μείγμα προστίθενται συγκεκριμένα μέταλλα σε σκόνη, ενώ αυτό βρίσκεται σε λιωμένη κατάσταση. Για τη δημιουργία ενός πίνακα βιτρό, κομμάτια χρωματιστού γυαλιού τοποθετούνται πάνω σε ένα σχέδιο που σχεδιάζεται σε έναν πίνακα. Για την περαιτέρω συναρμολόγηση απαιτείται η τοποθέτηση των άκρων του γυαλιού σε οδηγούς μολύβδου και στη συνέχεια η συγκόλληση μεταξύ τους για την ενίσχυση του παραθύρου.
Τα απομνημονεύματα του Αγίου Γερμανού
«Το όραμα του Αγίου Γερμανού των Παρισίων», 1245-1247, αγνώστου Γάλλου καλλιτέχνη. Οξειδωμένο γυαλί, υαλώδες χρώμα, 63 x 40 εκ. The Cloisters Collection, Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης, Νέα Υόρκη. (Public Domain)
Το μεσαιωνικό υαλογράφημα «Το όραμα του Αγίου Γερμανού των Παρισίων» προέρχεται από το Αββαείο του Saint-Germain-des-Prés. Αυτό το ισχυρό παρισινό Αββαείο Βενεδικτίνων ιδρύθηκε τον 6ο αιώνα και αργότερα ονομάστηκε προς τιμήν του Αγίου Γερμανού. Ο Germain (Ζερμέν) γεννήθηκε στη Βουργουνδία και στη συνέχεια έγινε επίσκοπος του Παρισιού. Ένα από τα μεγάλα επιτεύγματά του ήταν να πείσει τον κοσμικό Μεροβίγγειο βασιλιά Χιλδεβέρτο Α΄ να ακολουθήσει μια πιο χριστιανική ζωή. Ως αποτέλεσμα, ο Ζερμέν βοήθησε τον Χιλδεβέρτο να χρηματοδοτήσει την οικοδόμηση του μεγάλου αβαείου.
Οι τιτουλάριοι άγιοι των αββαείων απεικονίζονται συχνά σε βιτρώ. Αυτός ο πίνακας προέρχεται από έναν κύκλο σκηνών για τη ζωή και τα θαύματα του Αγίου Γερμανού. Δημιουργήθηκε από το 1245 έως το 1247 και στεγαζόταν στο παρεκκλήσι της Θεοτόκου του αββαείου. Ενώ το παρεκκλήσι δεν υπάρχει πλέον, η εκκλησία του αββαείου εξακολουθεί να στέκεται στη διάσημη λεωφόρο Σεν Ζερμέν.
Το «Όραμα του Αγίου Γερμανού των Παρισίων» απεικονίζει ένα μεταθανάτιο θαύμα του Αγίου Γερμανού στο οποίο ο άγιος, η μορφή με το κόκκινο φωτοστέφανο, εμφανίζεται ως όραμα στο όνειρο ενός μοναχού για να τον προειδοποιήσει για μια επικείμενη εισβολή των Νορμανδών στο αββαείο, μαζί με τη διαβεβαίωση ότι τα λείψανά του θα παραμείνουν άθικτα. Ο μοναχός, με σταχτί πρόσωπο, απομακρύνεται από τη μορφή. Η σύνθεση του πίνακα κυριαρχείται από τις δύο μορφές και το πλούσια κορεσμένο μπλε φόντο, το οποίο έρχεται σε αντίθεση με τις γραμμές και τις μάζες του κόκκινου. Η υπόλοιπη σκηνή έχει ελάχιστες λεπτομέρειες, κάτι που της προσδίδει έναν απόκοσμο τόνο.
Η εισβολή την οποία ο άγιος προανήγγειλε συνέβη πράγματι, αλλά το Αββαείο του Saint Germain-des-Prés (Σεν Ζερμέν-ντε-Πρε) επέζησε και ήκμασε καθ’ όλη τη διάρκεια του Μεσαίωνα, αποτελώντας ένα από τα πλουσιότερα και ισχυρότερα μοναστήρια σε όλη τη Γαλλία μέχρι τη Γαλλική Επανάσταση.
Το 1791, οι Μεροβίγγειοι τάφοι του Αββαείου, μεταξύ των οποίων και ο τάφος του βασιλιά Χιλδεβέρτου, βανδαλίστηκαν από το επαναστατικό καθεστώς. Τα θρησκευτικά κτίρια που γλίτωσαν από τον όχλο χρησιμοποιήθηκαν ως γραφεία του καθεστώτος, φυλακές, στρατώνες ή εκμισθώθηκαν σε επιχειρήσεις. Το Αββαείο του Saint-Germain-des-Prés έκλεισε και μετατράπηκε σε διυλιστήριο για την παρασκευή αλατόνερου, ενός εκρηκτικού χημικού συστατικού της πυρίτιδας.
Ο χώρος αποθήκευσης αυτού του υλικού εξερράγη το 1794, προκαλώντας ζημιές σε αρκετά παράθυρα του παρεκκλησίου της Θεοτόκου. Δεν είναι σαφές αν αυτό το βιτρώ είχε αφαιρεθεί πριν ή μετά την έκρηξη, αλλά σε κάθε περίπτωση επέζησε και μεταφέρθηκε σε μια αποθήκη ειδικά για έργα τέχνης που είχαν αφαιρεθεί από θρησκευτικά κτίρια. Ορισμένα από τα υαλογραφήματα του Αββαείου του Saint Germain-des-Prés επέστρεψαν αργότερα σε εκκλησιαστικό περιβάλλον ή κατέληξαν σε ιδιωτικές συλλογές και μουσεία. Αυτό το βιτρώ αποτελεί πλέον μέρος της συλλογής του The Met Cloisters και εκτίθεται μόνιμα σε μια βιτρίνα γοτθικού ρυθμού που θυμίζει εύστοχα την αρχική του παρουσίαση.
Αναγεννησιακά σχέδια εσωτερικών χώρων
«Εραλδικός πίνακας με τα οικόσημα της οικογένειας Εμπερλέ», περ. 1490, αγνώστου καλλιτέχνη. Οξειδωμένο γυαλί, γυαλί με λάμψη και άχρωμο γυαλί, υαλώδες χρώμα και ασημένια κηλίδα, οδηγοί από μόλυβδο. 44 x 31 εκ. Μουσείο J. Paul Getty, Λος Άντζελες. (Public Domain)
Τα εκκλησιαστικά υαλογραφήματα στα παράθυρα των ναών συνεχίστηκαν να ανθίζουν στην Ευρώπη της Αναγέννησης. Καθώς το γυαλί έγινε πιο προσιτό στα τέλη της δεκαετίας του 1400, τα γυάλινα παράθυρα άρχισαν να εμφανίζονται συχνότερα και στην ιδωτική αρχιτεκτονική – με το βιτρώ να αποτελεί ένα δημοφιλές διακοσμητικό στοιχείο. Παραδείγματα τέτοιου υαλογραφημάτων διακρίνονται για τη χρήση του χρώματος, του φωτός, ακόμη και του χιούμορ. Τα συνήθη θέματα περιλαμβάνουν σημεία του ζωδιακού κύκλου, ιερές σκηνές, πορτραίτα και εραλδικές εικόνες.
Ο ελβετικός «Εραλδικός πίνακας με τα οικόσημα της οικογένειας Εμπερλέ» από τα τέλη του 15ου αιώνα, που τώρα ανήκει στη συλλογή του Μουσείου J. Paul Getty, κατασκευάστηκε πιθανότατα για ένα ιδιωτικό σπίτι. Ο πίνακας είναι εξαιρετικά εξεζητημένος λόγω των πολύπλοκων τεχνικών δεξιοτήτων που χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή του γυαλιού, καθώς και της εξαιρετικής καλλιτεχνικής εφαρμογής της ασημένιας κηλίδας και του υαλώδους χρώματος. Αυτό το εξειδικευμένο χρώμα αποτελείται από σωματίδια γυαλιού σε ένα υγρό συνδετικό υλικό που λιώνουν και συγχωνεύονται με έναν γυάλινο πίνακα κατά τη διάρκεια του ψησίματος.
Το υαλογράφημα του μουσείου Γκέτι απεικονίζει ένα οικογενειακό οικόσημο μαζί με μια όμορφη κοπέλα οπλισμένη με ένα στιλέτο σε θήκη. Φοράει ένα σκούρο φόρεμα με σχέδια, μακριά γάντια, χρυσή ζώνη, περιδέραιο, δαχτυλίδια και ένα μακρύ λευκό πέπλο προσαρτημένο σε ένα πολυτελές κάλυμμα κεφαλής. Παρόμοια με το «Όραμα του Saint Germain του Παρισιού», η σύνθεση δείχνει μια φιγούρα στραμμένη μακριά από μια άλλη. Σε αυτόν τον πίνακα, όμως, το εικονιζόμενο ζευγάρι αποτελείται από μια κόρη και έναν απειλητικό κόκκινο κάπρο, ένα ζώο που αποτελεί το εραλδικό μοτίβο της οικογένειας Εμπερλέ της Βασιλείας. Βρίσκονται σε στρώσεις πάνω σε ένα φόντο με μοτίβο δαμασκηνού, ένα πολύ πιο λεπτομερές φόντο από τον μεσαιωνικό μινιμαλισμό του βιτρώ του Αγίου Γερμανού.
Το οικόσημο της οικογένειας που απεικονίζεται στο κάτω μέρος του πίνακα περιλαμβάνει μια ασπίδα με το συμβολικό αγριογούρουνο σε χρυσό φόντο, ένα κράνος και την πυκνή διακόσμηση από κόκκινα και χρυσά σγουρά φύλλα. Μια ζωφόρος στο επάνω μέρος του πίνακα απεικονίζει ένα τοπίο με μια ομάδα νεαρών ανδρών και γυναικών που ασχολούνται με τη ιερακοτροφία: ένα άθλημα κυνηγιού με τη χρήση αρπακτικών πτηνών που ήταν μια δραστηριότητα που συνδεόταν με τα αυλικά φλερτ. Διακοσμητικά πουλιά κοσμούν τις πλευρές του πίνακα, συνδέοντας όλα τα σκηνικά τμήματα.
Βικτωριανή γοτθική αναβίωση
«Η Αγία Καικιλία», περ. 1900, του Σερ Έντουαρντ Μπερν-Τζόουνς. Βιτρώ και ζωγραφισμένο γυαλί, 2,1 μ. x 0,75 εκ. Μουσείο Τέχνης του Πανεπιστημίου Princeton. (Public Domain)
Στη βικτωριανή Αγγλία, το ενδιαφέρον για τη μεσαιωνική αρχιτεκτονική και τέχνη αναβίωσε και η αντίστοιχη γοτθική αναβίωση στην αρχιτεκτονική αναζωπύρωσε την αγορά του βιτρώ. Ένας από τους μεγαλύτερους σχεδιαστές της εποχής σε αυτό το μέσο ήταν ο Σερ Έντουαρντ Μπερν-Τζόουνς, μέλος του κινήματος των Προραφαηλιτών και διακεκριμένος ζωγράφος θρησκευτικών, μυθικών και λογοτεχνικών σκηνών.
Οι Προραφαηλίτες εμπνεύστηκαν από καλλιτέχνες που εργάζονταν πριν από την εποχή του Ραφαήλ, ιδίως από μεσαιωνικούς τεχνίτες και τις εικόνες τους για τη φύση. Ο Γουίλιαμ Μόρις, ηγέτης του αγγλικού κινήματος Arts and Crafts, εφάρμοσε αυτές τις ιδέες στις διακοσμητικές τέχνες, ιδρύοντας μια εταιρεία με τον φίλο του από την Οξφόρδη Μπερν-Τζόουνς για την παραγωγή βιτρώ, ταπισερί, ταπετσαριών και άλλων αντικειμένων.
Ο Μπερν-Τζόουνς δημιούργησε περίπου 750 σχέδια βιτρώ κατά τη διάρκεια της ζωής του. Το περίφημο σχέδιό του για την Αγία Καικιλία από την περίφημη συνεργασία των Μπερν-Τζόουνς και Μόρις ήταν ιδιαίτερα δημοφιλές και χρησιμοποιήθηκε για τη δημιουργία σχεδόν τριάντα παραθύρων για πολλά χρόνια. Η εκδοχή που βρίσκεται τώρα στη συλλογή του Μουσείου Τέχνης του Πανεπιστημίου Πρίνστον (γύρω στα 1900) μπορεί αρχικά να είχε τοποθετηθεί σε ιδιωτική τραπεζαρία ή χώρο ψυχαγωγίας.
Το τελευταίο θα ήταν ένα ευχάριστο σκηνικό, δεδομένου ότι η Αγία Καικιλία είναι η προστάτιδα της μουσικής και έχει ως χαρακτηριστικό της ένα όργανο. Ήταν μια παλαιοχριστιανή Ρωμαία μάρτυς και ο Μπερν-Τζόουνς την απεικονίζει σε αυτό το παράθυρο να παίζει ένα φορητό εκκλησιαστικό όργανο του 15ου αιώνα. Το Μουσείο σημειώνει στο Εγχειρίδιο Εισόδου του ότι «το επίπεδο, αφαιρετικό, γραμμικό ύφος και η σκυφτή στάση της απίστευτα ψηλής, χαριτωμένης γυναίκας παραπέμπουν στα έργα του Μποτιτσέλι, […] ενώ ο σαν ταπισερί διάκοσμος με τις ροδιές και το πλούσιο μοτίβο μπροκάρ υφάσματος θυμίζουν την πιο πρόσφατη γοτθική φάση της ιταλικής τέχνης». Τα πλούσια χρώματα, τα μοτίβα υφασμάτων και τα φυλλώδη μοτίβα χρησιμοποιούνται με εκθαμβωτικά αποτελέσματα, όπως στον «’Εραλδικό πίνακα με τα οικόσημα της οικογένειας Εμπερλέ». Ο Μπερν-Τζόουνς αναβιώνει αριστοτεχνικά το ύφος των μεσαιωνικών και πρώιμων αναγεννησιακών υαλογραφημάτων με το καινοτόμο στυλ του.
Ο Μπερν-Τζόουνς επαινείται από τους κριτικούς για την εξαιρετική ικανότητά του να μεταφέρει συναισθήματα και προσωπικότητα στο βιτρώ παρά τους περιορισμούς του μέσου. Η Αγία Καικιλία αποδεικνύει την αλήθεια της ρήσης του Μόρις ότι είναι ζωτικής σημασίας για τους καλλιτέχνες να χρησιμοποιούν φωτεινά χρώματα σε όλα τα σχέδια βιτρώ. Το παράθυρο προβάλλει την πεποίθησή του ότι οι συνθέσεις πρέπει να είναι απλές, ώστε να μπορούν να γίνουν κατανοητές και από μεγάλη απόσταση. Το έργο αντικατοπτρίζει επίσης την άποψη του καλλιτέχνη ότι οι οδηγοί μολύβδου συμβάλλουν στη συνολική ομορφιά ενός βιτρώ.
Και τα τρία υαλογραφήματα που παρουσιάσαμε είναι αντιπροσωπευτικά της εποχής παραγωγής τους, καθώς και υποδειγματικά έργα τέχνης. Η εμβάθυνση στις γυάλινες όψεις τους, πέρα από τα πλούσια χρώματα και τις μορφές τους, αποκαλύπτει τις συνδέσεις τους με τη θρησκευτική λατρεία, τις επιστημονικές τεχνικές και καινοτομίες, καθώς και τα καλλιτεχνικά κινήματα. Είναι παράθυρα που φωτίζουν την ιστορία και συνεχίζουν να συναρπάζουν τους θεατές σήμερα με την ομορφιά και τις αφηγήσεις τους.
Η ελληνική διατροφή είχε τα βασικά χαρακτηριστικά της μεσογειακής διατροφής ήδη από την αρχαιότητα, γεγονός που εξασφάλιζε στους προγόνους μας, για τα δεδομένα της εποχής τους, ευζωία και μακροζωία. Αρκετοί άνθρωποι ήταν χορτοφάγοι για λόγους υγείας ή ιδεολογίας, ενώ η διαλειμματική (περιοδική) δίαιτα ήταν συνήθεια καθιερωμένη στο Βυζάντιο και ιδίως στα μοναστήρια. Επισημαίνουμε ότι η κακή διατροφή μας σήμερα σκοτώνει περισσότερους ανθρώπους από άλλους παράγοντες, ενώ καταστρέφει το περιβάλλον και τη βιοποικιλότητα.
Υπάρχουν μεγάλες διαφορές ανάμεσα στο σύγχρονο και το αρχαίο ελληνικό διαιτολόγιο. Σύμφωνα με παλαιότερη διπλωματική εργασία του Μαρίνου – Παναγιώτη Τσετσενέκου, το αρχαιοελληνικό τραπέζι, γενικότερα, δεν έμοιαζε και τόσο με το σημερινό. Άγνωστα τότε το ρύζι, η ζάχαρη το καλαμπόκι, ο καφές, οι ντομάτες, οι μελιτζάνες, οι πιπεριές, οι μπάμιες και φυσικά οι πατάτες ήταν άγνωστα τότε.
Οι αρχαίοι Έλληνες έτρωγαν συνήθως τρία γεύματα την ημέρα. Το πρώτο από αυτά (ακρατισμός) αποτελούταν από κριθαρένιο ψωμί βουτηγμένο σε κρασί αδιάλυτο (άκρατος οίνος) και συνοδευόμενο από σύκα ή ελιές. Το δεύτερο (άριστον) λάμβανε χώρα το μεσημέρι ή νωρίς το απόγευμα. Το τρίτο (δείπνον), το οποίο ήταν και το σημαντικότερο της ημέρας. Σε αυτά μπορεί να προστεθεί ένα επιπλέον ελαφρύ γεύμα (εσπέρισμα) αργά το απόγευμα. Τέλος το αριστόδειπνον ήταν ένα κανονικό γεύμα που μπορούσε να σερβιριστεί αργά το απόγευμα στη θέση του δείπνου.
Κάποιες φορές, τα γεύματα ήταν μόνο δύο. Το πρώτο απαρτιζόταν από ψάρια, όσπρια, ή πρόχειρα φαγητά όπως ψωμί, τυρί, ελιές, αυγά, ξηρούς καρπούς και φρούτα, ενώ βασικό στοιχείο του δεύτερου ήταν η συντροφιά.
Συνηθισμένες πρωινές τροφές ήταν τα ξερά σύκα, τα αμύγδαλα, τα καρύδια και άλλοι ξηροί καρποί. Το πρωινό ρόφημα ήταν ο κυκεών, ένα μείγμα κρασιού, τριμμένου τυριού και κριθάλευρου, το γάλα (κυρίως κατσικίσιο), καθώς και ένα είδος υδρόμελου που το παρασκεύαζαν από χλιαρό νερό και μέλι.
Το μεσημέρι συνήθιζαν να τρώνε ψάρια, όπως τσιπούρες, μπαρμπούνια, σαρδέλες και χέλια, όσπρια – κυρίως φακές, φασόλια, ρεβίθια, μπιζέλια και κουκιά – ψωμί, τυρί, ελιές, αυγά, ξηρούς καρπούς και φρούτα. Μια ακόμα αντίθεση με τη σημερινή εποχή παρατηρείται και σε ό,τι αφορά το δείπνο, καθώς αν και σήμερα οι γιατροί συμβουλεύουν να είναι ιδιαίτερα ελαφρύ, οι πρόγονοί μας το θεωρούσαν το πιο σημαντικό και μεγάλο γεύμα της ημέρας. Συνοδευόταν και από επιδόρπια, τα λεγόμενα τραγήματα, που μπορεί να ήταν φρούτα φρέσκα ή ξηρά, κυρίως σύκα, καρύδια και σταφύλια ή γλυκά με μέλι.
Το βραδινό, το οποίο αποτελούσε και το κύριο γεύμα, ήταν αυτό του συμποσίου και της φιλικής συντροφιάς, διότι στους αρχαίους Έλληνες δεν άρεσε να τρώνε μόνοι τους. Η επικρατούσα άποψη ήταν ότι το να τρώει κανείς μόνος του δε σημαίνει ότι γευματίζει, αλλά ότι απλά γεμίζει το στομάχι του.
Η συντροφιά στο δείπνο ήταν ιδιαίτερα σημαντική για τους αρχαίους Έλληνες και την απόλαυση της διαδικασίας του.
Οι αρχαίοι έδειχναν ιδιαίτερη προτίμηση στο χοιρινό και το μοσχάρι, ενώ σπανιότερα έτρωγαν κατσίκι και αρνί. Επίσης αγαπούσαν πολύ και το κυνήγι, κυρίως τις τσίχλες, τα ορτύκια και τα ελάφια. Αγαπούσαν όμως και τα σαλιγκάρια, τα οποία οι Κρητικοί έτρωγαν από την εποχή του Μίνωα. Μπορεί τα φρούτα και τα λαχανικά να είχαν πρωταγωνιστικό ρόλο στο καθημερινό τους τραπέζι, ωστόσο δεν υπήρχε τόσο μεγάλη ποικιλία όσο σήμερα. Μπορεί να μην υπήρχαν φρούτα όπως τα πορτοκάλια, τα μανταρίνια, τα ροδάκινα και οι μπανάνες, αλλά μεγάλη ζήτηση είχαν τα αχλάδια, τα ρόδια, τα μήλα, τα σύκα, τα μούρα, τα κεράσια και τα δαμάσκηνα.
Όσον αφορά τα λαχανικά, τα καλλιεργούσαν στους κήπους τους και είχαν ιδιαίτερη αγάπη στους βολβούς, τα μαρούλια, τα αγγούρια, τον αρακά, τις αγκινάρες, τα βλήτα, το σέλινο, τον άνηθο και το δυόσμο. Άλλα πάλι, όπως τα μανιτάρια, το μάραθο, τα σπαράγγια, ακόμα και τις τρυφερές τσουκνίδες και πολλά άλλα ακόμα που τρώμε και σήμερα, τα αναζητούσαν στις ακροποταμιές και τα χωράφια. Μεγάλη αγάπη είχαν και στο ψωμί, αφού συνήθιζαν μάλιστα να φτιάχνουν αρκετά είδη, από λαγάνες, σιμιγδαλένιους άρτους και ψωμί από χοντράλευρο μέχρι ψωμί από κεχρί.
Ο «πλακούντας» ήταν η πιο γνωστή πίτα της αρχαιότητας και φτιαχνόταν στην οικία ή σε εργαστήρι «πλακουντοποιού». Είχε ως βάση μια ζύμη από άριστης ποιότητας αλεύρι και νερό, στην οποία προστίθεντο διάφορα υλικά (π.χ. γάλα, τυρί, αυγά, λάδι, λίπος, άνηθος, μάραθο, κύμινο, πιπέρι, καρύδια, αμύγδαλα, σταφίδες κ.λπ.) δημιουργώντας έτσι ποικίλες πίτες (π.χ. ο «αρτότυρος» ή «τυρών άρτος», ήτοι η σημερινή τυρόπιτα). Παρασκεύαζαν και άλλες γλυκές πίτες, όπως τη μελόπιτα («μελιτούττα»), ένα γλύκισμα από ζύμη, σουσάμι και μέλι («όμωρο»), άλλο από λιναρόσπορο και μέλι («χρυσόκολλα»), ένα άλλο από αλεύρι, τυρί και κρασί μελωμένο («έκχυτο»), άλλο από αλεύρι ή σιμιγδάλι, νερό και ώριμους χουρμάδες («εγκρυφιάς»), αλλά και τηγανίτες («εγκρίδες»).
Το δώρο του Αρχέστρατου
Οι αρχαίοι μας πρόγονοι όφειλαν τις μαγειρικές τους γνώσεις σε έναν ποιητή και φιλόσοφο. Το πρώτο βιβλίο μαγειρικής που γράφτηκε ποτέ στην Ελλάδα είχε τον τίτλο «Ηδυπάθεια» και χρονολογείται περίπου στα μέσα του 4ου αιώνα π.Χ. Συγγραφέας ήταν ο Συρακούσιος ποιητής και φιλόσοφος Αρχέστρατος. Ο Αρχέστρατος θεωρείται ο πατέρας της γαστρονομίας και μάλιστα είναι ο πρώτος που αναφέρει τη συγκεκριμένη λέξη στο βιβλίο του και ο πρώτος που θεώρησε τη μαγειρική τέχνη.
Ουσιαστικά, η «Ηδυπάθεια» (ή «Δειπνολογία» ή «Γαστρονομία») είναι ένα ποιητικό έργο από το οποίο διασώζονται μόνο 300 στίχοι. Σε αυτό το έργο, ο Αρχέστρατος αφιερώνει εκτενή κεφάλαια στα όσπρια, το ψάρι και το κρασί και ταυτόχρονα καταγράφει τους κανόνες της μαγειρικής, δίνοντας στην κουζίνα της εποχής του ορισμένα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά που αποτελούν διαχρονικά χαρακτηριστικά της ελληνικής κουζίνας.
Επιπλέον, ως γνήσιος λάτρης του καλού φαγητού συμβουλεύει τον αναγνώστη του πού θα βρει τα καλύτερα προϊόντα και πώς θα τα γευτεί όπως πρέπει. Μαθαίνουμε λοιπόν, ότι η Αθήνα διέθετε την καλύτερη και φρεσκότερη μαρίδα, η Μυτιλήνη φημιζόταν για τα χτένια, η λίμνη Αμβρακία και η Καλυδωνία για την πέρκα και η Καρχηδόνα για τα τήθεα (θαλασσινά όστρακα). Ο Συρακούσιος ποιητής αναφέρει ακόμη ότι το αττικό μέλι αναδεικνύει τη γεύση οποιασδήποτε πίτας, ο γόνος είναι ένας εξαιρετικός μεζές αν τηγανιστεί με τσουκνίδες και μυρωδικά και ότι ο καρχαρίας είναι εκλεκτή τροφή, χαρακτηρίζοντάς τον ως ανθό του νέκταρ. Παράλληλα, συμβουλεύει να μην καταναλώνουμε νερό πριν το φαγητό, γιατί καταστρέφουμε τις τροφές που τρώμε. Το έργο του Αρχεστράτου έχει τόση χάρη, σαν το ύφος των παλαιών διδακτικών ποιητών, γι’ αυτό και ο ποιητής επεκλήθη ο «Ησίοδος ή ο Θέογνις των οψοφάγων»…
Αρχέστρατος. Αρχαίος Έλληνας ποιητής από τη Σικελία, 4ος αιώνας π.Χ. Πατέρας της γαστρονομίας.
Εμείς σας δίνουμε τη συνταγή του Αρχέστρατου για σαρδέλες γεμιστές, προσαρμοσμένη στη δική μας εποχή.
Σαρδέλες γεμιστές στον φούρνο
Υλικά
36 φρέσκιες, μεγάλες σαρδέλες
3 σκελίδες σκόρδο
2 κ.σ. ψιλοκομμένος μαϊντανός
3 αυγά
175 γρ. ψίχα ψωμιού
1/2 κ.γλ. αλάτι
18 φύλλα δάφνης
40 γρ. φρέσκο βούτυρο σε θερμοκρασία δωματίου
Εκτέλεση
Πλένουμε τις σαρδέλες, τις καθαρίζουμε και κόβουμε την ουρά και το κεφάλι. Λιώνουμε το σκόρδο και το ανακατεύουμε με τον μαϊντανό, τα αυγά, πέντε κ.σ. ψίχα ψωμιού και το αλάτι. Μόλις γίνει ένα ομοιόμορφο μείγμα, γεμίζουμε με αυτό τις σαρδέλες. Βουτυρώνουμε ένα ταψί και τοποθετούμε τις σαρδέλες τη μία δίπλα στην άλλη. Κάθε δυο σαρδέλες τις σκεπάζουμε με ένα φύλλο δάφνης. Τις πασπαλίζουμε με την υπόλοιπη ψίχα και περιχύνουμε με το φρέσκο βούτυρο. Ψήνουμε στους 200οC για 20 λεπτά περίπου και τις σερβίρουμε ζεστές ή κρύες.
Σαρδέλες γεμιστές στον φούρνο, με μαϊντανό, σκόρδο και ψίχα ψωμιού.
Σε κάθε περίπτωση, οι αρχαίοι κατανάλωναν μεγάλη ποικιλία τροφών, αλλά σε πολύ μικρές ποσότητες, καθώς θεωρούσαν ότι στόχος του φαγητού ήταν να τέρψει τον ουρανίσκο και όχι να χορτάσει το στομάχι. Οι Σπαρτιάτες, από την άλλη, είχαν διαφορετική φιλοσοφία και ακολουθούσαν τη λακωνική λιτότητα ακόμα και στη διατροφή τους. Το καθημερινό τους διαιτολόγιο να συνίστατο σε μια κούπα «μέλανα ζωμό» και ένα κομμάτι ψωμί, ενώ σε ιδιαίτερες περιστάσεις και γιορτές απολάμβαναν το βραστό χοιρινό, λίγο κρασί και πίτες.
Δεν είναι τυχαία η πεποίθηση ότι ένα υγιές και καλό μυαλό πρέπει να βρίσκεται μέσα σε ένα υγιές σώμα.
Δηλαδή όσο σημαντική θεωρούσαν την πνευματική καλλιέργεια του ανθρώπου τόσο σημαντική θεωρούσαν και την καλή και σωστή διατροφή.
Στο επόμενο άρθρο, θα μιλήσουμε για τη Ζέα, το δίκοκκο σιτάρι, και θα δοκιμάσουμε να ζυμώσουμε ψωμί από αλεύρι Ζέας.
GUÉDELON, Γαλλία – Αυτό που κάποτε ήταν το όνειρο ενός ανθρώπου άρχισε να υλοποιείται σε μεγάλο βαθμό χάρις στην «Κυρά του Κάστρου» Μαριλίν Μαρτάν (Maryline Martin), την κινητήρια δύναμη που κάνει το Γκεντελόν πραγματικότητα. Το κάστρο Γκεντελόν είναι το πνευματικό παιδί του Μισέλ Γκιγιό (Michel Guyot), ο οποίος αποφάσισε να χτίσει στη Γαλλία του 21ου αιώνα ένα κάστρο του 13ου αιώνα, χρησιμοποιώντας μεσαιωνικές μεθόδους.
Μια από τις εισόδους του Γκεντελόν, 2023. (ευγενική παραχώρηση του Guédelon)
Ο κος Γκιγιό και η κα Μαρτάν είχαν συνεργαστεί στενά στην αρχή του μεγαλόπνοου έργου. Όταν ολοκληρώθηκαν οι προκαταρκτικές εργασίες, βρέθηκε και αγοράστηκε το κατάλληλο οικόπεδο για την οικοδόμηση του Γκεντελόν, κυρίως χάρις στην αποφασιστικότητα της κας Μαρτάν.
Όταν ο κος Γκιγιό χρειάστηκε να επιστρέψει στο κάστρο του στο Σαιν Φαρζώ, για να συνεχίσει τις εκεί επισκευές, η κα Μαρτάν, με την υποστήριξη του αρχιλιθοξόου Φλοριάν Ρενούτσι, ανέλαβε τα ηνία των εργασιών στο Γκεντελόν.
Σε συνέντευξή της στους Epoch Times, η κα Μαρτάν δήλωσε: «Αρχικά δεν είχαμε ιδέα για την επιτυχία που θα γνώριζε το Γκεντελόν. Υπήρχαν στιγμές τα πρώτα χρόνια που αναρωτιόμουν αν είχαμε ξεκινήσει κάτι που υπερέβαινε τις δυνατότητές μας».
Το Γκεντελόν προβλεπόταν να ολοκληρωθεί το 2023, αλλά η ημερομηνία μεταφέρθηκε στο 2033. Στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει πραγματική ημερομηνία ολοκλήρωσης, όπως επεσήμανε η Σάρα Πρέστον, διεθνής σύνδεσμος Τύπου του Γκεντελόν: «Δεν υπάρχει κανένας άρχοντας να περιμένει τα κλειδιά του κάστρου του».
Ένα μακρόχρονο έργο
Το έργο κρατά περισσότερο από ό,τι προβλεπόταν για πολλούς λόγους. Το 1997, το έργο ξεκίνησε με μόνο 50 εργάτες, οι οποίοι έπρεπε να εκπαιδευτούν στις οικοδομικές τεχνικές του 13ου αιώνα – εκπαίδευση που πήρε αρκετό χρόνο.
Σήμερα, το Γκεντελόν διαθέτει ένα συνεργείο 109 ατόμων και όλοι οι νέοι υπάλληλοι πρέπει να έχουν προηγούμενη εμπειρία στις μεσαιωνικές κατασκευές. Οι χιλιάδες επισκέπτες του Guédelon έχουν επίσης επιβραδύνει τον ρυθμό της κατασκευής, καθώς οι τεχνίτες λειτουργούν και ως ξεναγοί. Όλοι οι εργάτες είναι φιλικοί και πρόθυμοι να μιλήσουν με τους επισκέπτες.
Σε πρόσφατη επίσκεψή της στο Γκεντελόν, η γράφουσα είχε τη δυνατότητα να μιλήσει με τον κο Ρενούτσι, ο οποίος μοιράστηκε λεπτομέρειες για την πρόοδο και τις νέες γνώσεις που έχουν αποκτήσει. Συζήτησε επίσης ορισμένες αλλαγές στη διαδικασία κατασκευής που επιβράδυναν την ολοκλήρωση του κτιρίου.
Τι έμαθαν
Η πειραματική αρχαιολογία γίνεται σε μαζική κλίμακα στο Γκεντελόν για την καλύτερη κατανόηση του τρόπου με τον οποίο χτίζονταν τα κάστρα τον 13ο αιώνα. Αυτό σημαίνει ότι μελετώνται αρχαία ερείπια και αρχεία που υπάρχουν ακόμη από εκείνη την εποχή για να αναπαραχθούν οι μέθοδοι, τα υλικά και τα εργαλεία που χρησιμοποιούνταν τον 13ο αιώνα. Ο κος Ρενούτσι και η ομάδα του ερευνούσαν συνεχώς άλλες αρχαίες τοποθεσίες καθώς προχωρούσε η κατασκευή. Αυτή η έρευνα, καθώς και οι πειραματισμοί της ομάδας, έφεραν στο φως σημαντικές ανακαλύψεις.
Μελετώντας μια γέφυρα σε ένα αρχαίο κάστρο στη σημερινή Δημοκρατία της Τσεχίας, η ομάδα διαπίστωσε ότι η κατασκευή της γέφυρας του Γκεντελόν δεν επρόκειτο να λειτουργήσει. Τα καρφιά που είχαν γίνει για να χρησιμοποιηθούν στην κατασκευή είχαν αρχίσει να ξεπροβάλλουν. Καθώς ο κος Ρενούτσι και εγώ περπατούσαμε πάνω από την παλιά γέφυρα, επεσήμανε τα καρφιά που είχαν αρχίσει να σηκώνονται. Τα δρύινα καρφιά ήταν απαραίτητα για τη σωστή κατασκευή, τη σταθερότητα και την εξασφάλιση της διάρκειας ζωής της γέφυρας.
Η ομάδα επισκέφθηκε και έναν νερόμυλο που βρέθηκε σε ένα αρχαίο κάστρο στο Ζυρά της Γαλλίας. Ο τρόπος με τον οποίο το νερό διοχετευόταν στον νερόμυλο πρότεινε τη χρήση της ίδιας μεθόδου για την τροφοδοσία ενός αλευρόμυλου. Η ομάδα κατασκεύασε ένα λειτουργικό μοντέλο ενός αλευρόμυλου με αυτή τη μέθοδο. Ο Ζακ Μουλάν, επικεφαλής αρχιτέκτονας στο Γκεντελόν, μοιράστηκε τα ερευνητικά δεδομένα με τους κορυφαίους αρχαιολόγους της Γαλλίας σχετικά με τον τρόπο λειτουργίας του μύλου και την ποσότητα αλευριού που παράγει. Κάποιες ημέρες, μπορεί κανείς να δει τον αλευρόμυλο να λειτουργεί και το αλεύρι που μόλις αλέστηκε να χρησιμοποιείται επιτόπου για να ζυμωθεί και να ψηθεί το ψωμί.
Λιθοξόοι τοποθετούν πέτρες με ασβεστολιθικό κονίαμα, 2023. (ευγενική παραχώρηση του Guédelon)
Η χρήση ασβεστόλιθου ήταν μια από τις μεγαλύτερες ανακαλύψεις που έγιναν κατά τη διάρκεια της κατασκευής του κάστρου. Ο ασβεστόλιθος χρησιμοποιήθηκε για την τοποθέτηση των λίθων και για το επίχρισμα των τοίχων. Οι τεχνικές που χρησιμοποιούνταν στον σύγχρονο κόσμο έπρεπε να εγκαταλειφθούν. Ο κος Ρενούτσι δήλωσε: «Έπρεπε να ξεμάθουμε κάποιες μεθόδους, για παράδειγμα, όταν επρόκειτο για το “επιχρίσμα” των τοίχων, δηλαδή την επικάλυψή τους με ασβέστη για να γίνουν λείοι. Αρχικά χρησιμοποιήσαμε τη σύγχρονη προσέγγιση της χρήσης τριών στρώσεων – ωστόσο, έπρεπε να “ξεμάθουμε” αυτή την πρακτική και να υιοθετήσουμε τη μεσαιωνική μέθοδο της χρήσης μιας μόνο στρώσης». Μια στρώση ήταν ο τρόπος που γινόταν στις κατασκευές του 13ου αιώνα και μετά από αυτή την ανακάλυψη η ομάδα άλλαξε στη συνέχεια τη χρήση του ασβεστοκονιάματος.
Η χρήση μη υδραυλικού ασβεστοκονιάματος ως εναλλακτική λύση στο σύγχρονο τσιμέντο θα προσφέρει πιο περιβαλλοντικά ορθές πρακτικές εργασίας στο μέλλον. Το ασβεστοκονίαμα χρησιμοποιήθηκε στην ανακατασκευή παλαιότερων κτιρίων και θα αρχίσει να χρησιμοποιείται ευρέως στις σύγχρονες κατασκευές λόγω των πολλών ευεργετικών ιδιοτήτων του. Ο ασβεστόλιθος είναι φιλικός προς το περιβάλλον όσον αφορά την παραγωγή, τη χρήση και την αντοχή του. Με τις μορφοποιήσιμες και εύκαμπτες ιδιότητές του, ο ασβεστόλιθος είναι το απόλυτο ανθεκτικό δομικό υλικό.
Πολλές από τις πληροφορίες στις οποίες στηρίζεται η ομάδα για την οικοδόμηση (που δεν μπορούν να μελετηθούν από αρχαία ερείπια) προέρχονται από οικονομικά αρχεία που σώζονται από τον Μεσαίωνα, υποδεικνύοντας το κόστος των υλικών και τα χρονοδιαγράμματα.
Είσοδος, με τους δύο γωνιακούς πύργους υπό ολοκλήρωση, 2023. (ευγενική παραχώρηση του Guédelon)
Σύμφωνα με τον κο Ρενούτσι, σχεδιάζονται και άλλες κατασκευές στο συγκρότημα: δύο γωνιακοί πύργοι, μια πύλη, ένα ανατολικό παραπέτασμα και ο Μεγάλος Πύργος.
Στον Μεσαίωνα, όλα τα κάστρα χτίζονταν για να παρέχουν προστασία, και αυτή η λειτουργία περιλαμβανόταν στη δομή του κτιρίου. Οι πολεμίστρες (εδώ μία της αίθουσας φύλαξης του πρώτου ορόφου του καμπαναριού) προστάτευαν τους υπερασπιστές του και τους επέτρεπε να εκτοξεύουν τα βέλη τους με ασφάλεια. (ευγενική παραχώρηση του Guédelon)
Εκπαιδεύοντας την επόμενη γενιά
Πολλές από τις γνώσεις που αποκτήθηκαν κατά την οικοδόμηση του Γκεντελόν προσφέρονται στους χιλιάδες μαθητές που έρχονται για να παρακολουθήσουν, οι οποίοι υπολογίζονται σε 50.000 πέρυσι. Έχουν ξεκινήσει επίσης μαθητείες στις δεξιότητες πολιτιστικής κληρονομιάς για όσους είναι άνω των 18 ετών. Εκτιμάται ότι 6 εκατομμύρια άτομα έχουν επισκεφθεί το Guédelon μέχρι σήμερα.
Η τεχνική ομάδα του κάστρου Γκεντελόν όχι μόνο αναβίωσε τις τεχνικές δόμησης πριν από 1.000 χρόνια, αλλά και τις βελτίωσε με νέες μεθόδους κατασκευής και φιλικά προς το περιβάλλον υλικά. Από τον σιδηρουργό μέχρι τους λιθοξόους, τους ξυλουργούς και τους κατασκευαστές κεραμιδιών, όλοι οι τεχνίτες έχουν συμβάλει καθοριστικά στο σχεδιασμό και την επιτυχή περάτωση του κάστρου.
Τα τελευταία 26 χρόνια, η ομάδα του Γκεντελόν έμαθε ότι οι οικοδόμοι πρέπει να χρησιμοποιούν ό,τι είναι διαθέσιμο και να αναπληρώνουν ό,τι χρησιμοποιείται. Το Γκεντελόν είναι ένα βήμα στο παρελθόν, αλλά και ένα άλμα στο μέλλον.
Δεν υπάρχει τέλος στο τι μπορεί να μάθει κανείς από την ανασύσταση μιας δομής του παρελθόντος. «Η έρευνά μας δεν σταματά ποτέ», δήλωσε ο κος Ρενούτσι. «Θα συνεχίσουμε να επισκεπτόμαστε άλλες αρχαίες τοποθεσίες για να δούμε τι περισσότερο μπορούμε να μάθουμε και να εφαρμόσουμε σε αυτό που κάνουμε σήμερα.»
Στο α΄ μέρος αυτής της σειράς, παρουσιάστηκε η γέννηση του Γκεντελόν ως ιδέα και τα πρώτα βήματα που έγιναν προς την υλοποίησή του.
Στο γ΄ μέρος, θα δούμε την ποιότητα της τέχνης που χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή του Γκεντελόν και τις τελικές πινελιές που καθιστούν ένα κάστρο σπίτι.
Η γράφουσα επισκέφθηκε για πρώτη φορά το Γκεντελόν το 2006. Ξαναπήγε τον Μάιο του 2023, για να διαπιστώσει την πρόοδο που έχει συντελεστεί μέσα σε αυτά τα 17 χρόνια. Στο β΄μέρος του αφιερώματος, παρουσιάζεται το κάστρο Γκεντελόν όπως είναι το 2023.
Ο Φύλακας βρισκόταν βαθιά στην άμμο και τα βράχια, στη μέση της ερήμου και της ιρανοκουρδικής σύγκρουσης, για αρκετές δεκαετίες. Το αρχαίο άγαλμα, που τώρα ήταν ακέφαλο, είχε σίγουρα δει και καλύτερες μέρες.
«Η προσοχή στη λεπτομέρεια είναι απίστευτη», δήλωσε ο Πασκάλ Μπυττερλέν (Pascal Butterlin), καθηγητής αρχαιολογίας της Μέσης Ανατολής στο Πανεπιστήμιο του Παρισιού, που εργάζεται στην ανασκαφή κοντά στο Χορσαμπάντ.
Το παρόν άγαλμα συντηρείται από διεθνείς αρχαιολόγους από τη Γαλλία και τη Γερμανία – ομάδα που περιλαμβάνει και αρχαιολόγους από το Λούβρο και το Πανεπιστήμιο του Μονάχου.
Άψογα σμιλεμένες μπούκλες σχηματίζουν τη γενειάδα του αγάλματος. Ακριβείς γραμμές ορίζουν τα συμπαγή, ανοιγμένα φτερά του, που ξεδιπλώνονται αποκαλύπτοντας περίτεχνες λεπτομέρειες.
Το άγαλμα του ακέφαλου Λαμάσσου, που βρέθηκε σε χώρο ανασκαφής στο Χορσαμπάντ του Ιράκ. (Ευγενική παραχώρηση της γαλλικής αποστολής στο Χορσαμπάντ, P. Butterlin)
Αυτή η κολοσσιαία θεότητα, σκαλισμένη σε συμπαγές λευκό αλάβαστρο, είναι ένας Λαμάσσου. Με σώμα ταύρου, φτερά πουλιού και κεφάλι ανθρώπου, οι μονολιθικοί αυτοί φύλακες κάποτε επέβλεπαν όσους περνούσαν τις πύλες της αρχαίας ασσυριακής πρωτεύουσας Ντουρ-Σαρρουκίν, του σημερινού χωριού Χορσαμπάντ στο Ιράκ.
Η ανασκαφή που έφερε στο φως το συγκεκριμένο άγαλμα έλαβε χώρα το 1993, αλλά το εύρημα ακρωτηριάστηκε από πλιατσικολόγους, οι οποίοι αφαίρεσαν το κεφάλι του και το έκοψαν σε κομμάτια, για να το βγάλουν λαθραία από το Ιράκ. Όμως οι κλέφτες πιάστηκαν και το κεφάλι βρίσκεται τώρα στο Μουσείο του Ιράκ.
Ωστόσο, οι περιπέτειες του αποκεφαλισμένου αγάλματος δεν είχαν τελειώσει, καθώς βρισκόταν σε αμφισβητούμενο έδαφος κατά τη διάρκεια του ιρακινοκουρδικού εμφυλίου πολέμου, στην πρώτη γραμμή του μετώπου, όπου συγκρούονταν σφοδρά οι δύο πλευρές με τανκς και πυροβολικό.
Πλαϊνή όψη της Ασσυριακής θεότητας-φύλακα, που βρέθηκε σε χώρο ανασκαφής στο Χορσαμπάντ του Ιράκ. (Ευγενική παραχώρηση της γαλλικής αποστολής στο Χορσαμπάντ, P. Butterlin)
Καθώς ο κίνδυνος να καταστραφεί το άγαλμα λόγω των συγκρούσεων ήταν μεγάλος, οι ιρακινές αρχές, περιλαμβανομένου του Κρατικού Συμβουλίου Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς, αποφάσισαν ότι ο Λαμάσσου χρήζει άμεσης προστασίας.
Τον περιέβαλαν με έναν μικρό τοίχο από λασπότουβλα και τον έθαψαν στην άμμο, διατηρώντας τον ασφαλή από τους βομβαρδισμούς και τις χερσαίες μάχες για αρκετές δεκαετίες. Τώρα έχει αναδυθεί ξανά στην επιφάνεια σχεδόν αλώβητος.
Το μονολιθικό άγαλμα έχει διαστάσεις 3,8 επί 3,9 μέτρα και ζυγίζει 18 τόνους. «Δεν έχω ξαναβρεί ποτέ στη ζωή μου κάτι τόσο μεγάλο», δήλωσε ο κ. Μπυττερλέν, όπως μετέδωσε το France 24. «Συνήθως, μόνο στην Αίγυπτο ή την Καμπότζη βρίσκεις τόσο μεγάλα κομμάτια.»
Οι ασσυριακοί Λαμάσσου προέρχονται από τον 8ο αιώνα π.Χ. Η κατασκευή τους έγινε κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Σαργών Β΄(722-705 π.Χ.) και η αποστολή τους ήταν να στέκονται ακοίμητοι φύλακες στις πύλες των πόλεων.
Αυτοί οι δύο Λαμάσσου φυλάσσονται στο Μουσείο του Λούβρου, στο Παρίσι. (Vania Teofilo/CC BY 3.0)
Αριστερά: Εμπρόσθια όψη των Λαμάσσου του Λούβρου (Poulpy/CC BY 3.0). Δεξιά: Δύο Λαμάσσου που φυλάσσονται στην Ασσυριακή Αίθουσα του Ιρακινού Μουσείου στη Βαγδάτη, στο Ιράκ (MohammadHuzam/CC BY 4.0).
Αρκετοί Λαμάσσου ανακαλύφθηκαν τον 19ο αιώνα από τον Γάλλο αρχαιολόγο Βικτόρ Πλας (Victor Place) και έγιναν εξέχοντα κομμάτια των συλλογών του Λούβρου και του Βρετανικού Μουσείου.
Εκτός του ιρανοκουρδικού πολέμου, το ακέφαλο άγαλμα επιβίωσε και των επιθέσεων του ISIS στα ασσυριακά τεχνουργήματα, όταν είχε καταλάβει την περιοχή μεταξύ 2014-2017. Εκείνα τα χρόνια, η μουσουλμανική οργάνωση κατέστρεψε δύο από τους τερατόμορφους φύλακες που βρίσκονταν στο Μουσείο της Μοσούλης. Αρκετοί Λαμάσσου καταστράφηκαν και στο Βορειοδυτικό Παλάτι στο Νιμρούντ.
Τώρα που οι εντάσεις έχουν υποχωρήσει και η περιοχή έχει σταθεροποιηθεί, οι αρχαιολόγοι συρρέουν από όλα τα σημεία της υφηλίου για να ανακτήσουν σημαντικά ευρήματα. Σε αυτά περιλαμβάνονται καλά διατηρημένες ασσυριακές πινακίδες που αποκαλύφθηκαν πέρυσι και Λαμάσσου που βρέθηκαν αυτό τον μήνα στο παλάτι του Εζαρχαντόν.
Τα ιστορικά ευρήματα – περιλαμβανομένου, ίσως, του ακέφαλου Φύλακα του Χορσαμπάντ – προορίζονται για το Μουσείο της Μοσούλη, για την αναπλήρωση της κατεστραμμένης συλλογής του.
Η αγγλική ιδιωματική έκφραση «τρικυμία σε μια τσαγιέρα» (“tempest in a teapot”) σημαίνει να κάνουμε πολύ φασαρία για το τίποτα – για κάτι ουσιαστικά ασήμαντο. Στις 25 Οκτωβρίου 1774, στο Ήντεντον της Βόρειας Καρολίνας, 51 γυναίκες έκαναν τον συγκεκριμένο ιδιωματισμό κυριολεξία, ξεσηκώνοντας από τις τσαγιέρες τους μια καταιγίδα που συνέτεινε στη δημιουργία των Ηνωμένων Πολιτειών.
Υπό την ηγεσία της Πενέλοπε Πάτζετ Μπάρκερ (Penelope Pagett Barker, 1728-1796) και εμπνευσμένες από το Κίνημα του Τσαγιού (Tea Party) της Βοστώνης του προηγούμενου Δεκεμβρίου, οι γυναίκες του Ήντεντον συναντήθηκαν στο σπίτι της Ελίζαμπεθ Κινγκ, όπου υπέγραψαν ένα έγγραφο με το οποίο διαμαρτύρονταν επίσημα για τη φορολόγηση χωρίς αντιπροσώπευση – τη φορολόγηση δηλαδή των Αμερικανών εποίκων από τη Βρετανία, χωρίς να μπορούν να συμμετέχουν στα πολιτικά πράγματα της χώρας αυτής. Δεσμεύτηκαν «να μην ξαναπιούν τσάι ούτε να ξαναφορέσουν βρετανικά υφάσματα». Δήλωναν επίσης ότι «αποφάσισαν να δώσουν μια αξιομνημόνευτη απόδειξη του πατριωτισμού τους και ως εκ τούτου προχωρούν στην ακόλουθη έντιμη και δυναμική ένωση».
Τα νέα αυτής της γυναικείας διαμαρτυρίας έφτασαν σύντομα στην Αγγλία, προκαλώντας την περιφρόνηση και δυνατά γέλια. Τον Ιανουάριο του 1775, σε μια επιστολή από το Λονδίνο προς τον αδελφό του Τζέημς, δικηγόρο του Ήντεντον, ο οποίος αργότερα υπηρέτησε στο πρώτο Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ, ο Άρθουρ Ίρεντελ χλεύασε τις «κυρίες του Ήντεντον», αναρωτώμενος αν σε αυτό το «γυναικείο πυροβολικό» περιλαμβάνονταν συγγενείς της κουνιάδας του. «Εμείς οι Άγγλοι», ειρωνεύτηκε,
«φοβόμαστε το ανδρικό Κογκρέσο, αλλά αν οι κυρίες, οι οποίες από την εποχή των Αμαζόνων θεωρούνται οι πιο τρομεροί εχθροί, αν, λέω εγώ, μας επιτεθούν, πρέπει να φοβόμαστε τις πιο θανατηφόρες συνέπειες. Τόσο επιδέξιες στο χειρισμό ενός βέλους, κάθε πληγή που προκαλούν είναι θανάσιμη – ενώ εμείς, τόσο άσχημα πλασμένοι από τη φύση, όσο περισσότερο προσπαθούμε να τις κατακτήσουμε τόσο περισσότερο κατακτιόμαστε.»
Έξι εβδομάδες αργότερα, μια εφημερίδα του Λονδίνου δημοσίευσε μια καυστική γελοιογραφία του Φίλιπ Ντάου, που απεικόνιζε ορισμένες από τις γυναίκες να υπογράφουν το έγγραφο σε ένα τραπέζι, ενώ άλλες συγκεντρώνονταν γύρω από ένα μπολ με παντς. Ο καλλιτέχνης έδωσε σε αυτές τις γυναίκες ανδρικά χαρακτηριστικά και τις απεικόνισε ως ένα μπερδεμένο και κάπως αφηνιασμένο συρφετό που δεν είχε ιδέα τι έκανε.
Το Λονδίνο γέλασε, αλλά οι πατριώτισσες με τα μεσοφόρια θα γελούσαν τελευταίες.
Η γελοιογραφία του Άγγλου σκιτσογράφου Φίλιπ Ντάου για το μποϊκοτάζ των γυναικών του Ήντεντον, «A Society of Patriotic Ladies, at Edenton in North Carolina», δημοσιεύθηκε από τους R. Sayer & J. Bennett στις 25 Μαρτίου 1775. Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου. (Public Domain)
Μια αξιοθαύμαστη ηγέτιδα
Η διοργανώτρια αυτής της διαμαρτυρίας, Πηνελόπη Μπάρκερ, ήταν μια υπολογίσιμη δύναμη στην πολύβουη αποικιακή πόλη του Ήντεντον. Ο ιστορικός Ρίτσαρντ Ντίλλαρντ έγραψε για αυτήν: «Ήταν μια από εκείνες τις ευγενείς, υψηλόφρονες, ατρόμητες, αριστοκρατικές γυναίκες που μοιάζουν γεννημένες για να ηγούνται. Ήταν πραγματικά άφοβη… Ήταν λαμπρή συζητήτρια και ηγέτις της κοινωνίας της εποχής της».
Η Μπάρκερ επέδειξε αυτές τις ιδιότητες από νωρίς στη ζωή της. Σε ηλικία 17 ετών, ανέλαβε την ευθύνη για τα τρία παιδιά της εκλιπούσας αδελφής της και σύντομα παντρεύτηκε τον σύζυγο της αδελφής της, Τζον Χότζσον. Δύο χρόνια αργότερα, όταν κυοφορούσε το δεύτερο παιδί τους, ο Χότζσον πέθανε. Η Μπάρκερ θα παντρευτεί και θα θάψει άλλους δύο συζύγους, ενώ μόνο ένα από τα εννέα παιδιά που γέννησε ή ανέλαβε μέσω γάμου έζησε περισσότερο από εκείνη.
Παρά τις προσωπικές της τραγωδίες, η Μπάρκερ ήταν και μια έξυπνη επιχειρηματίας. Ευλογημένη με μια κληρονομιά που της άφησε ο δεύτερος σύζυγός της, έγινε μια από τις πλουσιότερες γυναίκες στις Αποικίες. Από το 1761 έως το 1778, ενώ ο τρίτος σύζυγός της Τόμας Μπάρκερ βρισκόταν στην Αγγλία ως αντιπρόσωπος των Αποικιών, είχε την ευθύνη των υποθέσεων της οικογένειας και κατάφερε να διατηρήσει με θαυμαστό τρόπο το κύρος και τον πλούτο της.
Πορτρέτο της Πηνελόπης Μπάρκερ, προέδρου του Κόμματος του Τσαγιού του Ήντεντον, από το «The Historic Tea Party of Edenton» του Ρίτσαρντ Ντίλαρντ, 25 Οκτωβρίου 1774. Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου. (Public Domain)
Πιθανώς λόγω της εμπλοκής του συζύγου της στην πολιτική, η Μπάρκερ έδειξε επίσης ενεργό ενδιαφέρον για τα γεγονότα που οδήγησαν στην αντιπαράθεση με τη Μεγάλη Βρετανία. Όταν το 1774 το Πρώτο Ηπειρωτικό Κογκρέσο απηύθυνε έκκληση στους εποίκους να απαρνηθούν τα βρετανικά προϊόντα, η Μπάρκερ έπαιξε ενεργό ρόλο στη διάδοση αυτής της διαμαρτυρίας. Οι γυναίκες τις οποίες συγκέντρωσε εκείνη την ημέρα του Οκτωβρίου και οι οποίες έβαλαν τις υπογραφές τους σε μια δημόσια δήλωση ορκίστηκαν να μην ξαναπιούν αγγλικό τσάι, αντικαθιστώντας το με βότανα από τον κήπο ή τα δάση, και να απαρνηθούν τα ωραία φορέματα που τους έστελναν από την Αγγλία με ρούχα που θα έφτιαχναν οι ίδιες στο σπίτι. Η Μπάρκερ σημείωσε:
«Ίσως μέχρι τώρα να ήταν μόνο άνδρες αυτοί που διαμαρτύρονταν στον βασιλιά. Αυτό σημαίνει μόνο ότι εμείς οι γυναίκες αργήσαμε πολύ να αφήσουμε τη φωνή μας να ακουστεί. Υπογράφουμε τα ονόματά μας σε ένα έγγραφο και δεν κρυβόμαστε πίσω από κοστούμια, όπως έκαναν οι άνδρες στη Βοστώνη στο δικό τους Κίνημα του Τσαγιού. Οι Βρετανοί θα γνωρίζουν ποιες είμαστε.»
Παρά τις χλευαστικές ιαχές από τη ‘μητέρα-πατρίδα’, πολλές άλλες Αμερικανίδες προσχώρησαν στο μποϊκοτάζ που πρότειναν οι κυρίες του Ήντεντον. Εδώ θα πρέπει να θυμηθούμε ότι η αποχή από το τσάι δεν ήταν μια μικρή θυσία. Το ρόφημα αυτό αποτελούσε βασικό είδος σε πολλά νοικοκυριά και τα σπιτικά υποκατάστατα είχαν γενικά απαίσια γεύση σε σύγκριση με το πραγματικό τσάι που ερχόταν από την Αγγλία.
Κι αν και η πένα είναι ισχυρότερη από το σπαθί, η Μπάρκερ χειριζόταν επιδέξια και τα δύο. Κατά τη διάρκεια του πολέμου, όταν ένας υπηρέτης της έφερε την είδηση ότι Βρετανοί στρατιώτες έπαιρναν άλογα από τον στάβλο, η Μπάρκερ άρπαξε το σπαθί του συζύγου της από τον τοίχο, έτρεξε έξω, έκοψε τα χαλινάρια ενός αλόγου που το τραβούσε ένας στρατιώτης και οδήγησε το ζώο πίσω στον στάβλο. Ο επικεφαλής αξιωματικός εντυπωσιάστηκε τόσο πολύ από το θάρρος της που της επέστρεψε τα άλλα άλογα και διέταξε τους άνδρες του να αφήσουν ανενόχλητοι την περιουσία της.
Με πίστη και αποφασιστικότητα
Η Πηνελόπη Μπάρκερ και οι γυναίκες του Κινήματος του Τσαγιού του Ήντεντον όχι μόνο συνέβαλλαν στον αγώνα για την ανεξαρτησία της Αμερικής, αλλά η κίνησή τους αναγνωρίζεται και ως «η πρώτη καταγεγραμμένη πολιτική κινητοποίηση γυναικών σε αυτό που θα γινόταν οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής». Πολλά χρόνια αργότερα, τον 20ο αιώνα, ο Μαχάτμα Γκάντι παρομοίως θα αποκηρύξει τα βρετανικά υφάσματα, αγωνιζόμενος για την ελευθερία της δικής του πατρίδας.
Η διαμαρτυρία τους θα πρέπει επίσης να μας θυμίζει ότι πολλές άλλες γυναίκες έχουν στηρίξει δυναμικά όχι μόνο τον αμερικανικό αγώνα, αλλά και πολλούς άλλους αγώνες και κινήματα για ελευθερία ανά τον κόσμο. Και ακόμα κι αν οι ταυτότητες τους είναι γνωστές μόνο στους απογόνους τους, ο ρόλος τους στο εκάστοτε κίνημα καθόλου δεν μειούται. Αυτές οι γυναίκες, οι μητέρες, οι σύζυγοι, οι αδελφές και οι κόρες, όλες τους δόθηκαν με θέρμη στον σκοπό τους όσο και οι άνδρες γύρω τους – και μερικές φορές ακόμα περισσότερο.
Το σπίτι της Ελίζαμπεθ Κινγκ, όπου οι γυναίκες του Ήντεντον υπέγραψαν επίσημα ένα έγγραφο διαμαρτυρίας για τη φορολόγηση χωρίς αντιπροσώπευση από τη Βρετανία. Σχέδιο από το «The Historic Tea Party of Edenton» του Ρίτσαρντ Ντίλλαρντ, 25 Οκτωβρίου 1774. (Public Domain)
GUÉDELON, Γαλλία – Τον Μεσαίωνα, τα κάστρα καθόριζαν σε μεγάλο βαθμό τη διαμόρφωση της ευρύτερης περιοχής. Όταν χτιζόταν ένα κάστρο, κοντά του ξεφύτρωναν χωριά, όπου κατοικούσαν οι τεχνίτες και τις οικογένειές τους. Ένα δάσος, ένα λατομείο και το χώμα με στρώματα πηλού ήταν απαραίτητα για την παροχή των υλικών για την οικοδόμηση.
Πριν από 26 χρόνια, ένας Γάλλος ξεκίνησε ένα μεγαλόπνοο εγχείρημα, για να αναδείξει τις μεσαιωνικές μεθόδους εργασίας, μέχρι την παραμικρή λεπτομέρεια, στο χτίσιμο ενός κάστρου. Αποκάλεσε δε το έργο αυτό Γκεντελόν (Guédelon).
Το κάστρο Γκεντελόν είναι το πνευματικό παιδί του Μισέλ Γκιγιό, ενός ανθρώπου που τον αποκάλεσαν θεοπάλαβο όταν αποφάσισε να χτίσει ένα κάστρο του 13ου αιώνα, με μεθόδους και εργαλεία του 13ου αιώνα, στη Γαλλία του 21ου αιώνα. Ακόμα κι αν ήταν μια πραγματοποιήσιμη ιδέα, γιατί να θέλει κανείς να κάνει κάτι τέτοιο; Αλλά η αφοσίωση του κου Γκιγιό στην επιθυμία του να παρουσιάσει τη μεσαιωνική ζωή στο κοινό, οδήγησαν τελικά στη γέννηση του εγχειρήματος Γκεντελόν.
Ένα κάστρο πρέπει να χτιστεί στο κατάλληλο περιβάλλον, κοντά σε δάσος και λατομείο. (ευγενική παραχώρηση του Guédelon)
Η διάρκεια κατασκευής του Γκεντελόν υπολογίστηκε σε περίπου 25 χρόνια. Οι τεχνίτες, ντυμένοι με ρούχα εποχής, δεσμεύτηκαν για τη σχεδόν τριακονταετή διαδικασία και τον μεθοδικό, αργό, αλλά αποφασιστικό ρυθμό της κατασκευής με τους πέτρινους όγκους. Οι κότες και οι χήνες τσιμπολογούν ελεύθερα το έδαφος και τα μαντρωμένα πρόβατα περιμένουν υπομονετικά να κουρευτεί το μαλλί τους, για να το πάρει ο ανυφαντής. Ο ήχος της πέτρας που δουλεύεται με σφυρί και καλέμι ή του σιδήρου που σφυρηλατείται με σπίθες να πετούν έχει μια ρυθμική ποιότητα που αναμειγνύεται με το οργανικό περιβάλλον. Το παρελθόν είναι παρόν σε κάθε στροφή στο Γκεντελόν.
Το Γκεντελόν πρόκειται να αποτελέσει ένα παράδειγμα πειραματικής αρχαιολογίας τεραστίων διαστάσεων για την καλύτερη κατανόηση του έργου των αρχιμαστόρων του 13ου αιώνα. Ο λόγος που επιλέχθηκε ο συγκεκριμένος αιώνας ήταν γιατί γενικά θεωρείται ως η «χρυσή εποχή» του Μεσαίωνα. Ο καιρός τότε ευνοούσε τόσο τις καλλιέργειες όσο και τις οικοδομές, ο κόσμος ευημερούσε και γενικά ήταν μια ειρηνική εποχή με λίγες σχετικά πολεμικές συρράξεις. Ήταν μια εποχή μεγάλων καινοτομιών, πολλές από τις οποίες χρησιμοποιούνται ακόμη και σήμερα.
Ένας χειροποίητος νερόμυλος. (ευγενική παραχώρηση του Guédelon)
Η αποστολή του κου Γκιγιό
Ο κος Γκιγιό ανέπτυξε το πάθος του για τα κάστρα μεγαλώνοντας στη Γαλλία της δεκαετίας του 1950, ανάμεσα σε άφθονα μεσαιωνικά ερείπια που αποτελούσαν συνηθισμένο προορισμό οικογενειακών διακοπών. Αυτό δεν ήταν και τόσο διασκεδαστικό για τον κο Γκιγιό εκείνη την εποχή. Αν έχεις δει ένα ερείπιο, τα έχεις δει όλα, σκεφτόταν – όμως παρά την απέχθειά του (ή ίσως εξαιτίας της) για τα ερειπωμένα μεσαιωνικά κάστρα, γεννήθηκε μέσα του η επιθυμία να δει ένα κάστρο να ζωντανεύει. Θα μπορούσε να χτίσει ο ίδιος ένα; Ήταν ένα μεγαλεπήβολο όνειρο, αλλά στη γενέτειρά του, το Μπερί, στην κοιλάδα του Λίγηρα, τα μεγάλα όνειρα ήταν αρκετά συχνό φαινόμενο. Το Μπερί ήταν, επίσης, η πατρίδα της Ιωάννας της Λωραίνης.
Μεγαλώνοντας, ο κος Γκιγιό σπούδασε στη Σχολή Καλών Τεχνών στο Παρίσι ζωγραφική, ιστορία της τέχνης και γεωμετρία, ενώ στη συνέχεια άρχισε να ενδιαφέρεται για τα άλογα και τις ιππικές τέχνες. Με τα χρήματα που κέρδισε από τη διδασκαλία μαθημάτων ιππασίας και, σε συνδυασμό με τον αχαλίνωτο ενθουσιασμό του, κατάφερε να πείσει την τράπεζα να του δανείσει τα χρήματα για να αγοράσει το πρώτο του κάστρο, το Λα Ρος (La Roche). Το Λα Ρος ήταν το πρώτο από τα πολλά κάστρα του κου Γκιγιό και το μοναδικό που απέκτησε στην πατρίδα του, το Μπερί.
Το 1979, οι επιστάτες ενός ερειπωμένου κάστρου του 15ου αιώνα, του Σατώ Σαιν-Φαρζώ (Château Saint-Fargeau), θεώρησαν ότι ο κος Γκιγιό ήταν αυτός που έπρεπε να αναλάβει την αποκατάσταση του παραμελημένου κτίσματος στην περιοχή Πουιζέ της Γαλλίας. Το Σαιν-Φαρζώ βρίσκεται στο βόρειο τμήμα της Βουργουνδίας, μόλις δύο ώρες οδήγησης νότια του Παρισιού, στα μισά της διαδρομής μεταξύ της Πόλης του Φωτός και της Ντιζόν.
Το κάστρο του Σαιν-Φαρζώ ήταν η ιδανική τοποθεσία για την υλοποίηση της μεσαιωνικής θεατρικής παράστασης που ήθελε να υλοποιήσει ο κος Γκιγιό. Κάθε χρόνο, τον Ιούλιο και τον Αύγουστο, 600 ηθοποιοί και 60 άλογα αναπαριστούν ένα ιστορικό θέαμα που καλύπτει 1.000 χρόνια και φέρνει τη μεσαιωνική εποχή στο προσκήνιο.
Η ξυλεία για την κατασκευή του κάστρου μεταφέρεται με κάρο. (ευγενική παραχώρηση του Guédelon)
Μετά την επιτυχημένη ανακαίνιση του Σαιν-Φαρζώ, χρειαζόταν μια μεγαλύτερη πρόκληση. Το Σαιν-Φαρζώ τον είχε πείσει για την αγάπη του κοινού για τον Μεσαίωνα και ότι ένα πειραματικό μεσαιωνικό εργοτάξιο, αυθεντικό σε κάθε λεπτομέρεια, θα είχε ευρεία απήχηση.
«Είπα στον εαυτό μου ότι οι τρελές πράξεις είναι τα μόνα πράγματα για τα οποία δεν μετανιώνει κανείς στη ζωή του», δηλώνει ο κος Γκιγιό στο βιβλίο «Guedelon: Fanatics for a Fortress» των Φιλίπ Μινάρ και Φρανσουά Φοτσέ. Αλλά, για να γίνει το όνειρό του πραγματικότητα, χρειαζόταν ένα ακόμη άτομο: τη Μαριλίν Μαρτάν.
Η Κυρά του κάστρου
Ο κος Γκιγιό χρειαζόταν κάποιον που θα τον βοηθούσε στην εποπτεία του έργου, στην αγορά του οικοπέδου, στη χρηματοδότηση του κτισίματος και στη συγκρότηση του συνεργείου. Αυτός ο κάποιος ήταν η κα Μαρτάν, η οποία έγινε γνωστή ως η «Κυρά του κάστρου».
Η κα Μαρτάν είχε ιδρύσει λίγο καιρό πριν την Emeraude, μια ένωση αποκατάστασης που ειδικευόταν στη συντήρηση των παραποτάμιων όχθεων, βοηθώντας αρκετούς ανέργους της περιοχής να βρουν εργασία. Για να αξιοποιήσει στο έπακρο την επιχείρησή της, επέστρεψε στα θρανία για να σπουδάσει δασολογία. Μέσω της εργασίας της, γνώρισε τον κο Γκιγιό και έφερε μερικούς από τους εργάτες της στο εγχείρημα Γκεντελόν.
Αυτό που έλειπε μόνο ήταν το οικόπεδο. Ένας γεωγραφικός χάρτης της περιοχής μετατράπηκε σε χάρτη θησαυρού για την ανεύρεση του μεγαλύτερου κοιτάσματος ψαμμίτη στην περιοχή. Το μέρος που εντοπίστηκε ήταν ιδιόκτητο, χωρίς εμπορική αξία, αλλά αποτελούσε χρυσωρυχείο για την παροχή της πέτρας, του ξύλου, του νερού και της άμμου που χρειάζονταν για την κατασκευή.
Οι ιδιοκτήτες δεν ήθελαν να πουλήσουν τη γη τους, παρόλο που δεν τη χρησιμοποιούσαν. Αλλά ένα από τα χαρακτηριστικά της κας Μαρτάν είναι η επιμονή. Έτσι, η κατασκευή άρχισε το 1997.
Κατασκευή
Ο Ζακ Μουλάν, ο επικεφαλής αρχιτέκτονας ιστορικών μνημείων στη Γαλλία, έκανε το σχέδιο του κάστρου ακολουθώντας τους οικοδομικούς κανόνες του 13ου αιώνα, κανόνες που είχε θέσει η Καθολική Εκκλησία. Αλλά, η αυθεντικότητα είναι το κλειδί για το Γκεντελόν, ξεκινώντας από τα πλούσια υλικά που παρέχει η γη, όπως οι γέρικες βελανιδιές και ο σιδηρούχος ψαμμίτης που μεταφέρθηκε από το λατομείο.
Ο σιδεράς συντηρεί τη φωτιά του σιδηρουργείου. (ευγενική παραχώρηση του Guédelon)
Οι τεχνίτες εκπαιδεύτηκαν στις μεθόδους κατασκευής κάστρων που χρησιμοποιούνταν πριν από οκτώ αιώνες. Η ικανότητα προσαρμογής ήταν το μοναδικό απαιτούμενο προσόν για να συμμετέχει κανείς στο έργο. Άνθρωποι από διαφορετικά επαγγέλματα, από αρτοποιούς μέχρι ηλεκτρολόγους, έλαβαν ειδική εκπαίδευση για να δουλέψουν ως τεχνίτες του 13ου αιώνα.
Ένα από τα θέλγητρα της δουλειάς ήταν η εξασφαλισμένη εργασία για τουλάχιστον 23 χρόνια που θα διαρκούσε το έργο. Επίσης θα μάθαιναν μια νέα τέχνη, θα στεγάζονταν στις εγκαταστάσεις και τα έξοδα διαβίωσής τους θα ήταν ελάχιστα.
Λιθοξόοι τοποθετούν μια πέτρα στην οικοδομή. (ευγενική παραχώρηση του Guédelon)
Το αρχικό συνεργείο αποτελούνταν από 50 λιθοξόους, ξυλουργούς, λατόμους, κεραμοποιούς, μαστόρους, ξυλοκόπους, αγγειοπλάστες, κατασκευαστές σχοινιών και καλαθιών, υφαντές, εργάτες και έναν σιδερά, οι οποίοι διδάχθηκαν και δούλεψαν με τις αρχαίες τεχνικές που χρησιμοποιούνταν για την κατασκευή των κάστρων τον Μεσαίωνα.
Τεχνικές κατασκευής
Οι εργασίες άρχισαν με τα εργαλεία που σφυρηλάτησε ο σιδηρουργός. Η ξυλεία κόπηκε και δουλεύτηκε με το χέρι και οι πέτρες από το λατομείο σμιλεύτηκαν μία μία και τοποθετήθηκαν προσεκτικά στη θέση τους με το χέρι και με το νήμα της στάθμης μόνο να τους καθοδηγεί.
Τα υλικά δένονταν με σχοινιά από κάνναβη και μεταφέρονταν με χειροποίητα ιππήλατα κάρα. Για την κατασκευή της σταθερής γέφυρας που χρησιμοποιήθηκε, κόπηκαν 57 βελανιδιές από το δάσος Γκεντελόν, τετραγωνίστηκαν και πριονίστηκαν από τους ξυλοκόπους, κόπηκαν και συναρμολογήθηκαν από τους ξυλουργούς με 670 καρφιά, που σφυρηλατήθηκαν ένα προς ένα από τον σιδηρουργό.
Προετοιμάζοντας μια πέτρα για να λαξευτεί. (ευγενική παραχώρηση του Guédelon)
Το 2006, ο αρχιμάστορας Πατρίς Στεφάν εξήγησε στους επισκέπτες τη χρήση του κονιάματος που χρησιμοποιούσαν: «Αυτό το κονίαμα είναι διαφορετικό από αυτό που χρησιμοποιείται στις σύγχρονες κατασκευές. Στεγνώνει αργά, γεγονός που επιτρέπει την ευελιξία των τοίχων, κάτι πολύ καλό όταν τους κτυπούσαν πολεμικές φατρίες. Χρειάζονται χρόνια για να στεγνώσει πλήρως». Κάποιος θα μπορούσε επίσης να το αποκαλέσει μεσαιωνική αντισεισμική προστασία.
Για την παρασκευή του κονιάματος χρειαζόταν ασβεστόλιθος, ένα από τα λίγα υλικά που δεν υπήρχαν στο Γκεντελόν. Ένα γειτονικό λατομείο παρείχε την πέτρα, η οποία στη συνέχεια ψηνόταν σε κλίβανο, για να παραχθεί ο ασβέστης που ήταν απαραίτητος για το κονίαμα και το ασβέστωμα των τοίχων. Η μέθοδος του ασβεστόλιθου μελετάται σήμερα εκ νέου για να χρησιμοποιηθεί στις σύγχρονες κατασκευές αντί του τσιμέντου.
Παρόλο που το έργο απαιτούσε οικοδομικά εργαλεία και μεθόδους του 13ου αιώνα, επιτράπηκαν ορισμένες σύγχρονες προσθήκες για λόγους ασφαλείας. Παραδείγματος χάριν, ο νόμος για τις οικοδομικές κατασκευές στη Γαλλία απαιτεί γυαλιά ασφαλείας και μπότες ενισχυμένες με σίδερο μπροστά – ακόμη και για την κατασκευή ενός μεσαιωνικού κάστρου. Επιπλέον, ειδικά σχοινιά συνέδεαν το βαρούλκο με τον τροχό του πέλματος για την ανύψωση των λίθων του ενός τόνου.
Στον λαχανόκηπο του εργοταξίου καλλιεργείται κάνναβη για την κατασκευή των σχοινιών. (ευγενική παραχώρηση του Guédelon)
Όσοι συμμετείχαν εθελοντικά πλήρωσαν ένα μικρό ποσό για να μάθουν τις απαραίτητες για το Γκεντελόν τέχνες. Μια νεαρή γυναίκα από τη Σουηδία, η οποία δούλευε στην κοπή της πέτρας, είπε: «Αισθάνομαι προνομιούχα που συμμετέχω σε μια τέτοια προσπάθεια που θα προσφέρει στο κοινό, ιδίως στα παιδιά, μια εικόνα της ζωής του 13ου αιώνα».
Το Γκεντελόν υπήρξε ένα τεράστιο επιστημονικό πείραμα που παρείχε ένα νέο μέσο για την καλύτερη χρήση των πόρων της γης, κάτι που ήταν μέρος αυτού που ήθελε ο κος Γκιγιό, μαζί με την εκπαιδευτική αξία που θα είχε για τους μελλοντικούς επισκέπτες.
Το Γκεντελόν είχε ολοκληρωθεί κατά το ένα τρίτο όταν γιόρτασε τα 10α γενέθλιά του το 2007. Το κάστρο αναμένεται να ολοκληρωθεί μέχρι το 2033, και στη συνέχεια θα αρχίσει η κατασκευή ενός παρεκκλησιού και ενός χωριού, παρέχοντας σε μια άλλη γενιά την ευκαιρία να δει τον Μεσαίωνα να ζωντανεύει.
Η γράφουσα επισκέφθηκε για πρώτη φορά το Γκεντελόν το 2006. Ξαναπήγε τον Μάιο του 2023, για να διαπιστώσει την πρόοδο που έχει συντελεστεί μέσα σε αυτά τα 17 χρόνια. Στο β΄μέρος του αφιερώματος, παρουσιάζεται το κάστρο Γκεντελόν όπως είναι το 2023.
«Το θέατρο (και η λογοτεχνία γενικότερα) είναι τέχνη της απορίας και των ερωτημάτων, όχι των τελεσίδικων απαντήσεων, και μάλιστα σε ζητήματα για τα οποία η ιστοριογραφία δεν συμφωνεί στις προσεγγίσεις και τα συμπεράσματά της. Είναι τέχνη μέχρις ενός σημείου αρχαιολογική: δοκιμάζει να αναδείξει τις στρώσεις των συναισθημάτων και των σκέψεων των ηρώων της, αποφεύγει όμως να προσφέρει έτοιμη τη μία και μόνη ερμηνεία τους.»
Με βάση αυτή τη ρήση του Παντελή Μπουκάλα, μετά από κάθε παράσταση, στο Studio Μαυρομιχάλη θα βρίσκεται μια προσωπικότητα από διαφορετικούς χώρους της δημόσιας ζωής, προκειμένου να γίνει συζήτηση, όχι μόνο για τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, αλλά και για τη μεγαλειώδη στιγμή του ελληνικού έθνους, την Επανάσταση του 1821. Με τους ήρωες της, τους προδότες της, τα αμφιλεγόμενα πρόσωπα, τις αντιφάσεις της, τις προσδοκίες, τις διαψεύσεις,, τα φωτεινά αλλά και τα σκοτεινά της σημεία. Και φυσικά για το πώς αυτή η μεγαλειώδης εξέγερση καθόρισε τη συνέχεια του Ελληνισμού μέχρι σήμερα. Γιατί, όπως πάλι σημειώνει ο Παντελής Μπουκάλας, «η εθνική αυτογνωσία είναι ένα αέναο ζητούμενο».
Στις 10 Νοεμβρίου καλεσμένος είναι ο ιστορικός, υπεύθυνος των ιστορικών αρχείων του Μουσείου Μπενάκη, Τάσος Σακελλαρόπουλος, ενώ ακολουθούν στις 24 Νοεμβρίου ο ιστορικός, επίτιμο μέλος του Ιδρύματος Μεσογειακών Σπουδών και ομότιμος καθηγητής στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης Χρήστος Λούκος, στις 15 Δεκεμβρίου ο καθηγητής Φιλοσοφίας Δικαίου και Θεωρίας Θεσμών στο Τμήμα Ιστορίας και Φιλοσοφίας της Επιστήμης του ΕΚΠΑ Αριστείδης Χατζής και στις 22 Δεκεμβρίου η αναπληρώτρια καθηγήτρια Ιστορίας Νέων Χρόνων στο τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστήμιου Κρήτης Ελευθερία Ζέη.
Η είσοδος στη συζήτηση είναι δωρεάν για το κοινό που θέλει να την παρακολουθήσει.
Λίγα λόγια για την παράσταση
Πόσο συνδεδεμένοι είμαστε με την ιστορία μας;
Έχουμε αναρωτηθεί ποτέ από ποια πρόσωπα ή ποια γεγονότα πήραν τα ονόματά τους οι οδοί και οι πλατείες που ζούμε ή εργαζόμαστε ή διασχίζουμε σε καθημερινή βάση; Έχουμε ποτέ επιχειρήσει αυτήν τη μικρή σύνδεση με το παρελθόν μας;
Αυτή ήταν η αφορμή για να προχωρήσουμε στη δημιουργία μιας παράστασης για τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, έναν από τους πρωταγωνιστές της ελληνικής επανάστασης του 1821, από τον οποίον πήρε το όνομά της η οδός Μαυρομιχάλη και κατ’ επέκταση το θέατρό μας, Studio Μαυρομιχάλη.
Και είχαμε την τεράστια τύχη και τιμή, συνοδοιπόρος μας σε αυτή μας την προσπάθεια να είναι ο Παντελής Μπουκάλας, που ανέλαβε τη συγγραφή του έργου.
Παντελής Μπουκάλας: Διακόσια χρόνια μετά την Επανάσταση, ο Πέτρος Μαυρομιχάλης, ο οικείος μας Πετρόμπεης, παραμένει, αν όχι ένα σημείο αμφιλεγόμενο, πάντως ένα πρόσωπο του Αγώνα ευρύτερα γνωστό όχι για τη μεγάλη συμβολή του στα επαναστατικά χρόνια αλλά για την εμπλοκή της οικογένειάς του στη δολοφονία του Ιωάννη Καποδίστρια. Στις 9 Οκτωβρίου 1831, ο Γεώργιος και ο Κωνσταντίνος Μαυρομιχάλης, γιος και αδερφός αντίστοιχα του ηγέτη των Μανιατών, πυροβόλησαν και μαχαίρωσαν θανάσιμα τον Κυβερνήτη στο Ναύπλιο, έξω από τον ναό του Αγίου Σπυρίδωνος. Στη βαθύτατα διχασμένη Ελλάδα, που δεν είχε βρει ακόμα έναν στέρεο βηματισμό, άλλοι θρηνούσαν κι άλλοι πανηγύριζαν.
Γνώριζε άραγε ο Πετρόμπεης τι σχεδίαζαν οι άμεσοι συγγενείς του; Οι ιστοριογραφικές υποθέσεις ποικίλλουν, όπως ποικίλλουν και για την ενδεχόμενη εμπλοκή της Γαλλίας και της Αγγλίας στον φόνο. Διαθέτουμε, ωστόσο, μιαν απάντηση του ίδιου του Πέτρου: «Τι μέτρον ήθελον λάβει αν ο υιός μου και ο αδελφός μου εξεμυστηρεύοντο εις εμέ την συνωμοσίαν των; Ήθελον ακούσει την φωνήν της εκδικήσεως και του αυστηρού πατριωτισμού; Ή το γήρας αυτό και η θρησκεία ήθελον με καταφέρει να λησμονήσω τον Άρχοντα διά να ελεήσω τον άνδρα; Ιδού εξέτασις βασανική δι’ εμέ».
Η απάντηση αυτή πρέπει να συνεκτιμηθεί με τη μεγάλη σημασία που της αξίζει, επειδή δόθηκε σε χρόνο ιστορικά και συναισθηματικά ουδέτερο: γράφτηκε τον Δεκέμβριο του 1842, όταν η υπόληψη της μαυρομιχαλαίικης οικογένειας είχε αποκατασταθεί και δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Νέα Ημέρα της Τεργέστης στις 25 Μαρτίου 1843.
Ο Πετρόμπεης αρνείται κατηγορηματικά ότι γνώριζε. Η απάντησή του πρέπει να θεωρηθεί ειλικρινής και τίμια, διότι ακόμα και τότε, πέντε χρόνια πριν από τον θάνατό του, δεν συμπληρώνει την άρνησή του αυτή με μια δεύτερη απάντηση που θα βόλευε τη συνείδησή του και θα ενίσχυε το κύρος του. Δεν λέει δηλαδή ότι θα απέτρεπε τους συγγενείς του από το φονικό εγχείρημά τους. Αντίθετα, εκτίθεται εκουσίως στην κριτική, λέγοντας ότι, μια δεκαετία μετά, εξακολουθεί να βασανίζεται από το ερώτημα τι θα έπραττε, αν όντως γνώριζε.
Το θέατρο (και η λογοτεχνία γενικότερα) είναι τέχνη της απορίας και των ερωτημάτων, όχι των τελεσίδικων απαντήσεων, και μάλιστα σε ζητήματα για τα οποία η ιστοριογραφία δεν συμφωνεί στις προσεγγίσεις και τα συμπεράσματά της.
Είναι τέχνη μέχρις ενός σημείου αρχαιολογική: δοκιμάζει να αναδείξει τις στρώσεις των συναισθημάτων και των σκέψεων των ηρώων της, αποφεύγει όμως να προσφέρει έτοιμη τη μία και μόνη ερμηνεία τους.
* * * * *
Η παράσταση «Ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης και το φάσμα των φατριών», σε κείμενο του Παντελή Μπουκάλα, ανέβηκε αρχικά τον Μάιο του 2023 στο Studio Μαυρομιχάλη από τον Θεατρικό Οργανισμό «Νέος λόγος» και τώρα συνεχίζει και την επόμενη περίοδο 2023-24 με επιχορήγηση από το Υπουργείο Πολιτισμού. Το έργο γράφτηκε κατόπιν παραγγελίας του θεάτρου Studio Μαυρομιχάλη στον Παντελή Μπουκάλα.